United States or Cocos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Υπό το σημείον τούτο υπήρχεν ελληνική τις επιγραφή λέγουσα: «Ίδε, έφθασε, ταλαίπωρε ψυχή, ο απόστολος ο ερχόμενος οπίσω μας. Τι καθήμεθα; Αποδημία εστίν αιώνιος, μη έχουσα πάλιν επάνοδον». Την επιγραφήν ταύτην εχάραξε πιθανώς αυτός ο πάλαι ποτέ ζήσας αναχωρητής, όστις δεν εφαντάσθη, φαίνεται, ότι έμελλε να βρυκολακιάση και να επανέρχηται ενταύθα και μετά την αιώνιον αποδημίαν.

Εν τούτοις αυτό δεν είνε το όνομά σου, παρετήρησεν ο Θεόδωρος. — Αυτό το όνομα αρκεί εις εμέ, είπεν ο ξένος. — Αλλά θα αρκέση τάχα εις τον κύριόν μου; — Δοκίμασε, είπεν ο ξένος. — Δεν ειμπορώ, χωρίς να μοι είπης το όνομά σου. Ο ξένος εξέβαλε τότε εκ του κόλπου του χαρτοφυλάκιόν τι, και εχάραξε μίαν μόνην λέξιν επί τεμαχίου χάρτου.

Ο Βινίκιος εσιώπησε και απεκαλύφθη, διότι του εφαίνετο ότι ο μικρός πίλος, τον οποίον έφερεν επί της κεφαλής, τον επίεζεν ως να ήτο εκ μολύβδου. Αλλ' ο εκατόνταρχος τον επλησίασε και του είπε χαμηλοφώνως: — Μη φοβήσαι, άρχον. Οι δεσμοφύλακες και ο Ούρσος είνε πλησίον της. Τούτο λέγων έκυψε και με το μακρόν γαλατικόν ξίφος του εχάραξε ταχέως επί πέτρας το σχήμα ιχθύος.

Με τη δύναμι του Βουγιβού και του Νουαρού, ανακαλύπτει όλα τα κρυφά πράγματα. Αν θέλη θα μας πη της πανουργίες της Ιζόλδης της Ξανθής». Από μίσος της ωμορφιάς και της αντρείας, ο μικρόσωμος μοχθηρός άνθρωπος, εχάραξε τα σημεία της μαγείας, έρριξε όλα τα μάγια του, εκύτταξε την τροχιά του Ωρίωνος και του Αυγερινού και είπε: — Χαρήτε, ωραίοι άρχοντες. Αυτή τη νύχτα θα μπορέσετε να τους πιάσετε.

Μετά μίαν στιγμήν ο Πέτρος εξήλθεν από την σκιάν μιας καμπής της οδού, επλησίασεν, έσβυσε με την κιμωλίαν το μαύρο σημάδι από την θύραν του Νικολάκη του Κουνιέλη, εχάραξε μαύρον εις την αυλόπορταν του Γιάννη του Τζαφέρη κ' έφυγεν.

Είναι εύρημα δι' εμέ ο Βινίκιος, είναι άνθρωπος τον οποίον ζητούσα από πολλού, εκμεταλλεύσιμος όσον παίρνει. . . . Α! Εχάραξε, λέγει, επί της άμμου ένα ιχθύν; Τι να σημαίνη άρα γε αυτό; Θα το μάθω!

Κάνε την πεντάλφα, καπετάνιε, και το κρίμα το παίρνω. — Θε μου ήμαρτον· εψιθύρισεν αποφασιστικά εκείνος κάνοντας τον σταυρό του. Και με τον λάζο εχάραξε πεντάλφα επάνω στο κατάρτι κ' εψιθύρισε τρεις φορές το ξόρκι: — Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος· είπε καρφώνοντας το μαχαίρι στη μέση της πεντάλφας με πάθος, σαν να το εκάρφωνε στα σπλάχνα του θεριού.

Διά να εντυπώση δε πλέον ανεξαλλείπτως εις το πνεύμα των τα περί αγρυπνίας μαθήματα, διηγήθη αυτοίς τας ωραίας παραβολάς των 10 Παρθένων και των Ταλάντων και εχάραξε δι' αυτούς εικόνα της μεγάλης εκείνης ημέρας της κρίσεως καθ' ην ο Βασιλεύς θ’ αποχωρήση απ' αλλήλων όλα τα έθνη· καθώς αποχωρίζει ο ποιμήν τα πρόβατα από των ερηφίων· την ημέραν εκείνην όσοι έδειξαν την ελαχίστην αγαθότητα προς τον ελάχιστον των αδελφών του τούτων, θαναλογισθώσι ότι έπραξαν τούτο προς Αυτόν.