Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Άμα έρθη ο καιρός και δυναμώσουμε, εγώ τον γκρεμίζω τον όχτο όπως τον σήκωσα... Δεν κατάλαβες, λέω, μωρ' αδερφέ, του πρόσθεσε μαλακώτερα, πως τα δίκαια είν' ένας λόγος μονάχα!.. Ο Αριστόδημος κατάπιε τη θλίψη του και δεν είπε τίποτα. Ένας λόγος ναι, ένας λόγος· μα κάποτε και σημαντικός!.. . Ο Δημητράκης έπειτ' από τον όχτο έσκαψε πέρα για πέρα την αυλή.

Πόσο ελάθεψεν η φύση Αργοπόδη να σ' αφήση! Τι ανίσως της πατούσαις Σαν τη γλώσσα σου κινούσες, Δε θα ήταν βεβαιό σου, Πεζοδρόμος δεύτερός σου. Α σ έ β ε ι α σ τ ο υ ς Γ ο ν ε ί ς Περίσιο είναι να μου λες Τα ίδια άπειραις βολαίς. Να μου παραπονιέσαι, Και να δικιολογιέσαι, Πώςτου θυμού σου την ορμή, Σου δίνουν πάντοτε αφορμή, Οι άτυχοι γονείς σου, Και πέφτουν στην οργή σου.

Ανοησίες βουνά το ένα απάνω στάλλο σου ανεβάζουν, ώςπου και της Ασίας τα βουνά κουκκί να γίνουν μπροστά σε τέτοιο βουνό, ώςπου από κάτω από το βουνό τους και τη γλώσσα τους να θάψουν και την πατρίδα την ίδιαΔε διαβάζουν! Αφτά στοχάζουμουν, αφτά έλεγα, και μου φαίνουνταν πως έτσι καταλάβαινα περίφημα τόσα και τόσα, που χωρίς τέτοια εξήγηση, αδύνατο να τα καταλάβη κανείς. Δε διαβάζουνε!

Είπαν αφτά κι' ανέβηκαν στο σκαλισμένο αμάξι, κι' απάνου τράβηξαν, φωτιά γιομάτοι, στο Διομήδη· 240 Μον ο καμαρωμένος γιος του Καπανιά τους είδε και του Διομήδη λέει εφτύς δυο φτερωμένα λόγια «Διομήδη, του Τυδέα γιε, μυριάκριβό μου αδρέφι, άντρες διο βλέπω δυνατούς και τρέχουνε αφρισμένοι να σε βαρέσουν· σα βουνό έχουν αντριά κι' οι διο τους. 245 Ο ένας τους, σαΐτεφτής παράξος, καμαρώνει που του Λυκά 'ναι τάχα γιος· κι' ο άλλος, ο Αινείας, παινιέται πως τον έσπειρε ο ξακουστός Αχίσης, κι' έχει και μάνα λέει θεά, τη χρυσωπή Αφροδίτη.

Νέα κι αφοσιωμένη μου είχε ρθει, μα σε όλη την ευτυχία, που έλαμπε γύρω της κ' έκανε αλαφρό το πάτημά της, είτανε μια μελαγχολία, που είτανε τόσο μεγαλήτερη όσο σώπαινε τόσον καιρό. Νόμιζα πως θυμόμουνα τώρα πως από νωρίς ακόμα η ύπαρξή της όλη στεκότανε σ' ένα επίπεδο διαφορετικό από το επίπεδο των άλλων.

Το είπε αυτό όχι νοσηρά όπως πρωτήτερα, όχι με κείνον το σχεδόν εχτρικόν τόνο, που μεταχειριζότανε όταν πίστευε πως εμείς που ζούσαμε την εμποδίζαμε νανήκη σε κείνον που είτανε νεκρός. Το είπε απαλά κ' ήρεμα και σχεδόν ευτυχισμένα, με μιαν έκφραση σα ναποχαιρετούσε κάτι περασμένο, που δε θα ξαναγύριζε ποτέ.

Τούρχεται είδος βύθος, πιώτερο ξύπνος παρά ύπνος, κι αντίς όνειρα, πράματα και σκηνές που ταγνάντεψε ή τάκουσε ή τα υποψιάστηκε μες στο μερόνυχτο. Έβλεπε τον Πανάγο με τη Βασιλική μες στη νυφοκάμαρά της στα βραδινά τα σκοτάδια, κ' η γριά, η ξεμωραμμένη η μάννα της η κερά Μαριώ, να θαρρή πως είνε ο Μιχάλης! Και δος του μια περεχυσιά ψιλό ίδρο!

Πώς δηλαδή εννοούμεν, Ξένε μου, ότι δεν έχει καμμίαν διαφοράν διά τον κλέπτην αν έκλεψε μεγάλο ή μικρό πράγμα και αν έκλεψε από τα ιερά και όσια και όσα άλλα είναι ανόμοια ως προς την κλοπήν, διά τα οποία, ακριβώς διότι είναι ανόμοια, πρέπει ο νομοθέτης να εφαρμόζη όχι ομοίας τιμωρίας;

Οι χωριάτες δεν ξέρουν τι κάνουν στέλνοντας τα παιδιά τους σε ανώτερα σχολεία. «Για να γίνεις άνθρωπος, λεν του παιδιού τους, πρέπει να πας στο Γυμνάσιο να μάθεις γράμματα». Και αφού τελειώσει το Γυμνάσιο, το στέλνουν και στο Πανεπιστήμιο. Φαντάζονται πως αν γίνει γιατρός ή δικηγόρος ο γιός τους, θα τιμηθεί τάχα η οικογένεια.

Τι παράξενες, γεμάτες ελπίδα, ανησυχία, απελπισία, και φόβους είταν οι μέρες που ακολουθήσανε! Ο γιατρός μας είπε πως η αρρώστια θα βαστάξη πολύ, ετοιμαστήκαμε λοιπόν να περιμείνουμε με υπομονή και προσπαθούσαμε να δείξουμε πως είχαμε κι αυτήν την αρετή.

Λέξη Της Ημέρας

ντροπιάζεις

Άλλοι Ψάχνουν