United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εκτός της διακρίσεως του ιματισμού, υπήρχε και άλλη διαφορά μεταξύ Χριστιανών και Τούρκων, βαθυτέρα αύτη, συνισταμένη εις το ήθος, το οποίον έδιδεν εις τους Τούρκους το συναίσθημα ότι ήσαν οι κύριοι, όχι μεν απόλυτοι και αχαλίνωτοι, όπως προ του 21, αλλά πάντοτε διατηρούντες την υπεροχήν ην έδιδεν εις αυτούς η εξουσία και την υπερηφάνειαν ην είχον εκ παραδόσεως.

Το λυπηρόν θέαμα της τελευταίας σκηνής, ης παρέστην μάρτυς, η συνείδησις ότι υπήρξα και εγώ εν μέρει αφορμή δακρύων και δυστυχίας εργάτις, και υπέρ πάντα ίσως το προσβάλλον την φιλοτιμίαν μου συναίσθημα της φοβεράς μου υποτιμήσεως, ταύτα πάντα συνεκίνησαν την καρδίαν μου και εζάλισαν την κεφαλήν μου, ώστε δις ίσως και τρις εντός της ημέρας μετήλλαξα κύριον χωρίς να το εννοήσω.

Έπειτα ένα βράδυ είχε δοκιμάσει, όταν ήταν γριά πλέον, το ίδιο συναίσθημα χαράς και τρόμου ταυτόχρονα, όπως την πρώτη φορά. Φάνηκε μπροστά της ένας νεαρός κύριος, ίδιος ο Βαρόνος. Ήταν ο Τζατσίντο. Και κάθε φορά που τον έβλεπε, ξαναγεννιόταν μέσα της εκείνη η αίσθηση σκοτοδίνης, η θολή ανάμνηση μιας προηγούμενης ζωής, αρχαίας και υπόγειας όπως εκείνη των Βαρόνων στο Κάστρο. Να τος που έρχεται.

Και απλή περιέργεια αν ήτο το συναίσθημά της, έπρεπε να μεταβή πλέον η Θωμαή εις Αθήνας. Να βεβαιωθή και να ησυχάση. Να τον συναντήση. Να έλθη εις εξηγήσεις μετ' αυτού και μάθη τι είνε το αίτιον της απομακρύνσεώς του και της σιωπής του. — Η θεια-Αννούσα, έλεγε προς την μητέρα της, το ξεύρω ότι φαντάζεται, σαν γρηά όπου είνε, μα οι άλλοι; αδύνατον να εγελάσθηκαν όλοι.

— Ω, ποτέ! ποτέ! είπεν η Αϊμά μετά φρίκης. Η κατατρύχουσα την νεανίδα ανάμνησις απετέλει δι' αυτήν συναίσθημα όλως αυτόματον και νευρικόν. Ο τρόμος αυτής προήρχετο εκ της σφοδροτάτης και σπαρακτικής εκείνης εντυπώσεως, ήτις εκφράζεται παρ' ημίν διά της φράσεως: &επήρε φρίξι!& Υπό την εντύπωσιν ταύτην, η κόρη ήσπαιρε κατά γράμμα ως ιχθύς.

Ο προς την ζωήν ακράτητος έρως μου ενεφύσησεν εν τη ψυχή περίεργον τούτο συναίσθημα; Το βέβαιον είνε ότι μετά τα θεάματα αυτά έβλεπον τρομακτικά όνειρα τας νύκτας. Φαντασθήτε τώρα την θέσιν μου εν τη τραπεζαρία του κυρ-Στρατή. Ενόμιζα πλέον ότι ήμουν εντός νεκρών κρύπτης, φοβεράς κατακόμβης, και ήρχισα ευθύς να βλέπω περί εμέ οστά και κρανία.

Οι Χριστιανοί δεν ήσαν μεν οι προ του 21 ραγιάδες, είχον όμως ακόμη οπωσδήποτε το συναίσθημα του θέσει υποδεεστέρου, και του συναισθήματος τούτου η αντανάκλασις εφαίνετο εις την φυσιογνωμίαν αυτών όσον και αν ήθελον να την κρύψουν.

Έλεγε ταύτα αυτομάτως χάριν εαυτού και μόνου, ελησμόνει δε την παρουσίαν του Γύφτου, και δεν εθεώρει αυτόν ως ακροατήν. Εν τούτοις ο Γύφτος, αν δεν ηκροάτο λογικώς, ήκουεν όμως φυσικώς τας λέξεις ταύτας, και τω ενεποίησαν ίλιγγον. Υπέκειτο εις το συναίσθημα του ονειρευομένου, όστις βλέπει καθ' ύπνον υπερφυή πράγματα.

Το συναίσθημα ότι εδόθη αυτώ να νοήση και να εκφράση νέαν και ισχυράν αλήθειαν, ομού με το λαμπρόν εγκώμιον και την επαγγελίαν την οποίαν αρτίως είχε λάβη, συνετέλεσαν να φυσιώσωσι την διάνοιάν του και ν' αποπλανήνωσι την καρδίαν του.

Πρώτη φορά στη ζωή της δοκίμαζε ένα παράξενο συναίσθημα: την ανάγκη να κινηθεί, να κάνει κάτι για να βοηθήσει την οικογένεια. «Α!» είπε η ντόνα Έστερ και σηκώθηκε, διπλώνοντας το σάλι επάνω στο στήθος της, «πρέπει να έχουμε υπομονή και φρόνηση. Θα πάω στης Καλίνα και θα την παρακαλέσω να κάνει υπομονή.» «Εσύ, αδελφή μου; Εσύ στο σπίτι της τοκογλύφου; Εσύ, η ντόνα Έστερ Πιντόρ