United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άμα τον έβλεπεν ο Μανώλης, έφευγεν ως αγρίμι και εκραύγαζε κλαίων: — Δε θέλω γράμματα! Δε θέλω! Εφοβέριζε δε ότι, αν ο πατέρας του επέμενε, θα έπεφτε να σκοτωθή εις την παρακειμένην χαράδραν. Και είχε τόσην ειλικρίνειαν εις την φωνήν και τόσην αποφασιστικότητα εις το βλέμμα, ώστε ο Σαϊτονικολής εφοβήθη ότι, αν επεχείρει να μεταχειρισθή βίαν, θα εξετέλει την απειλήν του.

Και ο δημόσιος κήρυξ διαταχθείς από τον έπαρχον, ένα δίπηχυν φουστανελοφόρον, εκραύγαζε κτυπών επί της τραπέζης το σφυρίον του. — 32 χιλιάδες μία! 32 χιλιάδες δύο! τριάντα δύο χιλιάδες ο φόρος του ελαίου! Και μετ' ολίγον προσέθετε: — Έχει άλλος; Θα πάρη τέλος.

Ημέραν τινά, ενώ η παράφορος γυνή μανιωδώς εκραύγαζε και βροντοφώνως εξύβριζε τον αγαθόν σύζυγόν της, αυτός ατάραχος εξήρχετο της οικίας. Η Ξανθίππη τότε, λαβούσα αγγείον πλήρες, εκένωσεν αυτό επί της κεφαλής του συζύγου της. Αλλ' ο Σωκράτης, αντί ν' αγανακτήση, γελών είπε « μετά τας βροντάς επέρχεται βροχή, » διδάσκων ούτω την υπομονήν, την πραότητα, την αμνησικακίαν.

Άπειρος κενοδοξία εικονίζετο επί του προσώπου του μετά κοπώσεως και ανίας. Το όλον του προσώπου του ήτο φρικώδες και βάναυσον. Ο όχλος εκραύγαζε: Χαίρε, θεσπέσιε! χαίρε, νικηφόρε! χαίρε, ασύγκριτε! υιέ του Απόλλωνος! Άπολλον, χαίρε! Εκείνος εμειδία.

Με την χιονιά, με την τρικυμία με τους ύμνους των αρμένων μας, με της θάλασσας τα λιβάνια, με της λαμπάδαις του μαΐστρου, που φέγγουν ψηλά, από τα ουράνια, και φωτίζουν σε μια στιγμή όλην την πλάσιν, στεριαίς και πέλαγα. Και αγαλλόμενος όλος, με λάμψιν εις τα μάτια του χαράς, εκραύγαζε, στρίβων τον λευκόν του μύστακα: — Χριστός γεννάται, βρε παιδιά! Συντροφιά με την θάλασσαν!

Τον είχε διατάξει ο αυθέντης του να τον εξυπνά εις το πρώτον λάλημα του πετεινού: — Στον πρώτον ύπνο! Γιαν! κούκου! Εκραύγαζε κ' ασχεδίαζε διά των νευμάτων, έως ου εννοήση ο μογιλάλος. — Κιμίκρ; Ηρώτα ο υπηρέτης, δι' αυτής της μόνης δισυλλάβου λέξεώς του, εκφράζων όλας τας εννοίας και ονομάζων όλα τα αντικείμενα.

Ευσπλαγχνίσθητι, Λυτρωτά! έκραζον. Μερικοί εξωμολογούντο μεγαλοφώνως τας αμαρτίας των. Άλλοι ερρίπτοντο εις τας αγκάλας των οικείων των, όπως αισθανθώσι κατά την τρομεράν στιγμήν καρδίαν φίλων πάλλουσαν πλησίον της ιδικής των. Έπειτα ηκούσθη και πάλιν η φωνή του Κρίσπου, όστις εκραύγαζε: — Παραιτήσατε τα εγκόσμια αγαθά, διότι η γη θα εκλίπη υπό τους πόδας σας!

Κατεδίωκε με τα σκώμματά του προ πάντων εκείνους οίτινες εφιλοσόφουν προς επίδειξιν και όχι χάριν της αληθείας• ιδών δε ένα Κυνικόν, όστις εφόρει φιλοσοφικόν τρίβωνα και είχε πήραν, αλλ' αντί βακτηρίας εκράτει γουδοκόπανον και εκραύγαζε λέγων ότι είνε οπαδός του Αντισθένους, του Κράτητος και του Διογένους, Μη ψεύδεσαι, του είπε, διότι είσαι μαθητής του Υπερίδου.