Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Χτυπάει λοιπόν κάτω ορθοδοξία και συντηρητισμό και σκαρώνει δικό του δόγμα κι αυτός, περίπου όμως σαν ταρειανικό· πως είναι δηλαδή ο Χριστός και θεϊκός κι ανθρώπινος, κ' η Παναγιά μητέρα του ανθρώπινου του Χριστού, μα όχι και του θεϊκού . Μ' άλλους λόγους, άνθρωπος ο Χριστός, με θεία ψυχική δύναμη.

Κουτσαίνοντας κι' εκείνοι οι διο, οι δουλεφτάδες τ' Άρη, πήγαιναν, του Τυδέα ο γιος κι' ο θεϊκός Δυσσέας, έτσι ακουμπώντας σε μακριά κοντάρια, γιατί ακόμα είχαν βαριές λαβωματιές· και παν στην πρώτη αράδα 50 και κάθουνται της συντυχιάς.

Τότες του κάνει ο θεϊκός πολύγνωρος Δυσσέας «Γιε του Τυδιά, ασ' τις παίνιες σου και κατηγόριες τώρα· τι αφτά που λες, τα ξέρουνε εδώ οι Αργίτες όλοι. 250 Μον πάμε! η ώρα πέρασε, η χαραβγή σιμώνει, έγυρε η πούλια, βρίσκεται στο τέλος τώρα η νύχτα

Γιατί ήρθε μια φορά κι' εδώ ο θεϊκός Δυσσέας, 205 σταλμένος με το βασιλιά Μενέλα απ' αφορμή σου. Κι' έγινα εγώ προστάτης τους, τους φίλεψα στο σπίτι, κι' είδα τη γνώμη και των διο και τις βαθιές τους σκέψες. Τότες σαν πήγαν κι' έσμιξαν τη συντυχιά των Τρώων, όρθιοι, τους ώμους πιο αψηλά τους κράταε ο Μενέλας· 210 κάθουνταν, και πιο αρχοντικός φαινότανε ο Δυσσέας.

Μηγάρ πατέρα εγώ 'χω πια ή τη γλυκιά μου μάννα; Τι τον πατέρα ο θεϊκός μού σκότωσε Αχιλέας, κι' έκαψε και των Κιλικών τη μυριοπλούσια χώρα, 415 τη Θήβα την τρανόπορτη· και σφάζοντάς τον όμως δεν τον ξαρμάτωσε, ως αφτού δε βάσταξε η καρδιά του, Μον σαν τον έκαψε μαζί με τα χρυσά άρματά του, τούχτισε μνήμα, και φτελιές του φύτεψαν τριγύρω καλές νεράιδες του βουνού, του Δία θυγατέρες. 420 Κι' εφτά μου αδέρφια π' άφισα στον πατρικό μας πύργο, μες σε μια μέρα κι' οι εφτά κατέβηκαν στον Άδη, τι ενώ βοσκούσαν τ' άσπρα αρνιά και τραχηλάτα βόδια όξω στο λόγγο, του Πηλιά ο γιος τους έσφαξε όλους.

Μα πια το κλάμα ο θεϊκός σα χόρτασε Αχιλέας, 513 τότες σηκωθή οχ το θρονί, και σήκωσε απ' το χέρι 515 το γέρο — τ' άσπρα του μαλλιά πονώντας, τ' άσπρα γένιακαι με φωνή ήμερη του λέει διο φτερωμένα λόγια «Α δόλιε, ναι πολλά η ψυχή σούπιε πικρά φαρμάκια!

Δέφτερος πήρε ο θεϊκός Δυσσέας να σηκώσει, και μια σταλιά τον σάλεψε, μα πού να τον σηκώσει! 730 Μον το δικό του λύγισε το γόνα, κι έτσι πέφτουν χάμου κι' οι διο κοντά κοντά και κουρνιαχτό γιομίζουν.

Είπε ο ισόθεος θνητός, και στ' όμορφο του αμάξι 310 έβαλε μέσα τα σφαχτά, κι' ανέβηκε κι' ατός του, έπειτα πίσω τέντωσε τα γιαλισμένα γκέμια. Σιμά του κι' ο Αντήνορας ανέβηκε στ' αμάξι. Αφτοί έτσι γύριζαν λοιπόν στο κάστρο ξαναπίσω· Κι' ο Έχτορας κι' ο θεϊκός Δυσσέας πρώτα πρώτα μετρούσαν την απόσταση.

Και σαν τον είδε ο θεϊκός τον πόνεσε Αχιλέας, 5 και κράζοντάς τον του λαλεί διο φτερωμένα λόγια. «Τι κλαις σαν κόρη, Πάτροκλε, μικρούλα που της μάννας ζητάει, μαζί της τρέχοντας, στα χέρια ναν την πάρει, και την τραβά ενώ βιάζεται, κι' ως που ναν τη σηκώσει τη βλέπει πάντα ολόδακρη πιασμένη απ' την ποδιά της; 10 Έτσι τα δάκρια, Πάτροκλε, σαν κοπελούδι χύνεις.

Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• 380 «Είσ' ευγενής, Αντίνοε, και όμως ορθά δεν λέγεις. και ποίος ζήτησ' απ' αλλού ποτέ να προσκαλέση ξένον, αν μ' ήναι χρήσιμος εις το κοινό τεχνίτης, άνθρωπος μάντης ή ιατρός, ή ξυλουργός, ή ακόμη ο θεολάλητος αοιδός, 'που τέρπει τραγουδώντας; 385 των θνητών μόνοι αυτοίτης γης τα πέρατα καλούνται• αλλά πτωχόν, βάρος κακό, κανείς δεν θα καλέση. αλλ' ο κακοτροπώτερος συ των μνηστήρων είσαιόλους, αλλ' έξοχαεμέ, τους δούλους του Οδυσσέα. αλλ' αψηφώ σε παντελώς, αρκείεμέ να ζήσουν 390 η Πηνελόπ' η φρόνιμη και ο θεϊκός υιός της».

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν