Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Μη φοβείσαι, απήντησεν ο σκληρός Γύφτος. Αλλ' η φωνή του έτρεμε. Η Αϊμά παρετήρησεν ότι ήσαν μόνοι. — Δεν είνε άνθρωποι εδώ; είπε. — Τώρα θα έλθουν, απήντησεν ο ακάματος Πρωτόγυφτος. — Καλλίτερα να μην έλθουν, εσκέφθη η Αϊμά. Μεγαλοφώνως δε είπε·Δεν θέλω να μείνω εδώ. — Και πού θα υπάγης; — Προτιμώ να φύγω. — Για να σου πω, είπεν ο Γύφτος, εγώ είμαι κουρασμένος, θέλω να κοιμηθώ.

Φοβισμένος από τούτον τον θόρυβον, του οποίου δεν ήξευρα το αίτιον, εσηκώθηκα διά να φύγω και ξεμακρύνω από το κοιμητήριον, οπόταν δύο άνθρωποι που έστεκαν εις την πόρταν του κοιμητηρίου με εσταμάτησαν, και με ερώτησαν τις ήμουν και τι έκανα εις αυτό το κοιμητήρι. Εγώ είμαι, είπα, ένας δυστυχής ξένος, και μη έχοντας πού την κεφαλήν κλίναι, ήλθα διά να αναπαυθώ ετούτην την νύκτα εδώ.

Παντελή, μείνε συ εδώ να πωλήσης χαβιάρι και περίμενέ με. Εγώ θα φύγω. ― Πού πηγαίνεις ; ― Πηγαίνω να ιδώ τον Πύργον μας. Αύριον την αυγήν επιστρέφω. Επροσπάθησεν ο Παντελής να με μεταπείση, ηθέλησε να με συνοδεύση, μου ενθύμισε την εις Θολόν Ποτάμι φυλάκισίν μου, αλλά δεν ήκουα.

Να φύγω, να φύγω να μην τακούγω. Στα δάση να σύρω, να γίνω θεριό, να πιάνω ζευγαρωμένα πουλιά και να τα σπαράζω. Φωτιά να γίνω και να καίγω τους κάμπους, που ν' ανεβαίνη ο καπνός να σκεπάζη τον ουρανό, και ψυχή πια να μη βλέπη παρηγοριά.

Δε θα πας· μουδέ μια βολά, μουδέ μισή βολά. Κιάνε κάμης δίχως τη βουλή μου, θα σου δώσω την κατάρα μου. — Μια και τσ' έταξα, δε μπορώ να φύγω χωρίς να την αποχαιρετήξω. Λυπούμαι τη. Η μητέρα μου άρχισε πάλι να κλαίη και να παραπονάται του Θεού που την αφήκε χήρα μένα παιδί ανεπήκουο. Ήξερε αυτή τι μου χρειαζότανε, μα ντρεπότανε στην ηλικία πούχα φτάσει.

Επιτέλους μια μέρα η κυρία, όταν είδε ότι είχα γίνει τελείως καλά, με ρώτησε ποιες ήταν οι προθέσεις μου. Της είπα ότι ήθελα να έρθω εδώ, στις θείες μου τις οποίες είχα παρουσιάσει σαν ευκατάστατες. Τότε μου αγόρασαν το εισιτήριο για το ταξίδι και μου χάρισαν και ένα ποδήλατο. Κατάλαβα ότι ήταν καιρός να φύγω και αναχώρησα. Έτσι ήρθα εδώ. Πόσο ένοιωσα ελεύθερος στην αρχή!

Όλα τάχω παρατηρημένα. Αν είναι αλήθεια, να μου το πη παστρικά. Δεν έχω δίκιο; Να μου το πη ορθά κοφτά, κι όρκο της βάζω πως τραβιούμαι και φέβγω. Δε με βλέπει πια. Κάλλια τη δική μου τη ζωή παρά τη ζωή τη δική της να χαλάσω, Θα φύγω, θα φύγω. Και μπορώ; Καλή νύχτα! καλή νύχτα! Δε γίνεται έτσι να τυραννιούμαι. Μ' έπνιξε αφτή η καταχνιά. Φτάνει, φτάνει! Γλύτωσα· ο τοίχος τρυπά, φαίνεται ο ουρανός.

Θα ψυχομαχώ. Να φωνάξω, νάρθη κανένας! Δεν έχω φωνή. Να σηκωθώ, να τρέξω, να φύγω. Δεν μπορώ. Πιάστηκαν τα πόδια μου από το φόβο. — Έχω πιστόλι στο σερτάρι. Για να δω! Τέσσερεις και κάρτο. Θέλω να καθήσω ήσυχα στο κρεββάτι, να μετρήσω τα καρδιοχτύπια μου ένα ένα, ώςπου να σωθούνε. Να κάμω κουράγιο. Τι να παλαίβω τώρα; Έγινε πια το κακό. Σε λίγη ώρα... Είναι σαν τα κύματα που τρεμοπηδάνε.

Η γριά σήκωσε το χέρι της και τον τράβηξε με δύναμη επάνω της. Μια οσμή σήψης και τάφου αναδυόταν από το μικρό κρεβάτι, εκείνος όμως δεν τραβήχτηκε παρόλο που ένιωθε το κολιέ της θειας-Ποτόι να του αγγίζει το πρόσωπο, ζεστό σαν να ήταν επάνω στη φωτιά, και την αναπνοή της να περνάει πάνω στα μαλλιά του σαν αράχνη. «Άκουσέ με Έφις, είμαστε μπροστά στο Θεό. Εγώ είμαι έτοιμη να φύγω.

Και αφού την φρικτή Χάρυβδι, την Σκύλλα, και ταις πέτραις, 260 φυγάμ', ευθύς εφθάσαμε 'ς τ' άγιο νησί του Ηλίου, οπού είν' η πλατυμέτωπαις ωραίαις αγελάδαις, και σαρκωμένα πρόβατα πολλά, κ' είναι δικά του. και ως ήμουν μεσοπέλαγα, μες το καράβι ακόμα, των αγελάδων άκουσα το μούγκρισμα μακρόθεν, 265 και των αρνιών το βέλασμα, 'πουτα μανδριά γυρίζαν. και ό,τι είχε ειπεί θυμήθηκα ο μάντης Τειρεσίας, και η Κίρκη, 'που τόσο πολύ μώχε συστήσ', η Αιαία, να φύγω το νησί του Ηλιού, 'που τους θνητούς ευφραίνει. και τότ' εγώ περίλυπος προς τους συντρόφους είπα• 270 «'ς ό,τι θα ειπώ προσέξετε, πολύπαθοί μου φίλοι• να μάθετε τι πρόλεγεν ο μάντης Τειρεσίας, και η Κίρκη, 'που τόσο πολύ μώχε συστήσ', η Αιαία, να φύγω το νησί του Ηλιού, που τους θνητούς ευφραίνει. μέγα κακόν, ως έλεγεν, αυτού μας περιμένει. 275 αλλά παρέξω απ' το νησί στρέψετε το καράβι».

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν