Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Άτοπον είναι, ιερεύς εγώ, να νικώμαι από τοιαύτα ανθρώπινα πάθη ολιγοπιστίας. Έκαμε και τρίτην φοράν τον σταυρόν του. — Ήμαρτον, Κύριέ μου! είπεν. Και ήνοιξε την πορτίτσαν του ερημοκκλησίου. — Ν' ανάψω και τα κανδηλάκια του που ξημερόνει Κυριακή. Πρώτα πρώτα τον συνήρπασεν ηδέως το φως των κανδηλίων, τα οποία όλα ήσαν νεωστί αναμμένα. Φως ήμερον και γλυκύ.

Μια και γύρισε η Αυτοκρατόρισσα εναντίο του, πάει του Χρυσoστόμου η δύναμη. Όλους τους μεγαλήτερους κληρικούς, αυλικούς κι άλλους αρχόντους μαζί της τους έσερνε η Ευδοξία. Αποφασίζει λοιπό να τον ξεκάμη, και συναγροικιέται με το γνωστό μας το Θεόφιλο της Αλεξάντρειας.

Έδωσε παραγγελίαν εις τον Ίλιγγον να εργασθή δι' αυτήν, επειδή ήτο πολύ πνιγηρόν διά την Νεράιδα του Πάγου κατά το θέρος, επάνω εις την χλόην, όπου βλαστάνει η μέντα. Ο Ίλιγγος ανεβοκαταβαίνει· σηκώνεται ένας, σηκώνονται τρεις! Ο Ίλιγγος έχει πολλούς αδελφούς, ένα κοπάδι· η Νεράιδα του Πάγου εκλέγει τον δυνατότερον από τους πολλούς, οι οποίοι διάγουν τον βίον των και μέσα και έξω.

Ω βασιλέα υψηλότατε, αν δεν πιστεύης εις τα όσα σου είπα, ελπίζω να πιστεύσης τους ίδιους μάρτυρας, που ήτον παρόν εις όλα αυτά. Πού είναι αυτοί οι μάρτυρες, της είπα με θαυμασμόν; Βασιλέα, αυτή μου απεκρίθη, ευρίσκονται εις το σπήτι μου· πρόσταξε τους ανθρώπους σου να έλθουν μαζή μου διά να τους φέρουν εδώ.

Και σταφνίζεται να φύγη, Μόνε πούθε, δεν ξανοίγει· Στρίβεται, και αποράει, Τη συντρόφισσα τηράει· Μη κουμπάρε, λέγει η άλλη, Μη δειλιάζε 'ς· απογάλι, Και θαρρώ να ημπορέσω Πώς να βγούμε ναύρω μέσο. Να μου κάμης πλάταις, όσο Στην κορφή να σκαρβαλόσω. Κιαπέ όξω μόνε πάνω, Μη σε μέλει, εγώ σε βγάνω.

Με τα ξημερώματα λοιπόν οι Μεθυμνιώτες νιοι εζητούσαν το παλαμάρι· κ' επειδή κανένας δεν ομολογούσε την κλεψιά, αφού οι νιοί κατηγόρησαν τους φιλευτάδες τους, αρμένιζαν γιαλό-γιαλό· κι όταν τράβηξαν τριάντα στάδια, αράζουνε στην εξοχή που κάθονταν η Χλόη κι ο Δάφνης. Επειδή τους φάνηκε πως ο κάμπος ήτανε καλός για να κυνηγήσουνε λαγούς.

Την ιδέαν ταύτην πολυειδώς και πολυτρόπως ηθέλησα να διατρανώσω και να εμφυσήσω εις το στιχούργημά μου θεωρών αυτήν ως την ψυχήν δι' ης ανέκαθεν εζωογονήθη το έθνος, υπέρ ης ηγωνίσθη, εμαρτύρησε, και ης τη αρωγή, θεού ευδοκούντος, θέλει πάλιν ανορθωθή.

Πάντα το βλέπω εκείνο το νησί, το νησί μας εκεί κάτω, που μυρίζει με τις γαζίες και που λαμποκοπή με τον ήλιο. Δε θα με πάη, δε θα με φέρη πια στην Πρίγκιπο το βαπόρι; Δε θανεβώ πάλε στον Άη Γιώργη; Αχ! φίλε μου, πέντε χρόνια που δεν την είδα τη Μοιρίτα. Να μην την ξαναδιώ και ποτές μου! Ίσως κάλλια που ζω, ίσως κάλλια να μην πεθάνω, για να γίνη κι αφτό καμιά μέρα.

Επομένως η ενάρετος ευτυχία είναι το καλλίτερον και αρεστότερον και ηδονικώτερον πράγμα, και όλα αυτά δεν ωρίσθησαν καλώς εις το εξής Δηλιακόν επίγραμμα: Το δίκαιον καλλίτερον, υγεία δ' αρεστότερον, Πλην να 'πιτύχη ό,τι ποθή απ' όλα το γλυκύτερον. Διότι όλα αυτά υπάρχουν εις τας καλλιτέρας ενεργείας. Αυταί δε η μία από αυτάς, η ανωτέρα, λέγομεν ότι είναι η ενάρετος ευτυχία.

Διατί δε δεν σε πολεμώ αμέσως, θα σοι το είπω. Ημείς ούτε πόλεις έχομεν ούτε γαίας καλλιεργημένας ώστε φοβηθέντες μήπως τας κυριεύσης ή τας διαρπάσης να σπεύσωμεν να σε πολεμήσωμεν. Εάν εν τούτοις θέλης αφεύκτως πόλεμον, έχομεν τους τάφους των πατέρων μας· υπάγετε, εύρετε αυτούς, δοκιμάσατε να τους πειράξετε, και τότε θα ιδήτε εάν θα πολεμήσωμεν διά τους τάφους τούτους ή εάν δεν θα πολεμήσωμεν.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν