Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Κι έτσι αγαπούν και ποθούν όλες τις όμορφες του τόπου, κι όντας βγαίνουν τη νύχτα μπαντονάδα, θα πάνε σε κάθε παράθυρο, σε κάθε μπαλκόνι, και στης αρχοντοπούλας το σπίτι και στης φτωχοπούλας το σπιτάκι να ψάλλουν τον ύμνο της ομορφιάς της, να την ξυπνήσουν να την γλυκάνουν να την συγκινήσουν, να της πούνε νάνε λιγώτερο άσπλαχνη στον πόνο του έρωτα, να της πούνε πως έχει γλυκά μάτια, καμαρωτό περπάτημα και περίσσια χάρη· να την κάμουν ν' ανεβοκατεβάση το φως, να την βγάλουν στο παράθυρο.
Εκείνης ο πολύγνωμος απάντησ' Οδυσσέας· 430 «Ακόμη να μη την ξυπνάς· συ κάλεσ' εδώ τώρα ταις κόραις, 'που τόσ' άπρεπα 'ς το σπίτι μου ενεργούσαν».
Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμη 'ς εκείνην απαντούσε· «Μη χαίρεσαι, βυζάστρα μου, μη καυχηθής ακόμη· γνωρίζεις πόσον ασπαστός 'ς το σπίτι του θα ερχόνταν 60 κείνος εις όλους κ' έξοχα 'ς εμέ και 'ς το παιδί μας· αλλά δεν είναι αληθινά τούτ', όσα τώρα λέγεις· κάποιος θεός θα φόνευσε τους θαυμαστούς μνηστήραις, 'που 'ς την σκληράν αυθάδεια, και 'ς τ' άνομ' έργα, ωργίσθη· ότι κανέναν των θνητών ανθρώπων δεν σεβόνταν, 65 όποιος και αν τους πλησίαζε, μικρός ήταν ή μέγας. όθεν κ' επάθαν οι ασεβείς· αλλ' ο Οδυσσέας πέρα μακράν της γης Αχαϊκής απέθανε 'ς τα ξένα».
— Μην τα ρωτάς, παιδί μου . . . Μεγάλη συφορά μου επενέβηκε, ήρχισε να λέγη η Γιαννού. Είτα ανήσυχος ηρώτησε· — Μην είν' εδώ ο κυρ Αναγνώστης; — Όχι, δεν είν' εδώ· τόσο νωρίς δεν έρχεται, είναι στον καφενέ . . . Αχ! θεια Χαδούλα, κ' εγώ έλεγα πώς να κάμω να 'ρθώ στο σπίτι, να σου 'πω τα τρέχοντα . . . — Έμαθες τίποτα;
ΑΠΟΛΛΩΝ Ω, βέβαια• είσαι εχθρός εσύ εις τους ανθρώπους και όλοι σ' αποστρέφονται και οι θεοί ακόμη. ΘΑΝΑΤΟΣ Λέγε ό,τι θέλεις. Βέβαια εγώ δεν θα σου κάμω πράγμα, όπου δικαίωμα δεν έχεις να σου γίνη. ΑΠΟΛΛΩΝ Κι' όμως αδίκως φαίνεσαι σκληρός. Χωρίς να θέλης σε κάποιον άλλον πούρχεται θενά υποχωρήσης, σε κάποιον άνδρα, που έρχεται στου Φέρητος το σπίτι.
Οι ανέμοι καταλάγιασαν, ησύχασε κι ο πόντος, ο πόθος μέσ' στα στήθια μου ποτέ δεν ησυχάζει, μα καίω και φλέγομαι γι' αυτόν, που μ' έκανε τη μαύρη, αντί γυναίκα του σωστή, γυναίκα ντροπιασμένη. Φέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι.
Ίσως των έρμων μια σταλιά το δάκρυ τους στεγνώσει, αν την αρματωσά σου εγώ και το κεφάλι πάρω και τ' απιθώσω σπίτι μας στα χέρια των γονιών του. 40 Μα αφτή η δουλιά αδοκίμαστη καιρό δε θα τραβήξει είτε απολέμιστη... ότι βγει, καν θάνατος καν νίκη.» Είπε, κι' ευτύς μια κονταριά τού σφίγγει στην ασπίδα, μα δεν την έσκισε ο χαλκός, μον μες στη στέρια ασπίδα στράβωσε η μύτη.
Εις εκείνα τα μέρη, όταν την υπάνδρευσαν και την «εκουκούλωσαν», και την «ενεκροβλόγησαν» κατά την συνήθη φρασεολογίον της μητρός της, της είχαν δώσει ακόμη και την προίκα της. Το σπίτι, το Κάστρο το έρημο, και το χωράφι στο Μποστάνι, στον απάτητον κρημνόν.
— Εγώ είμαι ένα φουρνόξυλο, διελογίζετο ενίοτε, αλλά το Χρυσώ μου είνε ένα ωραίο πλασένιο ψωμί που έβγαλα από τον φούρνον εγώ το φουρνόξυλο. Διά τούτο όταν την αρραβώνισεν, εζήλευσεν ολόκληρον το χωρίον. — Είδες, όταν θέλη ο Θεός; έλεγον. Τωόντι η Μιλάχρω δεν είχε τίποτε παρά τον φούρνον της μόνον· το σπίτι δεν άξιζε τίποτε.
Τούτον θωρώντας το ναό του Φοίβου, μέσ' στο νου μου κάποια παληάν ανάμνησι θυμήθηκα και πάλι, κ' ενώ εγώ βρίσκομ' εδώ, στο σπίτι ο νους μου τρέχει. — Ω σεις γυναίκες δύστυχες! ω πράξεις τολμηρές θεών! και πως; και που το δίκηο μας να βρούμε θα μπορέσουμε, όταν καταστρεφόμαστε από της αδικίες των δυνατών; ΙΩΝ Ποιά μυστική αιτία σε λυπεί;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν