Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


ΟΡΑΤΙΟΣ Δύο νυκτιαίς, εις την αράδα, τούτ' οι φίλοι, ο Μάρκελλος με τον Βερνάρδον, 'ς την φρουράν τους, 'ς την νεκρήν κ' έρμην ώραν του μεσονυκτίου, απάντησαν το εξής· μορφή 'σάν του πατρός σου, όλη με τ' άρματα πατόκορφα ζωσμένη, φαίνετ' εμπρός τους, και με βάδισμα γενναίο αργά και μεγαλοπρεπώς περνά σιμά τους· και τρεις εβάδισε φοραίς, εις διάστημ' όσο το σκήπτρο 'πού φορούσ', εμπρόςτα τρομασμένα Θαμπά τους μάτια· και απ' του φόβου την ενέργειαν εκείνοι στραγγισμένοι ωσάν πηκτή παγόνουν, στέκουν βουβοί, δεν του ομιλούν.

την άγνοιαν μη μ' αφήσης να πνίγωμαι, αλλ' ειπέ, διατί τ' αγιασμένα κόκκαλά σου, οπού τα 'χαν νεκροσυγυρίση, τα σάβανά των έσπασαν; Διατί το μνήμα, 'πού σ' είδαμε κλεισμένοντην ανάπαυσίν σου, τ' ασάλευτ' άνοιξε σαγόνια του μαρμάρου να σ' απολύση οπίσω; Τι σημαίνει τούτο, ότι συ, λείψανο, πατόκορφα ωπλισμένος, πάλι έρχεσαι να ιδής τα φέγγη της σελήνης, την νύκτα ν' ασχημίζης, ώστ' εμείς, της φύσεως τα εμπαίγματα , τόσο φρικτά να κλονισθούμε με στοχασμούς οπού δεν φθάνει ο νους του ανθρώπου; Ειπέ διατί γίνεται αυτό; Προς τι; Τι πρέπει να πράξωμεν εμείς;

Λες και σαν ορθόκορμη κι αρματωμένη Αθηνά σταθηκε μπροστά στον Πανάγο άμα τον είδε κ' έμπαινε στο χαμώγι, και μετρώντας τον πατόκορφα με τα θεογάλανα εκείνα τα μάτια της, μόνο που δεν τον έτρωγε καθώς του φώναζε η αρχοντικιά, η ασπρόδερμη κ' η φεγγαροπρόσωπη η Μιχάλαινα. — Τι 'ναι μαθές αυτά που αντιλαλήξανε πάλε μέσα στον κόσμο! Δεν είναι καμώματ' αυτά, και να λείψης.

Άνοιξε την πόρτα διάπλατα, χύθηκε μέσα, στα δόντια κρατώντας τις βρισές, μ' εκείνες που θα έλουζε πατόκορφα τον ξένο. Στάθηκε όμως μάρμαρο στη μέση της σάλας. Κανείς δεν ήταν εκεί. Ούτε πίσω από τις κουρτίνες, ούτε πίσω από τις πολυθρόνες, ούτε πίσω από το πιάνο. Και άλλη πόρτα δεν είχε να ειπής άνοιξε κ' έφυγε.

ΤΡΙΝΚ. Από την ώρα που σας άφησα αρτύσθηκα τόσο καλά, που την μύγα δεν την έχω χρεία. ΣΕΒΑΣΤ. Ε, Στέφανε! ΣΤΕΦΑΝ. Α! μη με 'γγίξης· δεν είμαι Στέφανος, μόνο πατόκορφα ένα μούδιασμα. ΠΡΟΣΠ. Ήθελες νάσαι βασιλέας του νησιού, κατέργαρε; ΣΤΕΦΑΝ. Θελάμουνα βέβαια ένας πικρός βασιλέας. ΠΡΟΣΠ. Στραβός είναι στα ήθη του καθώς εις τη μορφή του.

Μωρέ και να μη το μυριστής τόσον καιρό πως είν' άπιστη η σκύλα; — Ποιά, βρε χριστιανέ; Η γυναίκα μου; — Αμέ και ποια άλλη, κακόμοιρε, που έπρεπε μα το Θεό, καλογερόπαππας να γίνης μ' αυτά τα μυαλά, κι όχι άντρας, κι άντρας τέτοιας γυναίκας. Έτρεμε πατόκορφα ο Δημήτρης. — Έλα στο νου σου, βρε αδερφούλη μου, τι 'νε που κάθεσαι και μου κραίνεις τώρα; Και με ποιόνα θαπιστήση κι από πού ως πού;

Έτζι είπε· και όλοι εδέχτηκαν του Βασιλιά τη γνώμη· Και από στρατιόταις και άρματα εγιόμοσαν οι δρόμοι. 260 Με γληγοράδα απίστευτη εδώ και εκεί κινιούνται· Αρματωσιαίς πολεμικαίς πατόκορφα στολνιούνται. Και πρώτα στα ποδάρια τους φοράν 'πιτηδεμένα Στενά προπόδια από κουκκιά, με τέχνη δουλεμένα Που μ' επιδέξια μαστοριά ευτύς τα ροκανίζουν, 265 Το φλούδι αφίνουν μοναχό, και τη θροφή αφανίζουν.

ΦΑΣΟΥΛΗΣ Εγώ, μωρέ, σιχαίνομαι περί ζωής ν' ακούσω κι' όλους τους ζώντας προσπαθώ πατόκορφα να λούσω.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν