United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω πάσαι αι διασκεδάσεις, τας οποίας προ μικρού ανέφερα, έγειναν μεν, αλλ' έγειναν κατά πολύ μικροτέρας διαστάσεις, και ως greatest attraction της ημέρας έμεινεν η ανεμαντλία του σιδηροδρόμου, ήτις αντικατέστησεν από τινων μηνών το δυστυχές ονάριον, ούτινος οι αφιλοκερδείς αγώνες επότιζον άλλοτε τον κήπον της Εταιρείας.

Μετ' ολίγην ώραν ευρέθην εδώ. Και το καπέλλον εξηκολούθησεν: — Ιδού, ω Διαβάτα, η μαύρη ιστορία μου, — ή μάλλον η ξεθωριασμένη ιστορία μου, διότι η ιστορία των καπέλλων είνε εντελώς αντίθετος από την ιστορίαν των ανθρώπων· όσω πλειότερον μαύρη είνε, τόσω και ευτυχεστέρα. Και το δυστυχές Καπέλλον συνεπλήρωσε την λευκήν ιστορίαν του δι' ενός στεναγμού.

Το δυστυχές ζώον προ πολλού δεν είχε γευθή χλωράς τροφής· αλλά λαβόν μοναστηριακήν ανατροφήν εγνώριζε να σέβεται τα άγια, δεινή δε συνεκροτείτο εν τη καρδία του πάλη μεταξύ πείνης και ευσεβείας.

Η Στεφάνα και η Πατσάνα έλεγαν: «Είναι που θέλει να κάνει ελεημοσύνη στις δύστυχες ξαδέλφες του

Θα ήτο δυστυχές ον, το οποίον έζη και ως όγκος· ον, του οποίου η μορφή είχε καταστραφή, αλλ' η εντός αυτού ψυχή, τις οίδε, θα διετήρει πάντως μίαν μορφήν. Τι προς εμέ η όψις του η άμορφος; τόσας είδον όψεις ευμόρφους και ευρύθμους, αλλ' εγκλειούσας ψυχήν άνευ ουδενός χαρακτήρος και ρυθμού.

Και η ιδέα αυτή είνε η μόνη δημιουργούσα την πραγματικήν του δυστυχίαν, διότι η φύσις ουδέν ον έπλασε δυστυχές, και ουδεμίαν ανοησίαν εις τον αιώνα διέπραξεν. Είνε περιβεβλημένη πανταχού με αίγλην και φέρει εφ' εαυτής την σφραγίδα του Κάλλους του αιωνίου· είνε γλυκασμός και σοφία, την οποίαν από της πρώτης της γης ημέρας παρήγαγε θείον σπέρμα, διαρκώς υπό του ανθρώπου καταπατούμενον!. . .

Αλλοίμονον που ανάριθμα πάμπολλα τα δεινά μου κι ο λαός πάσχει ολόκληρος ποιος τρόπος, ποια φροντίδα μου θα διώξη το κακό απ’ την πόλιν; Φυτό δεν αναδίν’ η γη με πόνους και με βάσανα γεννούνε οι δύστυχες μητέρες. Και θενά ιδής να τρέχουνε προς του Άδη τ’ ακρογιάλι, όπως πουλιά που πέτονται το ’να ξοπίσω στ’ άλλο πιο γλίγωρα κι απ’ τη φωτιά την αδάμαστην ακόμα. Αντιστροφή β΄

Τούτον θωρώντας το ναό του Φοίβου, μέσ' στο νου μου κάποια παληάν ανάμνησι θυμήθηκα και πάλι, κ' ενώ εγώ βρίσκομ' εδώ, στο σπίτι ο νους μου τρέχει. — Ω σεις γυναίκες δύστυχες! ω πράξεις τολμηρές θεών! και πως; και που το δίκηο μας να βρούμε θα μπορέσουμε, όταν καταστρεφόμαστε από της αδικίες των δυνατών; ΙΩΝ Ποιά μυστική αιτία σε λυπεί;

Τόννοιωσε από τη συζυγική της πίστη και φρονιμάδα, από ταρίφνητα ψυχικά της, από τη συμπάθεια της προς όσες δύστυχες βρισκόντανε στης παραλυσίας τα βάθια και τις βοηθούσε να ξαναγυρίσουνε σε τιμημένη ζωή. Μα ακόμα πιο τέλεια την έννοιωσαν όταν πρόβαλε ηρωικιά κι ατρόμητη, κι αποφασισμένη στην περίφημη στάση του Νίκα. Εκεί θα τη δούμε την αντρίκια της θέληση.

Και ήνοιξα την θύραν, ήτις αφήρεσεν από του θαλάμου μου αέρα θερμόν, και ορμητικά κύματα παγερού βορρά μου απέστειλε, παρασύραντα και κυλίσαντα προ των ποδών μου όγκον σπαίροντα και σφαδάζοντα, άμορφον όγκον, τον οποίον δεν ηδυνάμην να διακρίνω εν τη σκοτία της νυκτός. Θα ήτο δυστυχές ον, αφού ωμίλησε προς την ψυχήν μου και την αφύπνισε· διότι προς την ψυχήν μόνον η δυστυχία, λαλεί.