United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγελούσαν οι λυγερές δυνατά και στο τρεμουλιαστό γέλοιο εμάντευα της καρδιάς τη φωτιά και τη λαχτάρα. Ετραγουδούσαν τα παληκάρια κ' έλεγαν με το τραγούδι και με το παίξιμο των ματιών, τον πόθο και τον καϋμό τους. Κ' εγώ που έβλεπα εκείνο το γοργοπαίξιμο, που άκουα εκείνα τ' ασημένια γέλοια σε κόλαση ήμουν από τη ζήλεια γιατί δεν ημπορούσα να είμαι σ' εκείνη την Παράδεισο!

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ούτε εγώ όμως έως τότε θα παραδοθώ εις σε. ΕΡΜΙΟΝΗ θα βάλω φωτιά και θα σ' αναγκάσω χωρίς να ανησυχήσω προς χάριν σου. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Άναψε λοιπόν την φωτιά• οι θεοί θα τα ιδούν αυτά. ΕΡΜΙΟΝΗ Και εις το σώμα σου θα προξενήσω τους πόνους που φέρνουν τα τρομερά τραύματα. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Σφάξε με, χύσε το αίμα μου εις τον βωμόν της θεάς. Εκείνη θα σε τιμωρήση.

Και ως είπε αυτά, κατέβαινε κ' εδίσταζ' αν μακρόθεν 85 τον άνδρα της τον ποθητόν θα εξέταζ' ή σιμά του θα 'μενε και την κεφαλή, τα χέρια, θα του εφίλει. εισήλθε και, αφού πέρασε το πέτρινο κατώφλι, σιμάτον τοίχον κάθισεν αντίκρυ του Οδυσσέα προς την φωτιά^ και αυτός σιμάτον στύλον καθισμένος 90 χάμ' έβλεπε και ανέμενε πότε θα του ομιλήση, εμπρός της ως τον έβλεπεν, η ασύγκριτη συμβία. κείνη πολληώρα σώπαινε και ο νους της απορούσε· και πότε κατά πρόσωπον τον βλέπαν οι οφθαλμοί της, και πότε δεν τον γνώριζετα ράκη οπού φορούσε. 95 πικρά τότε ο Τηλέμαχος ωνείδισέ την κ' είπε· «Μητέρα, γυνή μ' άσπλαχνη ψυχή, κακομητέρα! ξένη από τον πατέρα μου πώς μένεις, πώς σιμά του δεν κάθεσαι, να του ομιλής και να τον εξετάζης; ποι' άλλη γυνή θα 'μενε με τόσην απονία 100 ανάμερ' απ' τον άνδρα της, 'που, αφού πολλά' χει πάθει, τον χρόνον θα 'φθανε εικοστόντην γην την πατρική του; αλλ' έχεις στερεώτερην του λίθου εσύ καρδίαν».

Το ίδιο απ' τα καλόθρονα κι' οι Δαναοί καράβια 419 στέλνουν να φέρουν τους νεκρούς, κι' άλλους να παν για ξύλα. 420 Και τους νεκρούς σαν έφεραν, τους πήραν κι' έναν ένα 430 τους σώρεβαν πας στη φωτιά με πληγωμένα σπλάχνα· κι' αφού τους έκαψαν, γυρνούν στ' ανάφρυδα καράβια.

Η υπηρέτρα με τη Μαριάνθη βγήκαν από το δωμάτιο με τες γίδες και με τα κατσίκια, κι' η γριά σηκώθηκε, πήγε στο ντουλάπι, πήρε το μισοκάρικο το παγούρι, που είταν γεμάτο ρακί, και τώδωκε στον παπά, κατέβασε και το κανίστρι με τα καφοκούτια από τ' αράφι κι' όσο να φκιάση τον καφέ για τον παπά, με το ζεστό το νερό, που είταν παραστιάς έτοιμο στο χαλκούτσι, γύρισαν από τη δουλειά η Μαριάνθη με την υπηρέτρα και κάθησαν κι' αυτές γύρα στη φωτιά.

Η καλή μας τύχη πούχε καν κοντοπούρναρα ξηρά το χάνι μέσα. Τους βάλαμε φωτιά και κάμαμε μια τζόρα για να στεγνώσουμε. Απόξω, ανασταλάζοντας ο ουρανός, σουρούπωσε. Άστοχα από τη σκοτεινάδα της μπόρας βρεθήκαμε 'ςτον ίσκιο της νύχτας που πρόβαινε αγαλιγάλι. Τον ήλιο δεν τον ξανάειδαμε ως την αυγή.

Μα καλαφάτηδες με το ίδιο τόνομα ήτανε κι' άλλοι. Για να τον βρης έπρεπε να γυρέψης τον Γιάννη τον Μακαρίτη. Να πούμε την αλήθεια, δεν τούμοιαζε καθόλου για μακαρίτης. Ολοστρόγγυλος, καλοθρεμμένος, ροδοκόκκινος, με κάτι μάτια γεμάτα φωτιά και πονηρία ήτανε ζωντανός απ' τους πιο ζωντανούς.

Μα δε λυπάσαι, παιδί μου, τη μάνα και την αδερφή σου, δε λυπάσαι τη νιότη σου; Δε συλλογάσαι πως κατασταίνεσαι ένας απού τσ' ωμορφότερους νιους; και με τα γράμματα που μαθαίνεις και την κατάσταση πούχομε θάσαι παντού παρακαλετός να πάρης την καλλίτερη κοπελιά. Σανημένει μια ζωή ευτυχισμένη και συ θες να πέσης στη φωτιά να καής.

Γιατί; ρώτησε το Βαγγελιό, για να πω κείνο παποσιώπησα. Συνάμα έσκυψε λίγο και με κύταζε κατάματα με τα μεγάλα της μάτια πούλαμπαν από πυρετό. Της είπα. — Γιατί σαγαπώ κύστερα είντα θα γενώ; — Αγάπη μου! Μέσυρε στην ποδιά της, με κάθησε στα γόνατά της, σαν όταν ήμουν μικρό παιδί, και με καταφίλησε. Κιόπως αντίκρυζα το πρόσωπό της, έβλεπα ναντιφέγγη στα μάγουλά της η φωτιά που την έκαιε.

Ξέρεις τι τρέχει; λέγει έτερος. Ο Μπάρμπα-Σταύρος θα είνε τώρατη φωτιά του καιτην Κρατήρα του, και εμείς ψάχνουμε του κάκου. Δεν βλέπετε; Νά, άλλο σημάδι δεν υπάρχει. Θα γύρισε πίσω. Παιδί ήτανε να χαθή; — Μα σου λέγει, έπεσε. Προσθέτει έτερος. — Ε, καλά· πού έπεσε; Αίφνης εκεί οπού εξήταζε τα πέριξ ο Κομποδήμος, κράζει: — Σωπάτε! σωπάτε!