Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


— Ο μεν Πρωταγόρας λοιπόν, αφ' ου με ήκουσε να λέγω αυτά, είπεν· Πρωταγόρας Όπως θέλεις, Σωκράτη. — Ο δε Πρόδικος και ο Ιππίας και οι άλλοι πολύ με παρεκίνουν να είπω εγώ. Εγώ δε είπον ως εξής· Σωκράτης Την γνώμην μου τουλάχιστον διά το τραγούδι αυτό θα προσπαθήσω να σας την εκθέσω.

Και στενάξας εκ βάθους καρδίας όπως διώξη την μελαγχολίαν του ήρχισε να τραγουδή με γλυκείαν και ήρεμον φωνήν, παθητικό τραγούδι. Ο Μάιος κατά συμπάθειαν τον συνώδευε και οι λοιποί μήνες παρασυρθέντες ετραγουδούσαν και αυτοί και το σπήλαιον διά μιας επληρώθη θορύβου και φωνών, ως χωρικόν καπηλείον κατά τας εορτάς. — Μωρέ κρασί! εφώναξεν ο Φλεβάρης αίφνης.

Κ' επεκαλείτο εις βοήθειαν την μητέρα της, ήτις συνεπλήρου το τραγούδι ως εξής : σ' βασιληά τα χέρια . . . βασιληάς με τ' μάννα τ' κ' εγώ φλάω τα χηνάρια. Και η Λενιώ πριν τους μάθη αυτή εφιλοτιμείτο να διδάξη εις τον Μανώλην τους στίχους, όστις τραυλίζων επανελάμβανε: Σληά μ' εξεπλάνεσε σ' βασιληά τα χίδια. Αίφνης ηκούσθη κρότος.

Ακούς, είπεν ο Μανώλης, πως το λέει και το τραγούδι; ... Έλα, γιατί μα το Θεό . .. δεν κατέω κ' εγώ είντα μπορώ να κάμω. — Δεν έρχομαι, Μανώλη, μόνο φύγε, να μην έρθη ο Στρατής γή να μη μάςε 'δη κιανείς άλλος ομάδη, είπεν η Πηγή με αγωνίαν. Ο Μανώλης εκοκκίνισεν από πείσμα. — Δε φεύγω αν δε φύγωμε μαζή, μόνο βγάλε το απού το νου σου, είπεν. Ομάδη θα φύγωμε· ακούς το;

Καιτο καλόξυστο σκαμνί κάθισε πάλι εκείνος• καιτο φαγί και εις το πιοτόν άμα η ψυχή του ευφράνθη, 'ς την χοιρομάνδρα εγύρισε και άφησε το παλάτι, όπ' ήσαν σύνδειπνοι πολλοί• κ' ετέρπονταν εκείνοι 605 εις το τραγούδι, 'ς τον χορόν, ότ' είχε η νύκτα φθάσει. Ραψωδία Σ

Διό, ότε μετ ολίγον ανεπτύχθησαν τα γαλιά διά την εξοχήν και ο Στάθης, απησχολημένος εις την καλλιέργειαν της σταφιδαμπέλου του, ανέθεσεν εις αυτήν την φροντίδα των, έγεινεν εκτός εαυτής από χαράν. Και ότε τα ωδήγει εις την βοσκήν, ετόνιζε το τραγούδι των κ' επήδα μεταξύ αυτών, υψηλά τον κάλαμον κρατούσα, εν μέθη και ευτυχία υπερτάτη.

Και γύρνα, την Πεντάμορφη γυναίκα σου να πάρης. Το λέει ο πετροκότσυφας 'ςτό δροσερό τ' αυλάκι, Το λεν 'ςτά πλάια η πέρδικες, 'ςτήν ποταμιά τ' αηδόνια. Το λέν 'ςτ' αμπέλια η λυγεραίς, το λεν με χίλια γέλοια, Το λέει κ' η Γκόλφω η ώμορφη, το λέει με το τραγούδιΑμπέλι μου, πλατύφυλλο και καλοκλαδεμμένο, Δέσε σταφύλια κόκκινα, να μπω να σε τρυγήσω, Να κάμω αθάνατο κρασί, μοσχοβολιά γιομάτο.

Κι' ο ΓέροΠοταμός κυλούσε ταργοκίνητα νερά του, πέρα και πέρα από τις χώρες των ανθρώπων, με μια βασιλική ευτυχία. Κάτω από τα γέρικα κορμιά των δένδρων καινούργια φύτρα εχαιρετούσαν κάθε άνοιξι το μεγάλον ήλιο. Και οι μαννάδες τους έσκυβαν στοργικά και τους εμουρμούριζαν το παλαιό τραγούδι της ευτυχίας.

Έσκαπτον μετά σθένους και προθυμίας· αι αξίναι έλαμπον διά μίαν στιγμήν άνωθεν των κεφαλών και κατέπιπτον αλληλοδιαδόχως επί της γης· τα σκωπτικά λόγια και οι γέλωτες διεσταυρόνοντο μεταξύ των· ήρχισε μετά μικρόν σιγά, σιγά δειλόν, περιπαθές το τραγούδι κ' αίφνης η πατριωτική καρδία Κεφαλλήνος, θλιβομένου διά τα άδικα παθήματα της πατρίδος του από τους Άγγλους, διά τον δουλικόν και προδοτικόν χαρακτήρα τινών πατριωτών, εξερράγη εις θλιβερόν κατ' αυτών παράπονον: — Ανάθεμα σε Παναγή, Ιούδα και προδότη, που πήγες και μας πρόδωκες τον δόλιον Αναγνώστη!. . .

Κένταγε κι’ ωριοκένταγεν η λυγερή Χρυσάιδω, Πανώρια κόρη προεστού, μοναχοθυγατέρα, Οπού δεν είχε ταίρι της σ’ Ανατολή και Δύση Στην ωμορφιά και στην τιμή και στο γλυκό τραγούδι, Κι’ απάνω στα κεντήματα, και στα ξομπλιάσματά της Γλυκό τραγούδιν έδερνε, τραγούδι της αγάπης Με μια φωνή χαρμόσυνη, σαν απ’ αγγέλου στόμα.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν