Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Και ελησμόνει τότε η φιλόπονος νοικοκυρά όλους τους βαρείς μόχθους, ους υφίστατο, κατά το μακρόν της καλλιεργείας στάδιον, πετώσα ταποκλάδια, καίουσα σωρούς-σωρούς την αγριάδα την καταστρεπτικήν, θειαφίζουσα, αργολογούσα, κινδυνεύουσα από το καύμα, κινδυνεύουσα από τας εχίδνας, τας κρυπτομένας υπό τα κλήματα, να μη χολεριάση ουδεμία παραφυλλίς, ουδεμία καν ρώγα.

Επεθύμει να γράφωσι την αρχαίαν γλώσσαν. Εξ ανάγκης δε μετεχειρίζετο την δημοτικήν, όπως γένη καταληπτός και εις τον λαόν. Ο Μαρτελάος ήτο φιλόπονος, αλλά δεν εδημοσίευσε διά του τύπου τα έργα αυτού.

Να είχα το ελάχιστον δέκα ρίζες εληές! έλεγε πολλάκις η γραία. Ο μακαρίτης ο άνδρας της, ο Μπάρμπα Δήμας, κτηματίας φιλόπονος, απέθανε κατάχρεως, πνιγμένος έως εις τον λαιμόν μέσα εις τα χρέη.

Δεν ήτο μεν ο Μοναχάκης ευσεβής σαν τον πατέρα του, δεν ήτο δραστήριος, ούτε φιλόπονος όσον εκείνος, όμως δεν ήτο και οκνηρός. Είχε κάποιαν τάξιν εις τον βίον του, θέλεις από καλήν συνήθειαν της ανατροφής του, θέλεις από εντροπήν και σεβασμόν προς τον πατέρα του. Είχεν όμως έν μέγα ελάττωμα, μεγάλην επιπολαιότητα και κάποιαν ακρισίαν, διό και τον επέπληττε πολλάκις αστόχαστον αυτόν ονομάζων.

Ταυτοχρόνως δε η Μιλάχρω, ως είδομεν, υπολογίσασα ότι η θυγάτηρ αυτής είχεν ετοιμάσει πλέον τον μπακλαβάν και την βασιλόπητταν, από πρωίας μόνη της παλαίουσα, η φιλόπονος κόρη, εκόλλησε τελευταίον τον φούρνον διά λογαριασμόν της, αποδιώξασα τας αναμενούσας με τα ταψία γυναίκας κ' εφώνησεν: — Άιντε Χρυσώ!

Ούτω και η φιλόπονος Γερακούλα, παραλαβούσα τας τρεις θυγατέρας της και τον καπετάν-Θοδωρή με το τρομπόνιον πλήρες, την άλλην θυγατέρα άφησε προς φύλαξιν της οικίας, μετέβη εις Γλώσσαν κ' εκόμισεν, ως είδομεν, τόσους σάκκους δροσερών φύλλων.

Ήτο δε ο λαός φιλόπονος και εργατικός, κ' εκαλλιέργει παν πλέθρον της ευκάρπου εκείνης γης. Τέσσαρες οδοί ήγον εις τας όχθας της λίμνης.

Όσοι άλλοι φιλοσόφοι βγήκαν αυτόν τον αιώνα δε φαίνουνται τόσο κομματικοί στα θρησκευτικά καθώς πρώτα. Παράδειγμα ο Ιωάννης ο φιλόπονος, που αν και γράφοντας για τη χριστιανωσύνη, βούτηξε όμως σε βαθιά φιλοσοφικά ζητήματα, πολεμώντας Αριστοτελικές ιδέες και θεωρίες.

Πλην έκαμνεν όλα αυτά τα κακιώματα διά να ξεκολλήση τίποτε μέτρημα, «να κάμη κι' αυτός μια δουλειά, να ζήση». Ναυαγήσας εις την Μαύρην θάλασσαν, είχε θραύσει το οστούν της αριστεράς χειρός του, η οποία αδύνατος πλέον καθίστα αυτόν σχεδόν άχρηστον ως ναυτικόν. Φιλόπονος όμως νέος, ήνοιξε το μικρόν καφενείον, εκ του οποίου «έβγαζε το τσουβάλι» την τροφήν του.

Μόλις ανεπαύθη την νύκτα η φιλόπονος αύτη οικογένεια από του κόπου του διημέρου εκείνου ταξειδίου, και ητοιμάζετο λίαν πρωί να μεταβή εις Κεχρεάν, εις το μακρινόν εκείνο κτήμα της, όπου κατά τας δύο ημέρας της απουσίας ουδείς μετέβη και όπου υπήρχον αι χλοερώτεραι συκομορέαι. — Θεια Γερακούλα, ηκούσθη φωνή την αυγήν έξωθεν εκ γειτονικού παραθύρου, η φωνή της γραίας ξηράς και ωχράς γειτονίσσης.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν