United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ετσι είπε, και της σφούγγιζε το θεϊκό νιχώρα με τα διο χέρια· κι' έγιανε το χέρι, κι' οι βαριοί της πόνοι μαλάκωσαν. Κι' αφτές, η Αθηνά κι' η Ήρα, θωρούσαν, κι' έτσι αγγιχτικά πειράζανε το Δία. Και πρώτη πήρε του Διός ναν του μιλήσει η κόρη 420 «Πατέρα Δία, κάτι τι θα πω, και μη θυμώσεις.

Τότε ίσα τρέχει η Αθηνά στο βασιλιά Διομήδη, και τόνε βρίσκει την πληγή, που του Παντάρου τ' όπλο τούχε ανοιγμένα, στ' αμαξού το πλάι ναν τη δροσίζει· 795 τι κάτου απ' το πλατύ λουρί της κουφωτής ασπίδας τη σάρκα ο ίδρος τούτσουζεεκεί τόνε πονούσε, κι' είταν το χέρι του βαρύκι' απάνου σηκωμένο κρατούσε τ' ασπιδόλουρο και σφούγγιζε το αίμας.

Εκεί απάνω απάγγειλε και δυο τρία ρητά. — Στου Δημήτρη, στου Δημήτρη να πρωτοπάς, γέροντα, είταν τα πρώτα λόγια που μπόρεσε και ξεστόμισε ο Μιχάλης ύστερ' από τόση αμιλησιά. — Στου Δημήτρη. — Και σφούγγιζε τα βρεμένα του μάτια. Ξεκίνησαν αμέσως κ' οι τρεις τους. Τα δυο ταξαδέρφια κατά τα λιόδεντρα, ο Πάτερ Χαράλαμπος προς του Δημήτρη το σπίτι.

Κ' εκεί που υποσχότανε η κόρη, σφούγγιζε με το μανικοπουκάμισο τα δάκρυά της και κύτταζε τον άντρα της ποθητά κ' έβλεπε το μονοπάτι που ξετυλιγόταν μακρυά, μέσα στου δάσου τα χλωροκύματα. Και βλέποντας έσερνε ανάλαφρα τα χέρια της απ' τις σφιχτοκλεισμένες παλάμες της γριάς και τίναζε το κορμί, σα να τη στένευαν τα ρούχα της.