Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Και έως σήμερον ακόμη δεν ενθυμούμαι να είπα εις κανένα διά την υπόθεσιν του θησαυρού της Κεχριάς, νομίζω δε ότι πολύ δεν επίστευα μέσα μου, αν και τόσον νέος, εις την ύπαρξιν του θησαυρού τούτου. Ο Νικολός δεν ελυπήθη και πολύ διά την παρουσίαν του Γιαννιού, ήτον δε πρόθυμος, ως λίαν ανοικτόκαρδος, να μοιράση τα γρόσια, τα οποία θα εύρισκε, και με αυτόν, και με πάντα άλλον.

Φώτα από τινων μικρών θυρίδων, ήρχιζον να φέγγουν εδώ κι' εκεί ως κανδήλαι εικονοστασίων. Εις τα Κοτρώνια ηκούοντο η Σταύραινεςπέντε-έξ αδελφαί ορφαναίπρώται- πρώται μεταβαίνουσαι εις τα κτήματά των, εύλαλος της Κεχριάς συντροφιά, διαχέουσα έξαλλον ζωήν εις την σιωπηλήν εκείνην ερημίαν. — Καλημέρα, παιδιά!

Είχε κινήσει αποβραδής, ημίσειαν ώραν πριν κρυφθή εις το βουνόν ο ήλιος, να υπάγη 'πίσω μακράν εις τ' Αρβανίτη τ' Μανώλη τ' Σουφριά . . . , όχι στον Αραδιά, στης Κεχριάς το ρέμμα, ο άγαλλος Μανουήλ Αγάλλου. Δεν ήτο και πολύ σιμά . . . όχι, δεν ήτο και πολύ μακρυά ο νερόμυλος, ολιγώτερον από δύο ώραις με τα πόδια. Αλλ' εις τον δρόμον είχεν αργοπορήσει, ποιος ξεύρει διατί.

Εκεί έμειναν επί εβδομάδας, το φθινόπωρον εκείνο, αι δύο αδελφαί. Εις την αρχήν είχον συντροφιάν, διότι υπήρχον και άλλοι νερόμυλοι εις το ρέμμα της Κεχριάς. Εκεί τον κατήφορον ήτον ο μύλος της Μοσχαδώς της χήρας, ο μύλος του Δήμου του Μανιάτη. Αλλ' αι εργασίαι ωλιγόστευσαν, κ' οι γείτονες έφυγαν.

Μετ' ολίγα λεπτά της ώρας, ο καπετάν Γεωργάκης κατεβλήθη, έκλεισε τα όμματα, κ' έπεσε σχεδόν αναίσθητος υπό την σκιάν του δένδρου. Την επαύριον, το δειλινόν, είχε πλεύσει μεγάλη σκαμπαβία με έξ κουπιά κάτω εις τον αιγιαλόν της Κεχριάς. Οι πέντε κωπηλάται ανήλθον μισής ώρας δρόμον εις το κτήμα του καπετάν Γεωργάκη. Ο έκτος είχε μείνει κάτω εις τον όρμον, διά να φυλάξη την βάρκαν.

Ο Γιώργης το Μπονακάκι, ψάλτης, όστις είχεν υπάγει αφ' εσπέρας, μ' επληροφόρησεν ότι ο πάτερ Γεράσιμος είχεν υποσχεθή να σηκωθή μετά μίαν ώραν, και ν' αρχίση τον όρθρον. Καλά. Σημείωσις ότι το παλαιόν μονύδριον της Κεχριάς ήτο προσκολλημένον ως μετόχι εις το πάλαι ποτέ σεβάσμιον κοινόβιον του Ευαγγελισμού, κ' εκείθεν είχεν έλθει διά να τελειώση την πανήγυριν ο παππα-Γεράσιμος.

Λοιπόν ο θησαυρός περί ου ο λόγος, χιλιάδες φλωρία, όλο βενέτικα, ήτο θαμμένος σιμά εις την Παναγίαν της Κεχριάς, απ' οπίσω απ' το παλαιόν μοναστηράκι, κατά την μικρήν πόρταν, σύρριζα εις την νοτιανατολικήν, όπου ήτον όλη κατηρειπωμένη τώρα, και το μονύδριον έρημον από πολλού.

Ο μικρός χείμαρρος κατήρχετο μελαγχολικώς από την δροσεράν σπηλιάν, παραπλεύρως και ολίγον χαμηλότερα του παλαιού Ερήμου μοναστηρίου της Κεχριάς, κ' εκελάρυζε την νύκτα ανάμεσα εις τους βράχους και τους θάμνους, και πότε έπιπτεν εις μικρούς καταρράκτας με ορμήν, πότε εστρώνετο εις μαλακόν ρείθρον ως έλαιον επί της άμμου και των χαλίκων.

Και μέσα εις τα τραγούδια των καλεσμένων, επανέλαβε και ο καπετάν- Θοδωρής το τραγουδάκι του, όπου πρώτην φοράν το είχε τραγουδήσει εις το Ρεύμα της Κεχριάς, αλλά υπό λυγμών ιεράς συγκινήσεως διακοπτόμενος τώρα, διότι είδε την επαλήθευσίν του.

Έλεγε δε ο Νικολός, ως ευσεβής νέος οπού ήτον, ότι η λειτουργία της Κυριακής την ώραν εκείνην ήτον αγαθή συγκυρία, διότι πάσα καλή εργασία, δέησις, ευχή και τάξιμον κατά την ώραν της λειτουργίας εκτελείται. Τέλος εφθάσαμεν εις το έρημο μοναστηράκι της Κεχριάς. Ο ναΐσκος, παλαιός, με ζωηράς τοιχογραφίας, με τον τρούλλον και τας χιβάδας του εώρταζε την Μετάστασιν, ή τα Εννεάημερα της Παναγίας.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν