United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι η μεν ηθική κατάστασις είναι δυνατόν να υπάρχη χωρίς να εκτελή κανέν αγαθόν, λόγου χάριν εις τον κοιμώμενον ή άλλως πως αδρανή, ενώ η ενέργεια δεν είναι δυνατόν να αδρανή. Διότι κατ' ανάγκην θα δράση και θα ευδοκιμήση.

Σ' όλο το διάστημα νόμιζε πως βρισκότανε στο άπειρο, μακριά από τον κόσμο, κι' είχε φθάσει να πιστέψει για μόνο κόσμο, τον κόσμο του καραβιού του. Τα φώτα της πολιτείας όμως τον θαμπώνανε και τον τυφλώνανε τώρα. Ήτανε κει η ζωή, και ξαναγύριζε με δυνατό φτερούγιασμα η ψυχή του στους φωτισμένους δρόμους και στα χαρούμενα κέντρα, που τον γνώριζαν και τάχε γνωρίσει τόσο.,

Εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Ω τρομερή, πόσο σφοδρά με βιάζεις να τον είπω· κ' ιδού τον φανερόνω εγώ, χωρίς το ουδέν να κρύψω, 265 αλλά ποσώς δεν θα χαρής, καθώς κ' εγώ δεν χαίρω· ότ' εις πολλαίς χώραις θνητών παράγγειλε μου εκείνος να πάρω δρόμο, φέρνοντας ίσιο κουπί μαζή μου, όσο να φθάσωτους θνητούς 'που θάλασσα δεν ξεύρουν, και οπού δεν τρώγουν φαγητό με άλατ' αρτυμένο. 270 ούτε τα κοκκινόπλωρα καράβι' αυτοί γνωρίζουν, ούτε τα ίσια κουπιά, 'που 'ναι πτερά των πλοίων, κ' ένα σημάδι φανερό μου είπε, οπού δεν κρύβω·τον δρόμον άμ' απαντηθή μ' εμέν' άλλος οδίτης και ειπή, 'ς τον λαμπρόν ώμον μου πως έχω λιχνιστήρι, 275την γη να στήσω το κουπί, μου είπε, και, αφού κάμω του Ποσειδώνα βασιληά καλόδεκταις θυσίαις, κριάρι, ταύρον σφάζοντας, και χοίρον αναβάτην, να γύρωτην πατρίδα μου και να δώσ' εκατόμβαις των αθανάτων, 'πώχουσι των ουρανών τους θόλους, 280 με την σειρά του καθενός· και θάνατος θα μ' εύρη έξω απ' τα πέλαγα ελαφρός, και θα με σβύση αγάλι μες τα λαμπρά γεράματα· και ωστόσ' ολόγυρά μου θα 'ναι μακάριος ο λαός· τούτ' όλ', είπε, θα γείνουν».

Ο πάγος που είχε πήξει γύρω στην καρδιά μας λυώνει. Ξεσπούμε σ' άγρια δάκρυα αγωνίας και σκύβουμε το μέτωπό μας ίσαμε τη γη, γιατί ξέρομε πως κάναμε αμαρτία. Όταν έχουμε κάνει μετάνοια και αγνισθή και πιη από τη βρύση της Λήθης και λουσθή στην πηγή της Εύνοιας η δέσποινα της ψυχής μας μάς σηκώνει ψηλά στον Ουράνιο Παράδεισο.

Διότι το μίασμα είναι το ίδιον, εάν εν γνώσει συναλλάττεσαι με τον τοιούτον άνθρωπον και δεν τον καταγγέλλης εις την δικαιοσύνην, διά να επιδιώξης την τιμωρίαν του, η οποία μόνη, ω Σώκρατες, ημπορεί να απαλλάξη από τον μολυσμόν και σε και εκείνον . Ιδού πώς είναι η υπόθεσις αυτή, διά να εννοήσης.

Βλέπει τη γρηούλα. — Τι κάνεις, γιαγιά; την αρωτάΞεκουράζομαι κόρη μου, μουρμουρίζ' η γρηά. — Και πού πας; — Στ' αγγονάκια μου, στην άλλη γειτονιά, είδια τον ήλιο, γιορτή, ας πάω, είπα, να τα διώ σήμερα . . . ποιος ξέρει . . . — Έχεις ακόμα δρόμο· πώς θα πας; — Θα πάω, κόρη μου, ο Θεός . . . Κάτι εκρατούσε στην ποδιά της από κάτω η κοπέλλα. — Κάμε μου τη χάρι, γιαγιά, να πάρης αυτά για τ' αγγονάκια σου.

«Αν κι' από πολλά χρόνια είχα μάθει τους σκληρούς θανάτους, πώχουν γείνει στο σπίτι μου, κι' ο Γιατρός-Καιρός έχυσε το σωτήριο βάλσαμό του στες ανοιγμένες πληγές της καρδιάς μου, πάλι δεν μπορούσα να μην αιστανθώ, άλλη μια φορά, όλη τη λύπη ακέρια, για τον παράκαιρο χαμό των πολυαγαπημένων μου. Τα δάκρυα μου πλημμύριζαν, σαν ποτάμια, και πάσκιζαν να με πνίξουν, αλλ' άμα έρριχνα τα μάτια μου στη μάννα μου, που τα γεράματά της, κι' η μητρική της λαχτάρα μου φυσούσαν άγιο σέβας, στη θυγατέρα μου, που η αγάπη της, κι' η δροσερή της νιότη φύτευαν στη ματωμένη μου καρδιά την πλειο γλυκύτερη χαρά και την πλειο μεγαλύτερη ελπίδα, και στην αδερφή μου και στο γαμπρό μου, που η αγάπη τους, και η ειλικρινή τους έγνοια μ' έκαναν να γεμίζω παρηγοριά, σταματούσαν τα δάκρυα μου και σκορπούσε ο πόνος μου, σαν πως σκορπίζονται τα σύννεφα στον ουρανό, όταν φυσάη ο δυνατός βοριάς. Πάντα το Τώρα νικάει το

Γνωρίζουμε μόνο πως πρι να χεροτονηθή Αρχιερέας, είταν παντρεμένος στην Αλεξάντρεια, και πως τονέ βλόγησε ο Θεόφιλος εκείνος της Αλεξάντρειας, που και στου Θεοδοσίου τον καιρό τον ανταμώσαμε και πάλι θα τον μεταειδούμε. Κάμποσον καιρό φαίνεται νάζησε τη νοικοκυρεμένη αυτή ζωή, πότε μελετώντας, και πότε πάλε κυνηγώντας και διασκεδάζοντας.

Ως τόσον εγώ εσπούδαξα με κάθε τρόπον εις το να ευχαριστήσω τον γέροντα, ο οποίος έδειχνε πώς ήτον πολλά ευχαριστημένος από λόγου μου, λέγοντάς μου πολλές φορές· Αμπτούλ, εσύ μου φαίνεσαι πολλά άξιος διά τα όσα έκαμα διά λόγου σου.

Αλλ' ώφειλον να υπομείνωσι μέχρι τέλους, διότι πριν διατρέξωσι τας πόλεις του Ισραήλ ο Υιός του Ανθρώπου έρχεται. Η έλευσις αύτη σημαίνει εδώ την πτώσιν του Ιουδαϊσμού, και την ίδρυσιν πνευματικής βασιλείας του Χριστού επί της γης, την οποίαν τινές των Αποστόλων επέζησαν να ίδωσι. Τελευταίον τους ενουθέτησε και τους ενίσχυσεν, αναμνήσας ό,τι Αυτός υπέφερε και πως επολεμείτο. Ας μη φοβώνται.