Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Ανανεώσαντες αρχαίαν τινά φιλίαν μετά του Άρτα, ο οποίος ήτο άρχων των μερών εκείνων και ο οποίος τους έδωκε τους ακοντιστάς εκείνους, έφθασαν εις το Μεταπόντιον της Ιταλίας.
'ς τον εύμορφον εμπήκαμε λιμένα, 'που από βράχους κλειέται υψηλούς ολόγυρα 'ς το 'να και 'ς τ' άλλο πλάγι, και άκραις ξεβγαίνουν πετακταίς αντίκρ' η μια της άλλης 'ς την θάλασσα, κ' έχει στενό το στόμα του ο λιμένας. 90 εκεί μέσ' όλοι ωδήγησαν τα ισόπλευρα καράβια. και τούτα μέσα εδέθηκαν εις τον βαθύ λιμένα, σύνεγγυς όλα, ότι ποτέ δεν φούσκονε αυτού κύμα ούτε μεγάλο, ούτε μικρό, αλλ' άσπρη έχει γαλήνη• εγώ μόνος εκράτησα έξω το μαύρο πλοίο 95 αυτού 'ς την άκρα, κ' έδεσα 'ς τον βράχο το σχοινί του. και ανέβηκα κ' εστάθηκα εις κορυφήν πετρώδη, και ούτ' έργα εφαίνονταν βωδιών αυτού και ούτ' έργ' ανθρώπων. τον καπνό μόνον βλέπαμε, 'που από την γην επήδα. τότε συντρόφους έστειλα να υπάγουν και να μάθουν 100 ποιοι σιτοφάγοι άνθρωποι 'ς την γην εκείνην ήσαν, δυο διαλεκτούς, και κήρυκα μ' αυτούς έσμιξα τρίτον. τον δρόμον ακολούθησαν εκείνοι, όπου τ' αμάξια τα ξύλ' άπ' τα υψηλά βουνά 'ς την πόλιν καταιβάζαν, και άντεσαν νέαν, πώπαιρνε νερόν εμπρός 'ς την πόλι 105 του Αντιφάτη, βασιληά των Λαιστρυγόνων, κόρη. κατέβ' η νέα 'ς την λαμπρή πηγή, την Αρτακία, ότι απ' εκείνην έφερναν όλοι νερό 'ς την πόλι. την επλησίασαν αυτοί, της μίλησαν, κ' ερώταν ποιος είν' εκείνων βασιληάς, και ποιους εξουσιάζει. 110 και η κόρη ευθύς τους έδειξε το δώμα του πατρός της. εις το παλάτι ως έφθασαν την σύντροφόν του ευρήκαν, 'που ως κορφοβούν' ήτο υψηλή, και τους επήρε φρίκη. έκραξε από την σύνοδον τον άνδρα της εκείνη, τον Αντιφάτην, οπού ευθύς να τους χαλάση εσκέφθη. 115 άρπαξε αμέσως κ' έφαγεν τον έναν των συντρόφων• οι άλλοι δυο πετάχθηκαν και 'ς τα καράβια φθάσαν. και αυτός 'ς την πόλι σήκωσε βοή, και οι Λαιστρυγόνες, ως άκουσαν, οι δυνατοί κείθε κ' εδώθ' ερχόνταν άπειροι, και δεν ώμοιαζαν ανδρών αλλά Γιγάντων. 120 και με πέτραις αβάστακταις των βράχων απ' ταις άκραις κτυπούσαν και άρχισε κακός εις τα καράβια κρότος, οι άνδρες ως φονεύονταν κ' εσπώνταν τα καράβια. και ως ψάρια τους καμάκιζαν και, άθλιο φαγί, τους παίρναν. και αυτούς ενώ ξολόθρευαν εις τον βαθύ λιμένα, 125 απ' το πλευρό μου έσυρα το ακονητό σπαθί μου κ' έκοψα τα πρυμόσχοινα του μαυροπλώρου πλοίου• και τους συντρόφους πρόσταξα να πέσουν 'ς τα κουπία να φύγουμε απ' τον όλεθρο, κ' εκείνοι τρομασμένοι όλοι ενταυτώ με τα κουπιά την θάλασσαν ταράξαν. 130 κ' ευφρόσυνα εις το πέλαγος έφυγε από τους βράχους τους κρεμαστούς το πλοίο μου• τ' άλλ' όλ' αυτού χαθήκαν.
Και κατέβησαν ομού, ψηλαφώντες τους τοίχους εν τω σκότει, πατούντες επ' άκρων των ονύχων, κωφαίνοντες τον κρότον των βημάτων, έρποντες και συνέχοντες την αναπνοήν· κατέβησαν την κλίμακα του υπερώου, έφθασαν εις τον πρώτον διάδρομον, κατήλθον την δευτέραν κλίμακα, έφθασαν εις το μεσαίον πάτωμα, και τέλος ευρέθηκαν εις την αυλήν.
Έφθασαν εις το ερημοκκλήσιον. Επί της κορυφής του υψηλού αυτού λόφου, εν μέσω πυκνής συστάδος αγρίων δρυών, ως φωλίτσα πτηνού, αόρατον, κρυφόν, ελεύκαζε το εκκλησίδιον, ως λευκάζει η πρώτη λάμψις της αυγής εις το βάθος της νυκτός. Χαμηλή, μονόφυλλος θύρα, εφώτιζεν αυτόν.
Αι φοβεραί πειρατικαί επιδρομαί των έφθασαν εις την Ελλάδα από των Ιονίων νήσων και των δυτικών παραλίων της Πελοποννήσου μέχρι των νήσων του Αιγαίου, και πανταχόθεν εκομίζοντο άπειρα λάφυρα εις το ληστρικόν των κράτος. Εις μάτην επεχείρησάν τινες των αυτοκρατόρων να τιμωρήσουν τους Βανδήλους και τον ηγεμόνα των και να καταλύσουν το ληστρικόν εκείνο κράτος.
Με τέτοια υψηλή συζήτηση έφθασαν κοντά στου Εμμαούς και ο ξένος φαινόταν ότι θα συνέχιζε τον δρόμο του, αλλά αυτοί τον πίεσαν να μείνει, και καθώς κάθισαν για να φαν το απλό φαΐ τους και Αυτός ευλόγησε και έκοψε το ψωμί, τα μάτια τους άνοιξαν και παρά την αλλαγμένη μορφή, ανεγνώρισαν ότι αυτός που ήταν μαζί τους ήταν ο Κύριος.
Εις τον διάπλουν και την ναυμαχίαν ταύτην τοιουτοτρόπως γενομένην οι Συρακούσιοι ουδεμίαν ελάττωσιν υποστάντες έφθασαν εις τον εν τη Μεσσήνη λιμένα.
Όταν έφθασαν εις τον πεύκον του Ματαρώνα, ανέτειλε και η σελήνη εκ του βουνού, μεγάλη, στρογγύλη, πανσέληνος, ως πρόσωπον νεράιδας νυκτερινής. Κ' εφωτίσθη μετ' ολίγον πραέως και μελιχρώς η οδός, ο κάμπος του ελαιώνος πέραν, και κάτω εις την άκραν η πολίχνη, λευκή-λευκή, ως σωρός λευκολίθου.
Επέβη λοιπόν εις πλοιάριον κακούργων ανθρώπων, οι οποίοι εννοήσαντες ότι είχε μαζύ του πολύν χρυσόν και άργυρον, όταν έφθασαν εις τα μέσα του Αιγαίου, απεφάσισαν να τον φονεύσουν.
Δηλαδή φρονώ ότι ο Όμηρος παρέστησε καλλίτερον από όλους τους άνδρας οι οποίοι έφθασαν εις την Τροίαν τον Αχιλλέα, σοφώτερον δε τον Νέστορα, και πολυμηχανώτατον τον Οδυσσέα. Σωκράτης. Οϊμέ, Ιππία μου. Άραγε θα μου κάμης μίαν μικράν χάριν να μη με περιγελάς, εάν με δυσκολίαν εννοώ τα λεγόμενά σου και συχνά σε εξαναρωτώ; Σε παρακαλώ λοιπόν, προσπάθησε να μου απαντήσης μειλιχίως και απαθώς. Ιππίας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν