Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Η γριά σήκωσε εκνευρισμένη το κεφάλι και ο λαιμός της, όλο νεύρα, φάνηκε να μακραίνει περισσότερο από το συνηθισμένο. «Και μήπως στο σπίτι μου έρχεται για ερωτοδουλειές; Όχι, είναι τίμιο παλικάρι. Ούτε το χέρι δεν αγγίζει της Γκριζέντα. Αγαπιούνται σαν καλοί χριστιανοί που περιμένουν να παντρευτούν. Μίλησέ μου με τη συνείδησή σου, Έφις, τι σκοπό έχει; Κάνε μου αυτή τη χάρη.
Κ' η παραμάννα η άμοιρη του Θευχαρίδη, που ήταν το σπίτι της στο σπίτι μου κοντά, πόρτα με πόρτα, με θερμοπαρακάλεσε να πάω στο πανηγύρι· κ' η δόλια εγώ ξεκίνησα να πάω ν' ακλουθήσω φορώντας το ξανθόλινο κι ώμορφο φόρεμά μου και στολισμένη με ταχνό της Κλεαρίστας πέπλο. Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.
ΑΔΜΗΤΟΣ Τότε, αν θέλης, μόνος σου οδήγησε την μέσα. ΗΡΑΚΛΗΣ Όχι· εγώ στα χέρια σου θα σου την παραδώσω. ΑΔΜΗΤΟΣ Δεν την αγγίζω. Μόνη της μπορεί να μπη στο σπίτι. ΗΡΑΚΛΗΣ Στο χέρι σου το δεξιό μπορώ να σου την δώσω. ΑΔΜΗΤΟΣ Πολύ με βιάζεις κάτι τι να κάμω που δεν θέλω. ΗΡΑΚΛΗΣ Μην την φοβάσαι. Άπλωσε το χέρι να την πιάσης.
Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ της κ' είπε· «Άλλος, μητέρα μ', Αχαιός την δύναμι δεν έχει, 'πώχω να δώσω ή ν' αρνηθώ το τόξο 'ς όποιον θέλω. 345 όχι, ούδ' όσ' είναι της σκληρής Ιθάκης ή των νήσων προς την αλογοβόσκητην την Ήλιδα ηγεμόνες, αυτών δεν δύναται κανείς να μ' εμποδίση, αν θέλω, το τόξο και μονόφορα του ξένου να χαρίσω. αλλ' άμε σπίτι, έχε τον νου 'ς τα έργα τα δικά σου, 350 την αλακάτη, τ' αργαλειό, και πρόσταξε ταις κόραις να εργάζωνται, και άφησ' εδώ του τόξου την φροντίδα 'ς τους άνδραις κ' έξοχα 'ς εμέ 'που 'μαι 'ς το σπίτι κύριος».
Άκουσε τι έχω να σου ειπώ στην υστερνή μου ώρα: Δεν έχω πλούτη να σ' αφήσω, γιατί η Τύχη δε θέλησε ποτέ να με βοηθήση, θα σ' αφήσω όμως τρεις συμβουλές: Η μια είναι: «&Ή μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου&» Η άλλη: «&Μικρός ξενιτέψου και μεγάλος γύρνα σπίτι σου&». Κι' η τρίτη: «&Κάλλιο μια συμβουλή καλή παρά χίλια φλωριά&» Αυτές οι τρεις συμβουλές, παιδί μου είναι καλύτερες απ' όλα τα πλούτη του κόσμου.
Η διάθεσή μας είχε φτάσει στο κορύφωμα, όταν η γυναίκα μου με ρώτησε ψιθυριστά αν θα με δυσαρεστούσε πολύ αν έφευγε αυτή πρωτήτερα από μέ. Πολύ σπάνια κάναμε εκδρομή για να διασκεδάσουμε κ' η πρότασή της δε μου άρεσε πολύ. Είπα λοιπόν της Έλσας πως ειδοποιήσαμε στο σπίτι πως θα γυρίσουμε με το τελευταίο βαπόρι κ' έτσι δε μας περίμενε κανείς.
Τότε όμως αυτό το περιστατικό μας έκαμε άλλη εντύπωση, παρότι μου κάνει τώρα η ανάμνησή του. Τότε μας έκαμε να πάμε και στο μέρος, που κατοικήσαμε για τρίτη φορά το καλοκαίρι, και να νοικιάσουμε για δεύτερη φορά το σπίτι, που η γυναίκα μου δεν ήθελε να το δη στην αρχή. Και χαρούμενοι τραβήξαμε όξω στο μέρος, που μας έδενε μαζί του μια σκουριασμένη καρφίτσα, που δεν την πήρε κανείς.
Άκουσ' η Αλκμήνη την κραυγή κ' εφώναξε κ' εκείνη: «Σήκω, Αμφιτρύων εμένα, ιδές, με παραπήρε ο φόβος· »σήκω όπως είσαι, μη ζητάς σάνδαλα να φορέσης. »Σήκω και βιάσου· δεν ακούς πως κράζει ο Ιφικλής μας; »ή μη δε βλέπεις πως ενώ νύκτα βαθειά είν' ακόμα »οι τοίχοι γύρω φέγγουνε σαν νάχη ξημερώσει; »Άντρα μου, μέσ' στο σπίτι μας κάτι κακό θα τρέχη».
— Τώρα; Οργιές και μπόγια Πάνε τα Γαλαρόκαμπα, το Κουρμολιάσα σιάδι. Ο Τσάρκος, η Κουρκούμπετα, η Γκάλτσα, η Τσάγια ο Μπάρρος. Δεν ξεχωρίζουν πούπετα. — Και 'ς το χωριό; — Νυχτέρι Θάχουν απόψε σπίτι μας. Του Τρίκκα τα πουρνάρια Κούτσουρα τετραπανωτά θα καίγουν 'ς τη γωνιά μας, Και παραστιάς ολόγυρα, μέσ' αφ' τον πυρομάχο, Της γειτονιάς αραδιαστές θα κάθονται η κοπέλλες.
Πρέπει να ξέρετε ότι όλον αυτόν τον καιρό, ο βασιλιάς θείος μου έλλειπε σε κυνήγι, και μια που κανένας δεν ήξερε πότε θα επέστρεφε, στο τέλος αποφάσισα να γυρίσω σπίτι, ορμηνεύοντας τους υπουργούς να πουν τις δικαιολογήσεις μου. Ήθελα πάρα πολύ να τους πω για τον πρίγκιπα, για την τύχη του οποίου ανησυχούσαν πολύ, αλλά ο όρκος μου με ανάγκαζε να σιωπήσω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν