United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξανθός παις, με γαλανά ματάκια, άσπρος κάτασπρος, σαν τον πατέρα του τον μπάρμπα-Χιονάν, κατά της καλλονής του οποίου εφαντάζετο, ότι ενέδραν φοβεράν είχε στήσει η αδυσώπητος θάλασσα. — Για την θάλασσαν σ' έχω εγώ; Ανεστέναζε πολλάκις η χήρα. Και όσον εμεγάλωνε, τόσον ηύξανε και ο προς την θάλασσαν έρως του. Τίποτε άλλο δεν εζήλευεν εις αυτόν τον κόσμον ο Μανώλης της Αλτανούς από την θάλασσαν.

Εις τον τρομερόν όλεθρον συμπεριλαμβάνονται ο Αμλέτος και η Οφηλία, διότι η αδυσώπητος Νέμεσις, η οποία εκαταδίκασε ολόκληρον την αμαρτωλόν εκείνην γενεάν, αδιαφορεί εάν εις τον ανορθωτικόν αγώνα συντρίβεται και μία καρδία ευγενεστάτη , ως εκείνη του Αμλέτου, και πίπτει εις τρίμματα ένα άλλο εκλεκτόν σκεύος, ως η Οφηλία.

Παρεκάλεσε θερμώς τον πατέρα της να μετατρέψη την απόφασίν του, τον εβεβαίωσεν ότι δεν θέλει να υπανδρευθή, ότι άλλο δεν επιθυμεί ή να τον γηροκομήση εκείνον και ν' αναθρέψη τα τέκνα της αδελφής της. Αλλ' ο γέρων είναι αδυσώπητος. Όταν βάλη τίποτε εις τον νουν του, ετελείωσε! Του Λιάκου η γλώσσα ελύθη.

Και όμως είναι ανάγκη, όταν κανείς εννοήση τα κοινά γνωρίσματα των πολλών πραγμάτων, να μην απομακρυνθή πριν να εύρη όλας τας διαφοράς όσαι υπάρχουν εις τα διάφορα είδη, και πάλιν όταν παρατηρήση εις έν πλήθος πραγμάτων διαφόρους ανομοιότητας να είναι αδυσώπητος και να μην παύη, προτού να περικλείση όλα τα κοινά μέσα εις μίαν ομοιότητα και να τα περιλάβη με την φύσιν ενός οποιουδήποτε γένους.

ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Δεν ηξεύρω τι ίχνη αφήκεν η αδυσώπητος τύχη επί του μετώπου μου, αλλ' ουδέποτε θα εισέλθη αύτη εις το στήθος μου, ουδέποτε θα υποδουλώση την καρδίαν μου. ΛΕΠΙΔΟΣ. Μετά χαράς σε βλέπω εδώ. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Το πιστεύω, Λέπιδε. — Λοιπόν είμεθα σύμφωνοι. Παρακαλώ να συνταχθή και να σφραγισθή παρ' ημών η σύμβασις. ΚΑΙΣΑΡ. Αύτη θα είναι η πρώτη μας πράξις.

Δεν έχω όνομα εις τα βασίλεια που μένω, απήντησεν η φωνή θλιμμένα. Ήμουν θνητός άλλοτε, τώρα είμαι πνεύμα. Ήμουν αδυσώπητος, τώρα είμαι ελεήμων. Πρέπει να εννοήσης ότι τρέμω. Τα δόντια μου τρέμουν όταν ομιλώ· εν τούτοις τούτο δεν είναι εξ αιτίας της νύκτας αυτής που είναι ψυχρά, της νύκτας αυτής που δεν έχει τέλος. Αλλά δεν ημπορώ να υποφέρω επί πολύ ακόμη την φρίκην αυτήν.

Ας εγίνετο λοιπόν το συμπόσιον εκείνο πραγματικόν συμπόσιον! Πατρικός άρχων δεν έπρεπε ποσώς να επιβάλλη εις τους υπηκόους του το βασανιστήριον της σιωπής του. — Μη είσαι αδυσώπητος! επανέλαβεν εν χορώ η ομήγυρις. Ο Νέρων εξέτεινε τας χείρας, μαρτυρών ότι τον εβίαζον και ότι υπεχώρει. Τα πρόσωπα πάντων έλαβον έκφρασιν ευγνωμοσύνης και όλων οι οφθαλμοί εστράφησαν προς αυτόν.

Οι μεν των ακροατών εποίουν το σημείον του σταυρού, άλλοι έφρασσον τα ώτα και αι γυναίκες έκρυπτον το πρόσωπον εις την ποδιάν αλλά τι έγεινα εγώ, ότε ο αδυσώπητος ρήτωρ, μη αρκούμενος εις των αρρένων Παπών τα αίσχη, ήρχισε να διηγήται και της Παπίσσης Ιωάννας την ιστορίαν; Πάπα έρωτας και μητρότητας και εν μέση αγορά τοκετόν!

Εδικαιολογήθη ο Μανώλης, ιδών ότι η γραία ήτο ακόμη αδυσώπητος. Και την επαύριον, ως είδομεν, τυχόντος ναύλου, απέπλευσεν, ίνα μεταφέρη τροφάς εις το Μετόχιον της Μονής. Αφού η «Γαλανομμάτα» απεμακρύνθη ικανώς από το Κάστρον τόσον, ώστε να μη ακούεται πλέον ο αντίλαλος των θρήνων της χήρας της Αλτανούς, ο καιρός μετετράπη αίφνης εις δυτικόν, επικίνδυνον μαΐστρον, χιονιστήν φοβερόν.