United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εμπρός, εν τη πρώρα, ο κυρ-Δημάκης κουκουλωμένος υπό την χλαίναν του ως αμνάς γονατισμένη, εθεώρει τον πυθμένα, όστις ήρχιζε να διακρίνηται πολύχρωμος, πολυσχιδής, προσεγγιζούσης της λέμβου πρός τινα ξηράν νησίδα, πρό τινος ερήμου όρμου άδων το φαιδρόν τραγουδάκι του, ίνα μετριάζη την κατήφειαν, ήτις εξηκολούθει να περιβάλη το άκακον πρόσωπόν του ως μαύρη σκέπη.

Εις την καρδιάν μου 'φύτρωσε παράδοξος αγάπη, και τώρα έχω ν' αγαπώ τον μισητόν εχθρόν μου! ΠΑΡΑΜΑΝΑ Τι είν' αυτό; τι είν' αυτό; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Είν' ένα τραγουδάκι, που μ' έμαθ' ένας χορευτής. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Αμέσως! Ναι, αμέσως! Έλα πηγαίνωμεν κ' ημείς; Έφυγ' ο κόσμος όλος. Πλατεία παρά τον κήπον του Καπουλέτου. ΡΩΜΑΙΟΣ, εισερχόμενος. Ω! η καρδιά μου είν' εδώ. Κ' εγώ εδώ θα μείνω.

Δεν ταφίνετε αυτά τώρα; είπε ο Θανάσης. Αλλοί σ' αυτόν που χάθηκε. Πήρε την κανάτα και γέμισε τα ποτήρια. Τσουγκρίσανε πάλι. — Θεός σχωρέσ' τονε! Πίνανε κάμποσην ώραν αμίλητοι. Πού και πού ένα τραγουδάκι ανέβαινε ως τα χείλια κανενός και ξεψυχούσε. Δεν ήτανε ημέρα σήμερα για τραγούδια. Πού και πού κανένας λόγος ξεπετούσε μ' έναν αναστεναγμό, — Ψεύτικος κόσμος! Ας τονε να πάη να χαθή.

Και μέσα εις τα τραγούδια των καλεσμένων, επανέλαβε και ο καπετάν- Θοδωρής το τραγουδάκι του, όπου πρώτην φοράν το είχε τραγουδήσει εις το Ρεύμα της Κεχριάς, αλλά υπό λυγμών ιεράς συγκινήσεως διακοπτόμενος τώρα, διότι είδε την επαλήθευσίν του.

Για την Αμαρυλλίδα μου θα 'πώ ένα τραγουδάκι κ' οι γίδες βόσκουν στο βουνό κι ο Τίτυρος τις βόσκει. Βόσκε τις γίδες, Τίτυρε, και φέρε τες στο ρέμμα κ' έχε το νου στο Λιβυκό και στο βαρβάτο τράγο, τον τράγο τον ξανθόμαλλο, να μη σε κουτουλήση. Πώς δεν προβάλλεις στη σπηληά να με καλέσης νάρθω; Μ' εχθρεύεσαι το δύστυχο, γλυκειά μου Αμαρυλλίδα, ή μήπως τάχα από κοντά με βρίσκεις πλατομύτη;