Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Τα κορίτσια τιναγμένα απ' ανεπάντεχο τιναγμό, με δροσερά κόκκινα μάγουλα, με φαρδειές πλεξίδες κάτω απ' τα μαντηλάκια τους, αυτή εδώ με πεταχτά στήθη μέσα στο στενό πολκάκι της, εκείνη εκεί με κοντό φουστάνι και τις γάμπες ολόχυτες, άλλη με κοντήτερο, κι άλλη με πιο κοντήτερο ακόμα, κι άλλη πιο μικρή, κι άλλη πιο μικρούλα ντιπ, σαν πουλάκι που πρωτοτσεβίζει, μια πλημμύρα από δροσερά κεφαλάκια, με τη λιγερή κορμοστασιά και το χλωμό πρόσωπο της μαυροφόρας χήρας στη μέση, με τα ζαρωμένα μουτράκια των γριών παραπέρα, όλη αυτή η δυστυχισμένη φαμελιά, τριγύριζε τον καμπουριασμένο και ξερακιανό χωριάτη, και τον έπνιγε με φωνές, με ξεφωνητά, με άδολη και ξέχειλη χαρά.
Μα έδιωξα τη σκέψη αυτή κι οχυρώθηκα πίσω από την περιωρισμένη περηφάνια, που κάνει τον άνθρωπο να μην ξεφεύγη το κακό, μα να λογαριάζη τίνος είναι το σφάλμα. — Είναι δικό της το σφάλμα, αν χάθηκε η ευτυχία μας, έλεγα μέσα μου. Τι έκαμα εγώ, ώστε να είναι δυστυχισμένη και να με βασανίζη μη λέγοντας την αφορμή; Δε μ' αγαπά πια. Έτσι γίνεται στον κόσμο. Ό,τι είναι ωραίο πρέπει νασχημήνη.
ΠΗΛΕΥΣ Προχώρησε, παιδί μου, εμπρός εδώ εις την αγκάλη μου, όπως και συ, ω δυστυχισμένη. Αφού σε εύρε δεινή τρικυμία, τώρα πλέον ευρίσκεις λιμένα ήσυχον. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ο γέρον, είθε οι θεοί να δώσουν ευτυχίαν εις σε και εις τους δικούς σου, αφού έσωσες το παιδί μου και εμέ την δυστυχισμένην.
Ποίος τους επρόδωκε και πότε, ότι εγώ έστειλα μακρυά απ' εδώ το παιδί μου; Ω, εχάθηκα η δυστυχισμένη! ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ Δεν ξέρω. Αυτούς είδα εγώ να το ζητούν. Και ο Μενέλαος πηγαίνει τώρα γρήγορα, διά να το εύρη έξω από το σπίτι. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Αλλοίμονο εχάθηκα! Και σένα, παιδί μου, θα σε σκοτώσουν οι δύο γύπες, ενώ ο πατέρας σου είναι εις τους Δελφούς.
ΜΑΚΔΩΦ Κυλίσου μέσ' 'ς τα αίματα, πατρίς δυστυχισμένη! Ω τυραννί' αγέρωχη, γερά θεμελιώσου αφού δεν έχεις 'ς το εξής της αρετής τον φόβον! Μη κρύπτεσαι· οι τίτλοι σου δεν σου φιλονεικούνται! — Αυθέντα, σ' αποχαιρετώ! Δεν ήθελα να ήμαι ο άθλιος που με θαρρείς, κι' αν ήτο ν' απολαύσω τα κράτη που ο τύραννος 'ς τα νύχια του σπαράζει, κι' όλους της γης τους θησαυρούς μαζί!
Αχ! γιαΤι να μην είν' εδώ αυτή την ώρα αναμεταξύ μας και η δυστυχισμένη μου η θυγατέρα που μας έσβησε τόσο παράκαιρα. ΑΝΝΟΥΛΑ Διώξε, γιαγιά μου, τα λυπητερά πράματα από το μυαλό σου. Μην τα θυμάσαι ολοένα. Ξέχασέ τα πια. ΓΙΑΓΙΑ Έχεις δίκιο, παιδί μου. Πρέπει να τα διώξουμε τώρα. Αννούλα, πάμε να ετοιμάσουμε μια κάμαρα για το Σταύρο.
Έφταιξε τόσο πολύ, αμάρτησε τόσο πολύ ο κόσμος για να τιμωριέται τόσο σκληρά αυτή η δυστυχισμένη! Και στο υστερνό στεναγμό της, στο υστερνό φίλημά της απάνω στα λυπημένα μάτια της κόρης της, το τραίνο κυλά λαχανιασμένο, αδιάφορο μπροστά. Χάνεται στη νύχτα μπροστά στα θολά μάτια της το χλωμό κεφαλάκι της κόρης της που πνιγμένη στα δάκρια ψιθυρίζει: — Μάννα, γλυκειά μου μάννα!...
Για δυστυχία τους, είχαν ξεχάσει να σηκώσουν στο κατάστρωμα τη βάρκα που είχε δεθή στην πρύμη κ' έσκιζε τη θάλασσα. Ένα μεγάλο κύμα την ξεκόβει από το καράβι και την πέρνει μακρυά. Η Ιζόλδη φωνάζει: «Αλλοίμονο! Δυστυχισμένη εγώ! Ο Θεός δε θέλει να ζήσω αρκετά για να ιδώ τον Τριστάνο, το φίλο μου, μια φορά ακόμη, μοναχά μια φορά. Θέλει να πνιγώ σ' αυτή την θάλασσα.
— Αλλά, είπε ο Αγαθούλης στην Πακέττα, είχατε το ύφος τόσο εύθυμο, τόσο ευχαριστημένο, όταν σας συνάντησα, τραγουδούσατε, χαηδεύατε το θεατίνο με μια χάρη ολότελα φυσική· μου φανήκατε τόσο ευτυχισμένη, όσο τώρα λέτε, πως είσαστε δυστυχισμένη. — Αχ! κύριε, απάντησε η Πακκέττα, κι' αυτό ακόμα είναι μια από της αθλιότητες του επαγγέλματος.
Έκλαιγε στο κρεββάτι της που σ’ αυτό πάνω διπλό κακό της έμελλε δυστυχισμένη άνδρα από άνδρα και παιδί να κάμη εκείνη από το ίδιο της παιδί. Και δεν γνωρίζω πώς έπειτα σκοτώθηκεν η Ιοκάστη. Γιατί με βίαν ώρμησεν ο βασιλέας, κι έτσι δεν μας εδόθηκε καιρός να ιδούμε τη συμφοράν οπού ’βρηκε τη δέσποινά μας. Γυρίσαμε το βασιλιά να ιδούμε Οιδίπουν. Ωσάν τρελλός ώρμαε αυτός μεσ’ στο παλάτι° έτρεχε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν