Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Έπρεπεν ίσως τότε να φύγω αμέσως και μη ανεχθώ περισσότερον την συντροφειάν των αλλ' ο Αντισθένης, ο Διογένης και κατόπιν ο Κράτης και ο Μένιππος μ' έπεισαν να παραμείνω ακόμη ολίγον και είθε να μη τους ήκουα, διότι δεν θα επάθαινα τόσα κακά κατόπιν. ΖΕΥΣ. Εξακολουθείς να παραπονείσαι, χωρίς να μου λέγης τι σου έκαμαν.

Περιμένεις να φύγω, είπεν η Σιξτίνα. Η Αϊμά την παρετήρει έκπληκτος. Ήτο η πρώτη φορά καθ' ην έλεγε τοσούτους λόγους η μοναχή. — Μήπως σ' ενοχλώ; επανέλαβεν αύτη. — Όχι, μήτερ μου. — Διατί δεν γευματίζεις; — Δεν έχω όρεξιν, είπεν η Αϊμά απορούσα διά την φιλοφροσύνην ταύτην, και δυσπιτούσα έτι μάλλον, επί τη αναμνήσει των νουθεσιών της Βεάτης.

Γι' αυτό πρέπει χωρίς άλλο να φύγω, και ξεύρω τι είχετε να ειπήτε για να με πείσετε να μείνω, και λοιπόνΔώσε την μητέρα μου την πικρά αυτή είδησι με ένα συροπάκι· δεν δύναμαι να βοηθήσω εγώ τον εαυτό μου, και δεν πρέπει να δυσαρεστηθή, αν δεν δύναμαι να την βοηθήσω κι' αυτήν. Βέβαια αυτό θα την πικράνη.

Α' ΑΝΗΡ Κι' αλλοιώτικα μπορεί; αυτούς τους δυο τους τρίποδες θα βάλω και θα φύγω. Β' ΑΝΗΡ Τι κουταμάρα! μα γιατί δεν περιμένεις λίγο, να ιδής το τι σκοπεύουνε να κάμουν' κ'οι άλλοι, όπου και τότε πάλι. . .. Α' ΑΝΗΡ Να κάμω τι; Β' ΑΝΗΡ Περίμενε κ' εξέτασε ακόμη. Α' ΑΝΗΡ γιατί λοιπόν;

Έμεινα εκεί περισσότερο από ένα μήνα, Έφις, καταλαβαίνεις: σαράντα μέρες. Με γιάτρεψαν, προσπάθησαν να με ξαναβάλουν στη δουλεία, αλλά ήταν δύσκολο επειδή όλοι ήξεραν πια την ιστορία μου. Έπειτα κι εγώ ήθελα να φύγω μακριά, πέρα από τη θάλασσα. Το τι τράβηξα όλον εκείνο τον καιρό κανείς δεν μπορεί να το ξέρει.

Μας χάλασε η επανάσταση, του είπαν οι χωριανοί. — Τι λέτε; Αλήθεια;... Ας είναι. Μου τα λέτε ύστερα..... «Δε μου έκανε η καρδιά να χτυπήσω κανενός θύρα κι' αποφάσισα να περάσω όλη την νύχτα στο δρόμο, κι' άμα φέξη να ιδώ μια φορά με τα μάτια μου το χώμα που πέρασα τα παιδιακάτα μου κι' ύστερα να φύγω, να φύγω, κι' εγώ να μην ξέρω πού να πάγω.

Και τις φρικτές εγώ κατάρες είμαι απάνω μου πού ’ριξα,. κανένας άλλος του βασιλέως δεν εμόλυνε τη γυναίκα! Κακός εγώ κι ακάθαρτος έχω φυτρώσει, πρέπει να φύγω, ανάξιος είμαι να βλέπω τους εδικούς μου, αλλοιώτικα μέλλω να γείνω σύζυγος της μητέρας μου και να σκοτώσω τον Πόλυβο που μ’ έκανε κι ανάθρεψέ με.

Και όμως Μια 'πιθυμία μ' έλαβε, Να πάω να κυτάξω Τι είναι. Πώς να καταβώ; . . . Θα πέσω . . . Να πετάξω; . . . Κομμάτια ήθελα γενώ 'Στόν πάτο . . Ω! τι τρόμος! . . . Και ήθελα να κατεβώ, Και ήθελα να φύγω. Ο φόβος μου μ' εκράταε. Με σπρώχν' η 'πιθυμία. Και τέλος κάμνω απόφασι, Κάμνω δοκιμασία Να καταβώ· παρεμπρός Προυχώρησα ολίγο.

Ήτον η Γυνή, ήτις είχε μαδήση τα πτερά μου! Ηθέλησα να φύγω έντρομος, αλλά το Φάσμα με συνεκράτησε και είπε: — Δεν είνε εκείνη, την οποίαν νομίζεις· αλλά δεν σημαίνει· και αυτή το ίδιον είνε. Η γυνή είνε παντού γυνή· πολλάκις μάλιστα και κάτι πλέον· ολιγώτερον όμως ουδέποτε.

ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Βοήθεια! Ω! να φύγω ! ΜΑΚΔΩΦ Λιγοθυμά, ιδέτε την! ΔΟΝΑΛΒΑΙΝ κατ' ιδίαν προς τον ΜΑΛΚΟΛΜ Την γλώσσαν τι κρατούμεν, ενώ προ πάντων εις ημάς εδώ ανήκει λόγος; ΜΑΛΚΟΛΜ κατ' ιδίαν, Εδώ τι λόγος ωφελεί, που μας παραμονεύει κρυμμένη μέσ' 'ς την τρύπαν της η Μοίρα η κακή μας, και να χυθή επάνω μας ζητεί, να μας αρπάξη; Να φύγωμεν! Δεν 'μέστωσε το δάκρυ μας ακόμη!

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν