Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Ένα αγόρι βόσκοντας εκεί σιμά βόιδια, όμορφο κι αυτό και τραγουδιστής σαν την κόρη, παραβγαίνοντας στο τραγούδι έδειξε φωνή, πιο δυνατή σαν άντρας που ήταν και γλυκιά σαν κορίτσι. Κι αφού ξελόγιασε από τα βόιδια της οχτώ τα καλλίτερα, τάσυρε στο δικό του κοπάδι.

Στο μεταξύ ο ντον Πρέντου συνόδευε τον Έφις που ανηφόριζε ψηλά στο σοκάκι που το είχαν πλύνει οι τελευταίες βροχές. Το χορτάρι φύτρωνε κατά μήκος των τοίχων των έρημων σπιτιών. Μια γλυκιά, βαθιά σιωπή τύλιγε τα πάντα τριγύρω.

Μα τότες ο αστραπεφτής της είπε γιος του Κρόνου «Ήρα, για κει είναι κι' έπειτα καιρός να μου μισέψεις, Μον έλα εμείς τον έρωτα μια στάλα να χαρούμε, τι ως τώρα πόθος γυναικός ή και θεάς ποτές μου 315 στα στήθια δε μου χύθηκε, δε μ' άγγιξε τα σπλάχνα, όσο σε θέλω και γλυκιά τώρα με φλέγει αγάπη328

Και πιο γλυκιά άξαφνα ολωνών τους ήρθε τότε η μάχη παρά να παν στην ποθητή πατρίδα με τα πλοία. Κι' ο γιος τ' Ατριά σηκώθηκε και πρόσταξε στα όπλα 15 τους άντρες, κι' έβαλε κι' αφτός το θαμπωτή χαλκό του. Έβαλε πρώτα τα γερά τουσλούκια στα καλάμια, πανώρια, πούταν μ' αργυρά θηλύκια αρμοδεμένα.

Είπε, και χάμου το ραβδί αγριόθυμος τινάζει 245 με χρυσοκάρφια κεντητό, κι' έπειτα πάει καθίζει. Κι' εκείθε ο άλλος φρένιαζε. Τότες πετιέται ολόρθος ο χρυσολάλος Νέστορας με τη γλυκιά τη γλώσσα, που κι' από μέλι τούχυνε φωνή πιο ζαχαρένια. Είχε ιδομένες διο γενιές ως τότες να περάσουν 250 στην Πύλο, που γεννήθηκαν πριν στα δικά του χρόνια και μεγαλώσαν, κι' όριζε τότες γενιά των τρίτων.

Παρόμοια κι η γλυκιά, η μαλακή κι ήμερη εκείνη προφορά τους, όντας μιλούν κι όντας τραγουδάνε. Ξεχωρίζουν όμως κ' η μία από την άλλη κατά την ωμορφιά και τα σημάδια του κορμιού των.

Η μάνα μου που στα ριζά βασίλεβε της Πλάκος, 425 αφτήνε εδώ την έφερε με τ' άλλο βιος αντάμα, μα τη λεφτέρωσε έπειτα για ξαγορά μεγάλη, κι' η Άρτεμη τη θέρισε στον πατρικό της πύργο. Έχτορα, τώρα εσύ γονιός κι' εσύ γλυκιά μου μάννα, εσύ είσαι εμένα κι' αδερφός και τρυφερό μου τέρι, 430 Μον πια λυπήσου με, κι' αφτού στο κάστρο μείνε απάνου, μήπως με ρήξεις σε χηριά και το παιδί σ' αρφάνια.

Βλέπεις πως ύστερ' απ' αυτή τη δουλιά μήτ' εκείνες πια τους αποφεύγουν, μήτ' εκείνοι κουράζονται κυνηγώντάς τες, παρά από δω και πέρα, σαν να δοκιμάζουνε την ίδια γλύκα, βόσκουνε μαζί; Πολύ γλυκιά, καθώς φαίνεται, είναι η δουλιά και νικάει την πίκρα του έρωτα.

Επειδή, αν κ' ήτανε γιδάρης, τώρα θαρρούσε και τη θάλασσα πιο γλυκιά από τη γις, γιατί τον εβοηθούσε να παντρευτή τη Χλόη.

Εκεί όλο μ' έβιαζε συχνά πόθος βαθύς να σύρω, και κόρη αφού στεφανωθώ, νυφούλα ταιριασμένη, μ' αφτή το βιος να χαίρουμαι που σώριασε ο Πηλέας. 400 Τι δε μ' αξίζουν την ψυχή εμένα μήτε κι' όσους πλούσια χώρα θησαβρούς λεν είχε του Πριάμου πριν έρθουν τ' Άργους τα παιδιά, στα χρόνια της ειρήνης, μήτε όσα στη βραχότοπη Πυθό λεν μέσα κλείνει τ' Απόλλου του προφυλαχτή το μαρμαροκατώφλι. 405 Γιατί τ' αρπάς τα πρόβατα και τραχηλάτα βόδια, τριπόδια ακάπνιστα αποχτάς και ξανθοκέφαλα άτια, μα αθρώπου πίσω την ψυχή μήτε αρπαγή τη φέρνει μήτε και χρήμα, αν μια φορά διαβεί τον δοντοφράχτη· Τι η μάννα μου η λεφκόποδη θεά μού λέει, η Θέτη, 410 πως τύχες διο λογιών με παν στο τέλος του θανάτου· ανίσως μένω γύρω εδώ και πολεμάω το κάστρο, πάει δε θα δω πια γυρισμό, μα αιώνια θάχω δόξα· μα αν ξαναπάω στο σπίτι μου, στη λατρεφτή πατρίδα, μούναι χαμένη η δόξα μου, μα μακρινή η ζωή μου. 415 Μάλιστα συβουλέβω εγώ και τους λοιπούς σας, πρύμη 417 να βάλτε για τον τόπο σας, τι πια άκρη δε θα βρείτε της Τριάς· γιατί μ' απόφαση το χέρι του από πάνου της έβαλε του Κρόνου ο γιος, και θάρρεψε ο λαός της. 420 Μον σύρτε οι διο σας τ' όχι μου στους αρχηγούς να πείτε, Δυσσέα κι' Αία, τι είναι αφτό των προεστών το χρέος, ξανά για να συλλογιστούν, κι' άλλη να βρούνε τέχνη που ναν τους σώσει οχ του φιδιού το στόμα τα καράβια και το στρατό, τι τώρα αφτή δε γίνεται, ας το ξέρουν. 425 Μα ο Φοίνικας ας μείνει εδώ να κοιμηθεί μαζί μας, 427 κι' αντάμα πιάνουμε κουπί για τη γλυκιά πατρίδα άβριο... αν το θέλει· στανικά δε θέλω ναν τον πάρω

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν