Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Διαβαίνει ο Χρόνης για να ιδή πηγαίνονταςτο σπήτι· » Πολλά τα έτ' μπουλούκμπαση» — «Καλώς τονε το Χρόνη. » Πώς τάχεις Χρόνη τα παιδιά, τι κάνουν τα παιδιά σου;» «Σε προσκυνούν μπουλούκμπαση και σου φιλούν τα χέρια, » Δώδεκα μέραις έλειπα, τι κάνουνε δεν ξέρω. — » Αν θέλης Χρόνη μου να ιδής ώμορφα κεφαλάκια, » Τήραξε μέσα τον τορβά να ιδής αγγελουδάκια.

Κ' είπε, τα κεφαλάκια των χαϊδεύοντας η Αλκμήνη: «Ύπνο γλυκό κ' ύπνο αλαφρό, παιδιά μου κοιμηθήτε, »κλείσετε τα ματάκια σας, ευτυχισμένα αδέρφια· »καλότυχο το πλάγιασμα και το ξημέρωμά σας». Και λέγοντας τα λόγια αυτά κουνούσε την ασπίδα και τα παιδιά κοιμήθηκαν κ' ύπνος γλυκός τα πήρε.

Ποδάρια γυμνά σέρνουνταν μέσα στο ατέλειωτο αυτό παλιοσαράγι, παπούτσια χωριάτικα έτριζαν σκιές βιαστικές διάβαιναν, φουστάνια με χωριάτικα χρώματα πηγαινοερχώνταν, πλεξίδες μαύρες και ξανθές ανέμιζαν εδώ κι εκεί, μαύρες και καφετιές σκέπες, και κίτρινα κλαρωτά μαντήλια σε γεροντικά κεφάλια, σα κοριτσιάτικα κεφαλάκια, κουνούνταν πέρα δώθε, κι ένα πέλαγος από χωριάτικο θηλυκόκοσμο με ψιθυρίσματα και λόγια, που μόλις έφταναν στ' αυτιά μου, αντηχούσε τόση ώρα τόρα.

Φέρτε το σουγιά σας να τις βγάλωμε με το χώμα ! Για κυττάξτε καλέ, είναι μια θάλασσα κόκκινη!-κι όλα τα κεφαλάκια τους μαζί !. . . Κι ο Νίκος έτρεξε και σκυμμένοι οι δυο τους, με τα κεφάλια τους μαζί σαν τις ανεμώνες, ξερρίζωναν τα λουλούδια σαν αίμα και σαν χείλια αιματωμένα απ’ τα φιλιά. Τί κόκκινα που ήταν και τα δικά τους τα χείλια-και πριν ακόμα αιματωθούν απ’ τα φιλιά!

Ο χρυσούς αιών της εισότητος δεν έφθασεν ακόμη. Ημείς οι άνδρες πρέπει να γνωρίζωμεν τι γίνεται μέσα εις τα μικρά αυτά κεφαλάκια. Αλλά εξέχασες λοιπόν ότι η ευτυχία μας, η αγάπη μας στηρίζεται εις τα θεμέλια της ελευθερίας μου και της ελευθερίας σου. Κ ώ σ τ α ς. Η οποία δεν μπορεί να συνυπάρξη με τον γάμον. Μ α ρ ί α. Όταν ο έρως ανοίξη τα πτερά του και πετάξη. Κ ώ σ τ α ς. Όχι.

Επρόβαναν τα κεφαλάκια τους κατάνακρα στο βράχο έπαιζαν ταφτιά τους τσουλωμένα· μας εκυτούσαν περίεργα, και χοπ χοπ, αλαφροπηδούσαν κ' ετρύπωναν, άλλο στα χαλάσματα, κι άλλο μες τα σκοίνα, ξιπασμένα. ...Ο Καπτάν-Μιχάλης τις εσακάτεψε τις πέρκες. Μια με την άλλη, είχε πέντε έξη τόρα πιασμένες. Κ' η καθετή ανεβοκατέβαινε ολοένα.

Ακόμη είμεθα σύμφωνοι εις το ότι παλαιαί γυναίκες είναι αι κόραι της οικογενείας αυτής, άδεια πλάσματα, κεφαλάκια κούφια, καταγινόμενα εις εκδρομάς εις τα μαγαζιά, εις φλυαρίαν, εις κοκεταρίαν, εις ανοησίας, εις όλας τας αθλιότητας, αι οποίαι κάμνουν την γυναίκα μόνον «σκεύος απολαύσεως», όπως λέγει η Αθηναία ζωγράφος.

Εκεί έφαγαν αι μικραί το δειλινό των με μεγάλην ευθυμίαν· εκεί εις τον εξώστην εσχίσθη και το αλφαβητάριον, πριν κατεβούν να παίξουν εις τον κήπον. Η γιαγιά το έσχισε και τα τεμάχιά του εσκορπίσθησαν εις τον αέρα· όλα τότε εκείνα τα παιδικά κεφαλάκια υψώθησαν και με το βλέμμα τα ηκολούθησαν, καθώς επετούσαν εις το φύσημα του άνεμου, ως λευκά περιστεράκια.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν