Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Κι' αν θέλη ο παπάς να φάη γάλα τη Μεγάλη Δευτέρα και το τι κάνει η γυναίκα του ενός και ταλλουνού, να μη σκοτίζεσαι. Κύτταζε τη δουλειά σου! — Εγώ ν' ανακατευθώ πια; Κομμάτια να γίνουν όλοι τους! είπε κουνώντας το κεφάλι του. Το καταλαβαίνω και μόνος μου: Η αλήθεια είνε πικρή. Απ' το Θεό να τώβρουν. «Ουαί τω δι' ου το σκάνδαλον έρχεται». Πέρασα ένα μήνα στο μοναστήρι.

Δέκα χρυσά μάρκα έδωκε στον τραγουδιστή, και στο Βασιληά είπε ότι η μητέρα της η Βασίλισσα της Ιρλανδίας της έστελνε αυτό το δώρο. Έβαλε ένα χρυσοχόο κ' έφτιασε για το σκυλλί ένα ωραίο σπιτάκι στολισμένο με χρυσάφι και πολύτιμα πετράδια, κι' όπου πήγαινε τώπερνε κοντά της, για θύμησι του φίλου της. Και κάθε φορά που το κύτταζε, λύπη, αγωνία, νοσταλγίες, έφευγαν από την καρδιά της.

Έβγαινε απάνω στο ψηλό παράθυρο και κύτταζε μακρυά το περιβόλι με τα μεγάλα δένδρα, τα λουλούδια και τις λίμνες, που είχε αντικρύσει, κρυμμένη κάτω από τη φτερούγα του κύκνου, το ωραίο βασιλόπουλο.

Ο γιατρός σταναμεταξύ είχε βγάλει απ' την τσέπη του μια σύριγγα κ’ έκαιγε τη βελόνα της απάνω απ'το γυαλί της λάμπας. . . Πώς βρέθηκε το κουτί εδώ χάμω ; ρώτησε ο Νίκος τη Λιόλια- εγώ τόχα αφήσει απάνω στον κομμό ! Στεκόταν τώρα η Λιόλια ακκουμπησμένη στο κρεββάτι, άφωνη, και κύτταζε το γιατρό με μεγάλα μάτια, γεμάτα βαστηγμένα δάκρυα. . το στήθος της ανασηκωνόταν κάθε τόσο από ξέμακρα αναφυλλητά βουβά που της τρεμούλιαζαν το σαγόνι και το κάτω χείλι: έτσι αστράφτει πίσω απ' τα βουνά, ύστερ' από βροχή και κάποια βράδυα του καλοκαιριού, από αντάρες που δεν ακούς το βόγκο τους. -Νά, κυρ Γιατρέ, της δώσαμε απ’ αυτό το υπνωτικό σήμερα, μπας και την πείραξε; αρχινίσαμ' απ’ τα χτες: γιατί δεν κοιμόταν τη νύχτα ολότελα· ο γιατρός είπε πως το περισσότερο είν' η αγρύπνια που την αδυνατίζει και της τόγραψε. Αηδιές ! πολύ άσχημα. . είναι, βλέπεις, τώρα και το ναρκωτικό που τη βαστάει σ' αυτήν την θέση.

Πού και πού κανένας έρριχνε μια πεντάρα στο δίσκο του ζητιάνου και κυττάζοντας το σκύλο, που τούφραζε το δρόμο, μουρμούριζε μέσα του: «Να χαθής, βρωμόσκυλο». Ο ζητιάνος έπαιρνε το έλεος του διαβάτη κι' όλο αναστέναζε. Ο σκύλος άκουε τις βρισιές του κι' όλο κουνούσε την ουρά του.... Ένας μάγκας, καθισμένος σταυροπόδι στο πεζοδρόμιο, κύτταζε με δυο μεγάλα γαλανά μάτια τον άνθρωπο και το σκύλο.

Κ' εκεί που υποσχότανε η κόρη, σφούγγιζε με το μανικοπουκάμισο τα δάκρυά της και κύτταζε τον άντρα της ποθητά κ' έβλεπε το μονοπάτι που ξετυλιγόταν μακρυά, μέσα στου δάσου τα χλωροκύματα. Και βλέποντας έσερνε ανάλαφρα τα χέρια της απ' τις σφιχτοκλεισμένες παλάμες της γριάς και τίναζε το κορμί, σα να τη στένευαν τα ρούχα της.

Έτσι κάθε βράδυ, σα μαγείρευε κανένα ψαράκι μες στη βάρκα του και τραβούσε και την τσότρα του, έβαζε κέφι ο Στρατής με τον Στρατή, και ξαπλωμένος απάνω στο πρυμνιό σκαμνί ανάσκελα, κύτταζε τάστρα τουρανού κι' άρχιζε την κουβέντα με τον εαυτό του και με τις έγνοιες του. Περνούσανε οι ώρες χωρίς να τις καταλαβαίνη.

Τo βράδυ της έκανε ταχτικά καντάδες με τους φίλους, στεκούμενοι όλοι μαζί μπουλούκι στην αγκωνή, κάτω απ’ το φανάρι· μέσ' απ’ όλες τις φωνές, τις μπάσσες και τις τσιριχτές και τις τρεμουλάντες, αυτή ξεχώριζε τη δική του πούτον η πιο γλυκεία. . και σαν κύτταζε απ’ τη μισανοιγμένη γρίλλια του παντζουριού, θάρρευε πως ξάνοιγε τα μάτια του να λάμπουν κάτω απ’ τη φλόγα του φαναριού που χοροπηδούσε. . . Έτσι παντρεύτηκαν κ' εκάμανε το σπιτικό τους.

Κ' έτσι έλπιζε πάντα, άμα που θαρθή το καλοκαίρι ναλλάξουν τα πράματα. Κι όταν ο Νίκος την κύτταζε βαθιά με τα μεγάλα του τα μάτια σαν άνθη που ρωτούσανε, νόμιζε πως γι' αυτό τηνέ ρωτούσαν και χαμήλωνε τα δικά της και χλώμιαινε ακόμα περισσότερο από τη ντροπή της που δεν ήτον ακόμα γερή σαν πρώτα.

Θα γίνω... είπε και ξανάκλεισε τα μάτια του. Ο Βαγγέλης καθότανε και τον κύτταζε. Μια στιγμή δεν του φάνηκε διόλου καλά. «Αγγελοκρούζεται», είπε μέσα του. Σηκώθηκε και ζύγωσε στη γυναίκα με τρομάρα. — Κυρά Ασημίνα... καλέ, κοιμάσαι, καλέ; — Τι είνε; έκανε κείνη ξαφνιασμένη και τινάχτηκε απάνω. — Δεν τονέ βλέπω καλά. Τον χάνομε. Κουράγιο τώρα. Να σύρω να μιλήσω στη γειτόνισσα...

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν