Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Αίφνης ακούει τους κώδωνας του ναού ηχούντας. — Αχ! κι' ακόμα δεν χαζιρεύθηκα! Ανεφώνησε κ' επετάχυνε την αμφίεσίν της. Ο κυρ-Μανωλάκης θαρρείς και ήτο συνδεδεμένος μετά του σχοινίου του κώδωνος. Αφυπνίσθη πάραυτα· και χασμηθείς βροντερώς εκρότησε κατά την συνήθειάν του τας χείρας του: — Ξυπνάνε τα αίματα! έλεγε.

Να που ήρθε και πέρσι και δεν έπαθε τίποτε κανείς. Πέρσι; Θυμούμαι. Φρίκη με πιάνει. Ναι, πέρσι, την άνοιξη, σωστός ένας χρόνος, είταν πάλε αφτός εδώ. Είτανε μουσαφίρης. Στάσου! στάσου! Αχ! τι τρομάρα! Σα να φώναξε η καρδιά μου φοβερά. Λογάριασε, πρόσεχε μην κάμης λάθος. Πέρσι, την ίδια νύχτα, κοιμηθήκαμε δεκατρείς· πέρσι, την ίδια μέρα δεκατρείς καθήσαμε στο τραπέζι.

Αχ ναι· ο υψηλός και λευκοφορεμένος γέρων, ον η Μάρω κατά την τελευταίαν της στιγμήν διέκρινε μακράν εις τον ορίζοντα, ήδη είχε πλησιάσει κ' εσάλευε γαληνιαίως τα χείλη κ' εκίνει τας χείρας άνω των αθώων νεκρών. Κ' έξαφνα είδεν η κακή Κυρά την λευκήν χιόνα να λαμποκοπά και να καταυγάζεται και όλην εκείνην την έρημον να μεταβάλλεται κατ' ολίγον εις απέραντον θάλασσαν φωτός.

« Φθάνωτη βρύσι· η άμοιρη » Δεν πρόφθασατο ένα, «'Σ το ένα δέξιο της πλευρό » Για να κυτάξω, και νεκρό » Τον είδα· Ωιμένα!...» « Ω! 'σάν τρελλή ερρίχτηκα. «'Στά στήθηα του απάνω. » Τα ξεθλυκόνω. Τι να ιδώ; » Αχ!..αίμα αρχίνησα ζεστό » Σ τα χέρια μου να πιάνω.» « Προσπάθησα η δύστυχη, » Πνοή για να του δόσω «'Σ το στόμα του με τα φιλιά, » Δεν 'μπόρεσα ουδέ λαλιά » Για να του ξεστομώσω

Πώς εις την γην οι όρκοι να γυρίσουν, εκτός εάν εξ ουρανών ο ίδιος δεν τους στείλη; Αχ! δος μου μίαν συμβουλήν παρηγορίαν δος μου. Αλλοίμονον! η Μοίρα μου σκληραίς παγίδαις στήνει εις μιαν αδύνατην ψυχήν, ωσάν την ιδικήν μου. Ειπέ· τι έχεις να μου ‘πής; Αχ! παρηγόρησέ με, ειπέ μιαν λέξιν να χαρώ, η μαύρη. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Να τι λέγω.

Και βλέπουσα την ολόχρυσον καδένα του, λάμπουσαν εις το φως του φαναριού, τον ενηγκαλίσθη, ως μήτηρ, τραυλίζουσα, εν συγκινήσει, με δάκρυα: — Καλά λες, γυιε μ'! Καλά λες, γυιε μ'! Ο Λαλεμήτρος με την χρυσή καδένα! Και ολολύζουσα ήδη εθρηνολογούσεν η γραία εκ συγκινήσεως και χαράς: — Αχ! γυιε μ'! Αχ! γυιε μ'!

Αχ! εραστή κακέ! που δίνης τώρα στον άνδρα τον δικό μου ένα παιδί, χάρι που δεν αξίζει, και το φέρνεις στο σπίτι μου• κι ο γυιός μου, πούνε γυιός σου, χωρίς κανείς να ξέρη, εφαγώθη από τα όρνυα μέσ' στα σπάργανά του, που η μάννα του τον τύλιξεν——εγώ! Η Δήλος σε μισεί• μα και της δάφνης οι κλώνοι με το φοίνικα μαζύ το φουντωτό, εκεί που με τον Δία σ' εγέννησε η σεμνή Λητώ!

Σίμωσα το Θεό, και μου χάρισε την αγάπη όλου του κόσμου. Στάλα του δίνω, και με πέλαγο με πλερώνει. Έχε το Θεό στη καρδιά σου, κερά μου, και θα ταξιωθής το φως που γυρεύει η τυρρανισμένη ψυχή σου σε τέτοιο σκοτάδι απέραντο. Δέσπω. Αχ, μου ζητάς αγιωσύνη, κι άλλη δεν ξέρω από της μάννας την αγιωσύνη, μήτε άλλο μαρτύριο, μήτε άλλη αγάπη που τέλος δεν έχει.

Αυτά 'πε, και σηκώθη ορθός, και την πορφυρή χλαίνα και ομού το ξίφος κοφτερόν εγδύθη από τους ώμους. λάκκον πρώτ' έσκαψε μακρύν εις ταις αξίναις όλαις 120 έναν, και αυτού ταις έστησε και αράδιασε με στάφνη, και γύρω θύτησε την γη· και τον θαυμάζαν όλοι την τάξι πώς εγνώριζεν ενώ ποτέ δεν είδε. και ολόρθοςτο κατώφλιο δοκίμαζε το τόξο· τρεις το ελύγισε φοραίς με πόθο να το σύρη, 125 τρεις τον αφήκε η δύναμις, αλλ' όμως να τανύση το νεύρο και το σίδερο να διαπεράση εθάρρει·την τέταρτην, ως το 'συρνε μ' ανδρειά, το 'χε τανύσει, πλην την ορμή του εμπόδισε με νεύματ' ο Οδυσσέας. και πάλιν είπε η σεβαστή του Τηλεμάχου ανδρεία· 130 «Αχ! άνανδρος, αδύναμος, θα μείνω και κατόπι, ή νέος είμ' εγώ πολύ, και ακόμη δεν θαρρεύωτα χέρια μου, ν' αντισταθώάνδρ' αν μ' υβρίση πρώτος. αλλ' όσοι με υπερβαίνετετην δύναμιν, αρχήστε του τόξου εδώ την δοκιμήν, ο αγώνας να τελειώση». 135

Για σένα δεν εγράφτηκε, κυρά, στην αγκαλιά σου να ιδής παιδί, ούτε ποτέ στο στήθος σου να γύρη. ΚΡΕΟΥΣΑ Αχ! θα πεθάνω, αλλοίμονο! Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Κόρη μου! ΚΡΕΟΥΣΑ Φιλενάδες! Τι συφορές που η δύστυχη επήρα στη ζωή μου! Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Παιδί μου, εχαθήκαμε! ΚΡΕΟΥΣΑ Αλλοί! αλλοίμονο μου! Ποιά λύπη τώρα φοβερή τρυπάει τα σωθικά μου! Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Όχι ακόμα στεναγμός, — ΚΡΕΟΥΣΑ Μα η συφορά έχει φθάση.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν