Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Μα τώρα μ' έπεισε η Λενιό με τα γλυκά της λόγια να βγω στον πόλεμο· θαρρώ καλύτερα κι' ατός μου έτσι να γίνει... σ' ένανε δε μένει πάντα η νίκη. Μον έλα στάσου, τ' άρματα τώρ ως να βάλω· ή σύρε, 340 κ' έρχουμαι εγώ κατόπι σου. Θαρρώ θα σε προφτάσωΕίπε, κι' αφτός απάντηση δε γύρισε να δώκει.

Δε φέβγω εγώ όχι, τ' όπλο σου στη ράχη δε μου μπήγεις, Μον ίσα εδώ θα σου ρηχτώ, και τρύπα μου τα στήθια αν σ' τόταξε ο θεός. Μα δες να μου γλυτώσεις πρώτα 285 απ' το χαλκό μου, που αχ! στο κριάς να σου χωνέψει μέσα! Ας πας εσύ, και τότες πια σου δείχνω εγώ αν νικούνε οι Τρώες μου· τι η πιο βαριά κατάρα εσύ τους είσαι

Γιατί πολλά θα σου ήλεγα, και να σου φανερόσω, Πως γληγορεύω τον καιρό ναρθώ να σ' ανταμόσω, Πως προσπαθώ νυχτοήμερα μ' αγώνα και με κόπο, Του μισεμού μου κι' ερχομού να κάμω κάθε τρόπο, Και με αυτήν την αφορμή περίσια να σου γράψω, Του νου μου τον περιορισμό να χαμοκαταπάψω, Μον όσο κι' αν δυναστευτώ το νου μου αλλού να στείλω, Εκείνος τρέχει κλέφτικα στο μαθημένον φίλο. Αχ!

Κι' ο Έχτορας τον αδερφό σαν είδε που κρατώντας στα χέρια τ' άντερα έγερνε να πέσει, εφτύς σα ζάλη 420 τα μάτια του συγνέφιασε, και πια απ' τη μάχη αλάργα δεν τον βαστάς ν' αργογυρνάει, μον το βαρύ κοντάρι σιώντας στον Αχιλέα ομπρός, χοιμάει θαρρείς σα φλόγα.

Μα θάρρος, έλα πια μην κλαιςτι βγάζεις π' αχ ο θρήνος πίσω δε φέρνειείναι γραφτό να μη στερέβει η πίκρα550 Τότε απαντά ο θεόμορφος γιος του Δαρδάνου κι' είπε «Όχι, αρχηγέ μου, μη μου λες να κάτσω εγώ, όσο ο γιος μου χάμου ρηγμένος κοίτεται. Μον δώσ' μου τον... τα μάτια μου λαχταρούνε να τον δουν. Και πάρεμε χαρά σου555 τα πλούσια δώρα πούφερα.

Μον σύρε εσύ στην εκκλησά της σεβαστής Παρθένας, κι' εγώ τον Πάρη πάω να βρω και ναν τον κράξω, αν θέλει 280 και να μ' ακούσει μια φορά... έτσι π' αφτού ν' ανοίξει η Γης και ναν τον καταπιεί! Γιατί ο μεγάλος Δίας στον κόσμο μάς τον έστειλε για δυστυχιά και πίκρες των Τρώων και του βασιλιά κι' εμάς των αδερφών του.

Έτσι πολλά του φώναζαν του λατρεμένου γιου τους 90 και τόνε ξόρκιζαν κι οι διο με πόνο και λαχτάρα· μα γνώμη αφτός δεν άλλαζε, μον το γοργό Αχιλέα καρτέραε πάντα πούφτανε θεόρατος, σα γίγας. 92 Και την ασπίδα γέρνοντας σε προβγαλμένο πύργο 97 είπε με βογγητά βαθύ μες στην τρανή καρδιά του Ωχού μου! αν σύρω και χωθώ μέσα στο κάστρο τώρα, άτιμος είμαι θα μου πει ο Πολυδάμας πρώτος, 100 πούθελε πίσω το στρατό να φέρω μες στο κάστρο την έρμα εκείνη τη νυχτιά σα βγήκε ο Αχιλέας.

Πρώτος ο Πάρης έρηξε το γλήγορο κοντάρι, και βρήκε την ολόιση ασπίδα του Μενέλα· μά δεν την τρύπησε ο χαλκός, μον στην ασπίδα μέσα στράβωσε η μύτη.

Αφτός λοιπόν του Έχτορα του λέει μπροστά στους Τρώες «Έχτορα, ναι! η ατρόμητη μου λέει καρδιά μου εμένα πέρα να πάω ατά μελανά καράβια και να μάθω. 320 Μον σήκωσε έλα το ραβδί, κι' ορκίσου μου στο Δία πως χαλκοπλούμιστη άμαξα θα μου χαρίσεις κι' άτια, αφτά που παν στον πόλεμο τον ξακουστό Αχιλέα, κι' εγώ άκαρπος κατάσκοπος δε θα φανώ σου ή ψέφτης· γιατί ίσα τόσο ως το στρατό θα σύρω, όσο να φτάσω 325 το πλοίο το βασιλικό, που εκεί οι αρχόντοι τώρα θάχουν βουλή αν θα μείνουνε ή κάλια να μισέψουν

ΑΣΤ. Μουρ' εγώ δε σ' αρωτώ, διαόλλου τζαρλανάτο, Αν επροπάτησες μαζύ και με τον Ταμερλάνο. Πες μου πού εσπουδιάρισες; σε ποια Ακαδημία; Στον Μον Πελέ, στην Μπάδοβα, γη μέσ' τη Βενετία;

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν