Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Σαν έφτασε να μην έχη να φάη κανένας δεν τούδινε. Έβαλε και το σουρτούκο του αμανάτι Πέθανε στην ψάθα. Πέντε χριστιανοί πήγανε στο λείψανο του. Κάλλια να μην πηγαίνανε κι' αυτοί. Ξέρεις ποια ήτανε η παριγοριά τους. «Κ' η μεγάλη καλωσύνη, θεια Μαχώ, κουταμάρα είνε μαθές». Έτσι λέγανε στη μαννού μου. Αυτό ήτανε το συχώριο τους. Τακούς, συμπέθερε; Κούνησα το κεφάλι μου. — Τακούω να λες! ξαναείπε.

Έπειτα ο Μπάρμπα-δήμαρχος δεν είχε μυστικά από την γυναίκα του· τον εκακομεταχειρίζετο καμμιά φορά αληθινά, για την κουταμάρα του, αλλ' είχεν ως είπομεν δύο ψυχάς. Και προς τον άνδρα της, όσον και κακομοιριασμένον, ωμίλει με την πραείαν ψυχήν, ως και προς την κόρην της. Με όλον το ύψος της το άνοστον και το χρώμα της το μαύρον είχε καμμιά φορά όψες γλυκές και εύμορφες η Μιλάχρω.

Α' ΑΝΗΡ Κι' αλλοιώτικα μπορεί; αυτούς τους δυο τους τρίποδες θα βάλω και θα φύγω. Β' ΑΝΗΡ Τι κουταμάρα! μα γιατί δεν περιμένεις λίγο, να ιδής το τι σκοπεύουνε να κάμουν' κ'οι άλλοι, όπου και τότε πάλι. . .. Α' ΑΝΗΡ Να κάμω τι; Β' ΑΝΗΡ Περίμενε κ' εξέτασε ακόμη. Α' ΑΝΗΡ γιατί λοιπόν;

Καταλάβατε τώρα την κουταμάρα μου; Κάθουμαι και φιλονικώ ήσυχα και σοβαρά με τον κ. Σωτηριάδη, σταλιές σταλιές παίρνω το φαρμάκι του, το κοιτάζω και το μετρώ, χωρίς να νοιώσω τι τρέχει. Δεν τρέχει και τίποτα πολύ σπουδαίο να, καταλόγησα μερικά του λαθάκια στη δημοτική, καθώς είδαμε και πιο απάνω πως καλά καλά δεν την ξέρει. Τι είναι αφτό; Τίποτις. Ωςτόσο έφταξε για να μας τα ψάλη ο κ.

Γιατί όχι; Η κουταμάρα πάντα είν' ένας ακαταμάχητος πειρασμός για μια λάμψη κ' η ηλιθιότης το αιώνιο Bestia Trionfans, που βγάζει τη σοφία από το άντρο της. Για έναν καλλιτέχνη τόσο δημιουργικό όσον ο κριτικός τι σημαίνει το θέμα; Τίποτε περισσότερο τίποτε λιγώτερο παρ' ό,τι για τον μυθιστοριογράφο και τον ζωγράφο. Όπως εκείνοι, μπορεί να βρίσκη κι αυτός παντού τα μοτίβα του.

Όσον πλέον κουτός, άκακος και απονήρευτος είνε ο λαός, τόσον περισσότερον έπρεπε να τον συμπαθούν και να τον λυπούνται, αντί να νομίζουν πως η κουταμάρα και η καλωσύνη του τους δίδει το δικαίωμα να τον γδαίρνουν ως το κόκκαλο, να τον καταδικάζουν εις την βρώμαν, την αρρώστειαν και την ατιμίαν, να φέρνωνται μαζί του καθώς οι άκαρδοι εκείνοι καρραγωγείς, που σκοτώνουν τ' άλογα από το πολύ φόρτωμα και το πολύ ξύλο για το λόγο πού δεν δαγκάνουν και δεν κλωτσούν.

Ε, δεν ακούτε; Ποίος διάβολος σας έβαλε να μαλόνετε έτσι; Δεν μας μέλει. Τι λέγω εγώ; Χμ.. Γρ.. Όρεξι που είχα να κάμω τέτοια κουταμάρα. Φταίγω εγώ; ας έλειπε αυτός και τα υπέρπυρά του. Κέφι που το έχετε να τρώγεσθε έτσι τόσην ώρα! Βούγκο! Μάχτο! ησυχάσετε. Τίνος το λέγω; Θα σας σκοτώσουν. Μη βαρεθήκατε τη ζωή σας; Ε, Βούγκο! εσένα το λέγω. Άφησε αυτόν τον άλλον, είνε τρελλός. Εσύ κάμε φρόνιμα.

Άλλη σκληρότης και κουταμάρα είνε εκείνων όπου δίδουν ελεημοσύνην εις τους πτωχούς, χωρίς να συλλογισθούν ότι, αν μεν είνε ο ελεούμενος ικανός να εργασθή, ενθαρρύνουν την οκνηρίαν του, αν δε τύχη χωλός, στραβός, κουλοχέρης ή λωβιασμένος, το ψωμί που του δίδουν προμακραίνει ζωήν αθλίαν και βασανισμένην.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν