Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Σε κράζει ο Αγαμέμνος, για να κοιτάξεις την πληγή του βασιλιά Μενέλα 205 που κάπιος τον σαΐτεψε, τεχνίτης στο δοξάρι, Τρώας ή σύμμαχος, τιμή για αφτόν, για μας λαχτάραΈτσι είπε, και του τάραξε τα σπλάχνα μες στα στήθια. Κι' αμέσως κίνησαν οι διο να παν μέσα απ' το πλήθος, του μάκρους τον απλόχωρο ακολουθώντας κάμπο.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Δούλος του να ήτον; Συγγενής του μήπως ήτον; ΘΕΡΑΠΩΝ Αλλοίμονον! Θ’ αναγκασθώ να ομολογήσω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Θέλω ν’ ακούσω. Λέγε μου και μην αργοπόρει. ΘΕΡΑΠΩΝ Παιδί του Λαΐου το λέγανε μεσ’ στο παλάτι. Απ’ τη γυναίκα σου μπορείς όλα να μάθης. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αυτή λοιπόν σου το ’δωκε; ΘΕΡΑΠΩΝ Μάλιστα, αφέντη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και για ποιο λόγο; ΘΕΡΑΠΩΝ Για να τ’ αφανίσω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Η ίδια που το γέννησε;

Τι δώρα αν δε μετρούσε ο γιος τώρα τ' Ατριά, αν κατόπι 515 κι' άλλα αν δεν έταζε, άσειστα βαστώντας πάθος πάντα, θάλεγα εγώ πως το θυμό μην παραιτάς, μην τρέχεις ναν τους βοηθήσεις, κι' άφισ' τους μες στα στενά να ρέψουν.

Απάνω στου Υμηττού την ησκιογάλαζη κάππα είχε ρίξει η βραδυνή θλίψη το μενεξεδένιο πέπλο της . . και του καημού τα γιούλια άνθιζαν και σιγοτραγουδούσανε μες την αμιλησιά της κοιμισμένης πέτρας. Μονάχα ο Παρθενών, προβάλλοντας πίσω απ’ το λόφο του Φιλοπάππου, γλυκοπύρωνε με τη θύμηση των φιλιών του ήλιου σαν αποθεωμένος. . . Έκανε ψύχρα τώρα.

» Εκείθε μεςτην Κοσμηρά » Πλάκωσα λυσσασμένος, » Κόκκινο αίμα Τούρκικο » Να πιω και να ρουφήξω. » Τριγύρω τους τ' ασκέρι μου » Άρχισα να ξανοίξω, » Κ' εγώτη μέση χύθηκα, «'Σάν λύκος πεινασμένος.» «Τους έσφαξα.

Οι Αγάδες » Φεύγουνε 'δώ, φεύγουνε 'κεί, » Και δεν γυρίζουν πάλι.» « Μαθαίνω· η Ακρόπολι » Κινδύνευε να πέση »'Σ του Κιουταχή τα χέρια. » Πιάνω 'κεί μετερίζι, » Αλλ' εγώ πέφτω άρρωστος » Ο Πόλεμος αρχίζει. » Και τη σκηνή μου κλείσανε » Οι Τούρκοι μεςτη μέση.» « Και άρρωστος 'πετάχτηκα » Με το σπαθί μου έξω. » Βλέπω τα παλληκάρια μου » Να φεύγουνε.

Όσο που εκουραζόταν από το πολύ το δάρσιμο κ' επαράδινε το σκοινί στους στρατιώτες. Κι αν τύχαινε και κανένας δύστυχος, πνιγμένος μες το περισσό δίκιο του, να βρη μες την απελπισία την τόλμη να πη και κάνα λόγον παραπανιστό, «από το Θεό να τόβρης», «Θεός είνε κι ας σε κρίνη», ξερωγωτί· αφτός λυσσασμένος τόρα πιο πολύ, τον αλάτιζε πρώτα καλά με το σκοινί.

'Σ' τ' άλλο δυο βράχ' υψόνονται• τον ουρανόν εγγίζει ο ένας μ' άκρη σουβλερή, και συννεφιά τον ζώνει μαύρη και μένει ατάραχη, και εις την κορφήν εκείνη, 75 καλόκαιρο ή φθινόπωρο, ποτέ δεν ξαστερόνει. κει δεν θα εμπόρει ν' αναιβή θνητός ή να πατήση ποτέ κανένας, κ' είκοσι χέρια και πόδια αν είχε• ότ' είναι η πέτρα γλυστερή, 'σαν σκαλισμένος λίθος. σκοτεινόν άντρο ανοίγεται του βράχου μες την ζώνη 80 προς δύσιν, εις το έρεβος γυρμέν', όπου το πλοίο και σεις, θαρρώ, θα στρέψετε, λαμπρότατε Οδυσσέα. ουδέ γενναίος τοξευτής θα εμπόρει απ' το καράβι να φθάση με το βέλος του του άντρου βαθυού το στόμα.

Και το στερνό βραβείο ο γιος το πήρε του Νεστόρου, 785 και μες στη μέση του στρατού χαμογελώντας είπε «Πράμα, ορέ αδέρφια, θα σας πω γνωστό σας· πως ακόμα και τώρα τους παλαιϊκούς όλοι οι θεοί τιμούνε.

Δίπλα μας τακρογιάλια, βαθύτερα απάνω τα χωράφια και τα λιοτόπια εκοιμώνταν μαγικά κι ονειρεμένα, χωμένα κι αφτά μες στους βαθιούς τους ίσκιους τους. Εδιαβαίναμε τόρα ανάμεσα τους κάβους του Αγιανιού και στο νησάκι. Ακίνητος εδώ, διάπλατος ποταμός απλωνόταν το στένωμα. Ορθόκορμο από τη μια μεριά το χλοερό νησάκι, έκοβε της ξεπνοϊσμένης νυχτομπασιάς το δροσερό το φύσημα, μες απ τα πέλαγα ταπέραντα.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν