United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βάζω λοιπό χωριάτικα ρούχα, καθίζω δεμάτι ξύλα στον ώμο μου, σιμώνω τους ξένους, και βρίσκω τρόπο να με σκοτώσουνε δίχως να με νοιώσουν ποιος είμαι. Σφίγγει τότες την καρδιά της, και λέει η Βασίλισσα·Άντρα μου, ας γείνη το θέλημα του Θεού.

Ας φύγουν μιαν ώρα αρχήτερα οι Τούρκοι, γιατί δεν μπορώ να νοιώθω από πάνω μου, σα Μοίρα, τη Σλαυική επιδρομή. Ας πάρουν δεύτερη φορά την Πόλη, ας την πάρουν Σλαύοι, όποιος άλλος θέλει, για να έρθει γρηγορώτερα η μέρα που θα την ξαναπάρουμε μεις. Γιατί θα ζήσει το Γένος ως εκείνη την ημέρα. Ίσως νοιώσουν τίποτα οι Έλληνες, άμα καταλάβουν πως την πήραν δεύτερη φορά ξένοι.

Να το βγάλουμε όξω τόρα που νύχτωσε πριν το νοιώσουν και μας το πάρουν οι τούρκοι. Μόλις εβγήκαμε από τον κόρφο Γοργόνα οργισμένη μας απάντησε η Νοτιά. Ο ουρανός έσβυσε τ' αστέρια του, έκρυψε τα σύνορά του. Άδης το σκότος απλώθηκεν απάνω μας. Το κύμα εψήλωνε βουνό αδιάβατο, ανέμιζε φωσφορούχους τους αφρούς κ' έχυνε φως κάτασπρο, θαμπό και άχαρο περίγυρα.

Ζήτησαν και τάλλο, το Φταννησιώτικο το καμάρι να το σκλαβώσουν κι' αυτό. Μα ο Βαλαωρίτης, πιστό και δυνατόγνωμο της Ρωμιοσύνης παιδί, τους λέει, όχι. Σας δίνω τους προλόγους μου, και τις νότες μου· μα τα τραγούδια μου τα φυλάω για το Έθνος. «Βέβαια, βέβαια! φώναξαν τότες οι δάσκαλοι. Η δημοτική είναι ιδιαζόντως γλώσσα ποιητική». Κ' έτσι, μας παράδωσαν οι φίλοι το κάστρο χωρίς να το νοιώσουν.

Όταν τον θεωρήσουμε χυδαίο, τότε θα πάψη να είναι δημοφιλής. Η μεταβολή φυσικά θα γίνη σιγά-σιγά, κ' οι άνθρωποι δεν θα την νοιώσουν. Δεν θα πούνε: «δεν πολεμούμε με τη Γαλλία, γιατί η πρόζα της Γαλλίας είναι τέλεια» αλλά γιατί η πρόζα της Γαλλίας είναι τέλεια δεν θα μισούν τη Γαλλία.

Δεν πειράζει και δεν έχει να πη, που λίγοι σε καταλαβαίνουν και ξέρουνε να νοιώσουν τέτοια ψιλοψιλούτσικα πράματα, σαν τα προσέχεις και τα βάζεις στα βιβλία σου.

Του Αρίστιππου του Κυρηναίου οπαδοί, αφίνουν της ηθικής το πρόβλημα να βασανίζη το σκύλο του σπητιού. Απ' την αγάπη μας κρατούν το χάδι για να πετάξουν το υπόλοιπο. Γρατσουνίζουν μόλις νοιώσουν πως τους αγαπήσαμε πολύ. Χωρίς τον ίλιγγο της ακροβασίας χωρίς το σκοτάδι και χωρίς την κραυγή του ανέμου, ο έρωτας γι' αυτούς αξίζει κάθε περιφρόνηση.

«Άμα το ξεκάμπισα το Χωριό μου, έρριξα μια βαρυγιόματη ντουφεκιά, για να νοιώσουν οι χωριανοί, ότι «ξενιτεμένος έρχεταικι' από τον πολύν τον βρόντο τρεις φορές αχολόγησαν τα λαδώματα, οι ρεματιές και τα βουνόπλαγα.

Και άμποτε, ώ Αθηνά και σεις θεοί σεπτοί, κ' η κουταμάρ' αυτή να δείξη πως μας ωφελεί. Γεια σου• πηγαίνω. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Χρέμη μου, η ώρα η καλή• Έμβα, τράβα δρόμον ίσο, μήπως είν' κανένας άνδρας και μας πήρεν από πίσω; Στρέψου, κάνε και μία γύρα• έχουν πονηριές οι άνδρες και φυλάξου, κακομοίρα, μήπως και ακολουθήσουν από πίσω κατά βήμα, να μας νοιώσουν απ' το σχήμα.

Ξεπετιέται σέρνοντας φωνή σπαραχτικιά σα να την έσφαζαν την ίδια τα Τούρκικα τα μαχαίρια, πηδάει μες στο χωράφι, και πριχού να νοιώσουν οι Αράπηδες πούθε ξεφύτρωσε ταναπάντεχο εκείνο το φάντασμα, τον αγκάλιαζε η Μαριγή ξεφρενιασμένη και μοιρολογώντας τον αδερφό της, που τέσσερες μήνες τον είχε χαμένο, τον ξακουσμένο τον Ζανουλάκη, που κάθε μάχης του χρόνου εκείνου τον είχε τσουρουφλιασμένο η φωτιά.