Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Αυτά π' κείνος, και άπτερος 'ς αυτήν ειπώθη ο λόγος· και, αφού την θύραν άνοιξε των υψηλών μεγάρων, κίνησε 'ς τον Τηλέμαχον κατόπι, και 'ς την μέση 400 των σκοτωμένων των νεκρών ηύρε τον Οδυσσέα, κατάμαυρον απ' αίματα και σκόνην, ως λεοντάρι, οπού βαδίζει, ως χόρτασεν απ' αυλισμένον ταύρο· το στήθος όλο και τα δυο σαγόνια στάζουν αίμα, και προχωρεί τρομακτικός 'ς την όψι· τότε ομοίως 405 πατόκορφα κατάμαυρος εφαίνετ' ο Οδυσσέας. και ως είδε η γραία τους νεκρούς και το περίσσιον αίμα, χαράς αρχίν' αλαλαγμό, 'ς το θαύμα οπ' είχ' εμπρός της, αλλ' ευθύς την εκράτησε κ' εμπόδισ' ο Οδυσσέας, και κείνην επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα· 410 «Ω γραία, χαίρου μέσα σου· σιγά, μην αλαλάζης· ασεβής ο καυχώμενος 'ς ανθρώπους σκοτωμένους. μοίρα θεών τους σύντριψε και τ' άνομά τους έργα· ότι κανέναν των θνητών ανθρώπων δεν σεβόνταν, όποιος και αν τους πλησίαζε, μικρός ήταν ή μέγας· 415 και ιδού, κακοθανάτισαν απ' τ' ασεβήματά των. ταις κόραις τώρα του σπιτιού συ θα μου φανερώσης, και αυταίς 'που με καταφρονούν, και όσαις δεν έχουν κρίμα».
Αυτά 'πε κείνος και άπτερος 'ς αυτήν ειπώθη ο λόγος· κ' έκλεισε τα θυρόφυλλα των υψηλών μεγάρων. κ' εξ' ο Φιλοίτιος πήδησεν ήσυχ' από τα δώμα, και της καλόφρακτης αυλής έκλεισ' ευθύς την θύρα. ήταν 'ς την αίθουσα σχοινί βύβλινο από καράβι, 390 το πήρεν, έδεσε μ' αυτό την θύρα κ' επανήλθε, και οπ' ήταν πρώτα εκάθισε, και προς τον Οδυσσέα τους οφθαλμούς προσήλωσε· και αυτός ήδη το τόξο γυρίζ' ολούθ' ολόγυρα, να ιδή μήπως σαράκι, ο κύριος ενώ 'λειπε, το κέρατ' είχε φθείρει· 395 και κάποιος τότε ωμίλησε κυττώντας τον πλησίον· «Του τόξου αυτός θεωρητής κάπως πανούργος είναι· ή τόξ' έχει 'ς το σπίτι του παρόμοια φυλαγμένα ή όμοια θα ποιήση αυτός, τόσο πολύ 'ς τα χέρια το στρέφει ο πολυπλάνητος κακούργος ψωμοζήτης». 400
Κάνε την πεντάλφα, καπετάνιε, και το κρίμα το παίρνω. — Θε μου ήμαρτον· εψιθύρισεν αποφασιστικά εκείνος κάνοντας τον σταυρό του. Και με τον λάζο εχάραξε πεντάλφα επάνω στο κατάρτι κ' εψιθύρισε τρεις φορές το ξόρκι: — Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος· είπε καρφώνοντας το μαχαίρι στη μέση της πεντάλφας με πάθος, σαν να το εκάρφωνε στα σπλάχνα του θεριού.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ Εις τους βαθείς σου στεναγμούς υπάρχει λόγος· το βογγητό σου αυτό να μου εξηγήσης πρέπει· πού είν' ο υιός σου; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ολίγο αφήσετέ μας μόνους. — Αχ! Κύριέ μου, τ' είδ' απόψε! ΒΑΣΙΛΕΑΣ Τι, Γελτρούδη; πώς είν' ο Αμλέτος; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Αχ! τρελλός, καθώς μανίζουν θάλασσα και άνεμος, οπότε αντιπαλαίουν καθένας τους να δείξη την υπεροχήν του.
Δεν είνε άπορον ότι διατάσσει την μαστίγωσίν του· αλλ' η αγενής αυτού καταγωγή δεν είνε ο αληθής τούτου λόγος· υπάρχει άλλο βαθύτερον αίσθημα, μολονότι η υπερηφάνεια του Αντωνίου δεν επιτρέπει αυτώ να το φανερώση ειμή μόνον κατά την στιγμήν της οργής του· υποπτεύει αυτόν ως αντιπρόσωπον του Καίσαρος.
Και όταν επιτυγχάνει εντελώς ο σκοπός της παραστάσεως, όταν το κακούργημα δεν μένει πλέον κρυμμένον εις την μονιά του , αλλά, όπως το είχε καταγγείλη φωνή από τον άλλον κόσμον, τώρα φανερώνεται εις την όψιν του ενόχου και εις τον ακράτητον φόβον οπού τον αναγκάζει να φύγη, ο Αμλέτος δεν σύρει το ξίφος· και αφού κατόπιν του Βασιλέως διασκορπίζονται και φεύγουν οι Αυλικοί, τι λέγει ο Αμλέτος ευρισκόμενος μόνος με τον φίλον του; Περί τιμωρίας αποδεδειγμένου πλέον ενόχου δεν γίνεται λόγος· ο Αμλέτος κατέχεται από άκραν αγαλλίασιν διότι με το μέσον της δραματικής τέχνης κατώρθωσε να σχίση την προσωπίδα του κακούργου, αλλά προ πάντων διότι εδυνήθη να εμβάλη τον τρόμον εις την ψυχήν του.
Παραδίδονται εις παν είδος ηδυπαθείας περί της οποίας ακούουσι να γίνεται λόγος· τοιουτοτρόπως δε έμαθον από τους Έλληνας να συνευρίσκωνται με παιδία· έκαστος αυτών νυμφεύεται πολλάς νομίμους γυναίκας, δύναται δε να έχη πολύ περισσοτέρας παλλακίδας. Μετά την εις τας μάχας ανδρείαν θεωρείται ανδραγαθία να γεννήση τις πολλά τέκνα.
Άμα έρθη ο καιρός και δυναμώσουμε, εγώ τον γκρεμίζω τον όχτο όπως τον σήκωσα... Δεν κατάλαβες, λέω, μωρ' αδερφέ, του πρόσθεσε μαλακώτερα, πως τα δίκαια είν' ένας λόγος μονάχα!.. Ο Αριστόδημος κατάπιε τη θλίψη του και δεν είπε τίποτα. Ένας λόγος ναι, ένας λόγος· μα κάποτε και σημαντικός!.. . Ο Δημητράκης έπειτ' από τον όχτο έσκαψε πέρα για πέρα την αυλή.
Περί μεν της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης και της ανδρείας του θεού έγεινε λόγος· μένει λοιπόν να ομιλήσω περί της σοφίας αυτού, και πρέπει να προσπαθήσω όσον το δυνατόν να μη υστερήσω ως προς τούτο.
Johnson, θα έγραφε ένα έργο που δεν έχει παρόμοιον η ανθρωπότης. Όποιος δεν τον άκουσε δεν ξέρει σε τι ύψος μπορεί να φθάση ο Λόγος· ξεπερνούσε και τους πιο φημισμένους καλλιτέχνες του Λόγου, όσον ο Τισσιανός τις καρβουνογραφίες μικρού παιδιού απάνω στον τοίχο». Τον βρίσκει κανείς κυρίως μέσα στους «Στοχασμούς», τη σειρά αυτή των διαλόγων και δοκιμίων για την Τέχνη και το Ωραίο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν