Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Τότες τ' απάντησε ο γοργός γιος του Πηλιά και τούπε «Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, πρωτάρχοντα Αγαμέμνο, αφτά κατόπι μάλιστα σωστό ναν τα φροντίστε, 200 σα γίνει τέλος σκόλασμα της μάχης κι' όταν μέσα εδώ στα στήθια τα δασά δε βράζει τόσο πάθος. Μα τώρα εκείνοι κοίτουνται σφαγμένοι απ' το κοντάρι του Έχτορα, σαν τούδωκε τη νίκη ο γιος του Κρόνου, κι' εσείς φαγιά μου κραίνετε.
Και η λευκοχέρα Ναυσικά απάντησέ του κ' είπε• «Όχι, αγενής ή ανόητος, ω ξέν', εσύ δεν δείχνεις• την ευτυχία των θνητών μοιράζ' ο Ολύμπιος Δίας, των ευγενών, των αγενών, του καθενός ως θέλει• και σένα τούτα σ' έδωκε και ανάγκη να υπομείνης. 190 αλλ' αφού πάτησες 'ς την γη και χώραν ιδική μας, δεν θα σου λείψη φόρεμα, ούτ' άλλο απ' όσα πρέπει να λάβη, όπου προσέρχεται, πολύθλιβος ικέτης. την πόλι θα σου δείξω εγώ, και τους λαούς θα σ' είπω• την πόλι τούτη και την γην οι Φαίακες κρατούσι, 195 κ' εγώ 'μαι του γενναιόκαρδου η κόρη του Αλκινόου, κ' οι Φαίακες οι δυνατοί 'ς εκείνον κρέμοντ' όλοι».
Απάντησε στο χαιρετισμό με τα μάτια, μαύρα χρυσαφί κι εκείνα κάτω από μακριά ματόκλαδα, αλλά δεν μίλησε και δεν κατέβηκε.
Την τρίτη μέρα, καθώς ο Τριστάνος πήγαινε κατά τη σκηνή τη στημένη στη γέφυρα του καραβιού, τον είδε η Ιζόλδη να πλησιάζη, και ταπεινά του είπε: «Εμπάτε μέσα, κύριε. — Βασίλισσα, απάντησε ο Τριστάνος, γιατί με λέτε κύριο. Δεν είμαι ίσα-ίσα υποτελής και υποταχτικός σας; υποχρεωμένος να σας σέβωμαι, να σας υπηρετώ και να σας αγαπώ σαν βασίλισσα μου και σαν κυρία μου;
Είπε, μα δεν απάντησε ο Έχτορας μια λέξη, Μον πέρασε σαν αστραπή, ζητώντας να χτυπήσει 690 γλήγορα πίσω τους οχτρούς και ναν τους δεκατίσει.
Τότες τ' απάντησε η Λενιό, η λατρεφτή γυναίκα «Σε κλαίει, καλέ μου πεθερέ, σε συμπονά η ψυχή μου . . . Αχ άμποτε έτσι θάνατο κακό να προτιμούσα, τότες που ξέκοψα κι' εδώ μαζί ήρθα με το γιο σου, κι' άφισα σπίτι και δικούς κι' απάρθενή μου κόρη και τόσες μου συντρόφισσες, λαχταριστές νυφούλες! 175 Όμως δε γένηκε ... για αφτό και λιώνω μες στα δάκρια. Όσο για αφτό που με ρωτάς, εγώ να σ' το ξηγήσω.
Ο τρόμος του τέλους τον έπνιγε, φοβόταν μήπως η ψυχή του εγκαταλείψει ξαφνικά το σώμα, όπως είχε κι εκείνος εγκαταλείψει το σπίτι των κυράδων του, και εξορισμένη από τον κόσμο των μακάρων αρχίσει να περιπλανιέται, ανήσυχη και κολασμένη, με τα φαντάσματα της κοιλάδας. Ωστόσο απάντησε όχι, όχι.
'Σ εκείνον ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Εγώ μ' αλήθεια θα σου ειπώ τούτ' όλ' όσ' ερωτάς με· του Αλύβαντ' είμαι κάτοικος, οπ' έχω το παλάτι· του βασιλέ' Αφείδαντα του Πολυπημονίδη 305 υιός είμαι, κ' Επήριτον με λέγουν, αλλ' η μοίρα αθέλητον δω μ' έσπρωξεν από την Σικανία· και το καράβι μ' άφησα μακράν από την πόλι. ο πέμπτος χρόνος έκλεισεν απ' ότ' ο Οδυσσέας πέρασε απ' την πατρίδα μου· καλότυχα του αμοίρου, 310 δεξιά, φανήκαν τα πουλιά, καθώς αναχωρούσε. ώστε και με περίχαρη ψυχή τον προβοδούσα κ' έφευγε κείνος με χαρά' κ' ελπίδ' είχαμε πάλι να σμίξουμε και με λαμπρά να φιλευθούμε δώρα».
Ντροπή η ψυχή σου ας νιώσει μη θες σκυλιά τον Πάτροκλο στο κάστρο να χαρούνε.» 179 Τότε ο γοργός απάντησε γιος του Πηλέα κι' είπε 181 «Καλή Ίριδα, και πιος θεός να μου τα πεις σε στέλνει;» Τότε η γοργόποδη Ίριδα τ' απάντησε και τούπε «Η σεβαστή Ήρα μ' έστειλε, του Δία η συγκοιμήτρα.
Τελικά κάθισε πλάι στην είσοδο για να ράψει σιωπηλή και όταν ήρθε ο ντον Πρέντου μετακίνησε το κάθισμα και παραμέρισε το πανί της για να του ελευθερώσει το πέρασμα, αλλά σήκωσε μόλις το πρόσωπο για να τον κοιτάξει και απάντησε με ένα ελαφρό νεύμα του κεφαλιού στο χαιρετισμό του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν