Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Γιατί να μην βρω καταφύγιο εκεί επάνω μόνος και να τρέφομαι με χόρτα , με κλεμμένο κρέας, ελεύθερος σαν τους ληστές; Αλλά από ένα άνοιγμα της κοιλάδας είδε το Λυτρωτή επάνω στο βράχο με έναν μεγάλο σταυρό που ένωνε το γαλάζιο ουρανό με τη γκρίζα γη και γονάτισε με κατεβασμένο το κεφάλι, όλος ντροπή για τις φαντασιώσεις του. Ο Τζατσίντο ήταν στην Ολιένα.
Τα κρέατα, αφού τάψησαν και τάβρασαν, τάβαλαν εκεί κοντά στο λιβάδι ανάμεσα σε χόρτα και το τομάρι με τα κέρατά του το κάρφωσαν επάνω στο πεύκο κοντά στο άγαλμα, ποιμενικό τάμα σε ποιμενικό θεό· ξεχωρίσανε γι' αυτόν και τα καλύτερα κρέατα κ' εχύσανε μούστο από μεγαλύτερη κροντήρα· ετραγούδησε η Χλόη κι ο Δάφνης έπαιξε το σουραύλι.
Κι εμείς χορέψαμε όταν είχαμε φτερά στα πόδια. Και τώρα τι κάνετε, κυρά μου;» Η ντόνα Έστερ έκλαιγε από χαρά, αλλά προσποιήθηκε ότι φταρνιζόταν. «Σαν πιπέρι είναι το ταμπάκο σας, παπα-Πασκά!» Ο πιο ευτυχισμένος από όλους ήταν ο Έφις. Ξαπλωμένος πάνω σ’ ένα σωρό χόρτα, μέσα σε ένα από τα άδεια κελιά, του φαινόταν ακόμη πως χόρευε και θαύμαζε τον Τζατσίντο.
Έπεσεν επάνω εις χόρτα και άχυρα, και ο δούπος της πτώσεως της ούτε ηκούσθη. Το χαμηλόν παράθυρον μόλις ανείχε μισήν οργυιάν από του εδάφους. Μόνον είχε ξεχάσει να πάρη μαζί το ραβδί της και το καλάθι της, τα οποία ως τόσον ευρίσκοντο δίπλα της, εις το πάτωμα. Ήτον άξιον απορίας, πώς τόσον είχε σαστίσει.
Και παρακάτω ηύραν άλλα πάλι κιτρινολούλουδα που φέγγανε σαν άστρα μες τα χόρτα. . κι απ' αυτά έκοβαν, έκοβαν και γέμιζαν τις αγκαλιές τους και τάστρα έγερναν απάνω στα στήθη τους για να τα φωτίσουν.
Άρχισε, Δάφνι, να μας 'πής, βουκολικό τραγούδι, άρχισε πρώτος, κ' ύστερα μας τραγουδεί ο Μενάλκας· βάλετε τα μοσχάρια σας κάτ' από τις 'γελάδες, βάλετε και τους ταύρους σας στις άγονες ακόμα. Εκείν' ας βόσκουνε μαζί στα φυλλωμένα χόρτα χωρίς να ξεμακραίνωνται καθόλου απ' το κοπάδι, και συ τραγούδι αρχίνησε βουκολικό τραγούδι κ' έπειτ' αποκρινάμενος τραγούδι ας 'πή ο Μενάλκας.
Το λοιπόν όταν ανέτειλεν ο ήλιος εβγήκα από το κλουβίον μου, όμως πολλά αδύνατος και ασθενημένος από το φαρμακερόν φύσημα του όφεως που με θυμόν εφυσούσεν ολόγυρα· αλλ' όταν έφαγα κάποια χόρτα αντιφάρμακα και έπια νερόν κρύον και δροσερόν, εθεραπεύθηκα εν τω άμα και εκίνησα προς τον αιγιαλόν και φθάνοντας εκεί βλέπω ξέμακρα ένα καράβι· τότε άρχισα να φωνάζω, εξαπλώνοντας εις τον αέρα ένα άσπρο μανδύλι που είχα διά σαρίκι και όταν με ήκουσαν και με είδαν οι ναύται, ο καραβοκύρης ευθύς έστειλε το καΐκι έξω, και με επήρε μέσα εις το καράβι.
Κλεισμένος 'ς το χαρέμι Τ' ακούει ο Σουλτάν Μαχμούτ και ρυάζεται και τρέμει, Και τα πυκνά τα γένεια του τινάζει με λαχτάρα. Φωτιά, προστάζει και σφαγή και γύμνια και τρομάρα! Φεύγουν οι δόλιοι χριστιανοί πώς φεύγουν τα πουλιά, Όταν θολούρα τα βαρεί αλάργα απ' τη φωληά, Και μέσ' 'ςερμιαίς βαθειαίς γυρνούν και κρύβονται 'ςτά βράχια. Οι κάμποι μένουν έρημοι, καίγονται χόρτα αστάχυα.
Η Αφέντρα εκένωσεν εις έν πινάκιον μέρος των λαχάνων κ' έβαλε τα δύο παιδία να φάγωσι, βεβαία ούσα ότι, άμα έτρωγον, θα εκοιμώντο αμέσως, και «διά να λείψη ο μπελάς τους και διά να ξυπνήσουν πρωί». Ο Μανώλης πρώτος, αφού έφαγε πρότερον τα αμύγδαλα, τα οποία του είχε δώσει η μάμμη του, και ύστερον εμάσσησε και δύο περονιαίς χόρτα, έκλεισε τα όμματα και απεκοιμήθη καθήμενος.
Μάτην αι Σύνοδοι και ο Πάπας Λέων ανεθεμάτιζον τους πωλούντας και πίνοντας τον οίνον και μάτην οι φιλόξενοι ερημίται εθεμελίουν ασκητήρια εις τας λεωφόρους και τα δάση, προσφέροντες τω οδοιπόρω άμισθον φιλοξενίαν, πράσινα χόρτα, ίνα φάγη και χόρτα ξηρά ίνα κοιμηθή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν