Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Ο Θανάσης επλησίασε το τσιτσιρίζον τηγάνιον άνω της κεφαλής του ρινοφώνου αρχοντάρη. — Τα κλειδιά! ωρύετο ο αρχιληστής. Είσαι ο οικονόμος! Σε γνωρίζω. Είσαι ο πάτερ-Σισώης ο δάσκαλος, ο κυρ Σωτηράκης. Επειδή πριν καλογερέψη είχε χρηματίσει διδάσκαλος εν τω χωρίω. Εσύ τα έχεις τα κλειδιά.

— Ο κυρ Μπούτρος όμως ήτανετο Λαύριο, σιόρ Σταματάκη, απεκρίθη σοβαρός και βρενθυόμενος ο οινοπώλης, και είδε τ' ασήμι να τρέχη νερό από της κάνουλαις, και να το κενόνουν με τη χουλιάρα, σαν πως κενόνουν τα φασούλια από το τσουκάλι. Κόπιασε και του λόγου σου να τα ιδής, και τότες ματαμιλούμε, αν αγαπάς.

— 'Σου είπα δεν είν' εδώ· επέμεινεν ούτος οργίλως. Ο Δημήτρης έτρεμεν όλος. Πριν φθάση εις το κατάστημα είχεν ίδη τον κυρ Γιάννη εντός του γραφείου του. Φαίνεται ότι και ούτος τον είδε και, υποθέτων ότι επήγαινε να ζητήση το οφειλόμενον ημεροδούλι του, το έδωσεν εις τον υπηρέτην και αυτός εκρύβη.

Να μ' ελεήσης, φίλε, μ' ολίγο μερτικό Από την εισοδιά σου προς ώρας δανεικό. Κι' ερχάμενος ο θέρος, χωρίς να ζημιοθής, Σου δίνω και κεφάλι και κάματον ευθύς. 140 Πολύ καλά, αποκρίθη· μον δεν παρανογώ, Γιατί να μη φροντίσης, ως έκαμα κι' εγώ. Γιατί, κυρ Μύρμηγκά μου, δεν άδιασα στιμή Από το λάλημά μου, κι' αυτή είναι η αφορμή.

Εκείνη την ώρα έβαλε ένα αεράκι σιγανό κι ανάλαφρο, και το μονόξυλο πήγε τ' ανοιχτά. Θέλησα να το γυρίσω, μα του λόγου της με μπόδισε. Της άρεγε έτσι, μ' άρεγε και μένα έτσι τότες. Καψονιόπαντροι, να τα λέμε τόρα; Έτσι τραβήξαμε αρκετά, όντας ξάφνω σηκόνεται του λόγου της η κυρά αντάρα, κυρ μηχανικέ. Και να πης, σηκώθηκε λίγη, λίγη; Σα να την ξέρασε ξαφνικά κάνας δαίμονας.

Έτσι επέρασα εις το γεύμα, κυρ κόκορα. ΠΕΤ. Δεν εκαλοπέρασες, ταλαίπωρε Μίκυλλε, αφού η τύχη σου σ' έρριξε κοντά εις εκείνον τον φλύαρον γέροντα. ΜΙΚ. Άκουσε τώρα και το όνειρον. Έβλεπα ότι ο Ευκράτης ήτο άτεκνος και απέθανε.

Μικρά ήτον η βάρκα, αλλ' ήτον άφοβος ο κυρ Σταμάτης· με απλωμένα τα πανιά της ωρμούσετο πέλαγος δια να πιάνη με τ' αγκίστρια του τα μεγάλα εκείνα ψάρια, τα οποία ακριβοπληρώνουν οι πλούσιοι, όταν τα ευρίσκουν εις την αγοράν.

Πες μου λοιπόν και μην αργείς ν' ακούσω τη γενιά σου, Για να με κάμης γνώριμον και φίλον της καρδιάς σου. Ο Ποντικός με σοβαρά, σκυφτά τα βλέμματά του, 75 Περήφανα απεκρίθηκε σ' αυτό το ρώτημά του. Το γένος μου, κυρ Μπάκακα, παντού είναι φημισμένο, Και από ζώα, και πουλιά, και αθρώπους γνωρισμένο.

Την επαύριον εσπέραν ο κυρ Δημήτρης, δειπνήσας συντομώτερον και του συνήθους, έπλυνε πρώτον τας χείρας αυτού και το πρόσωπον, υπεδύθη κατόπιν έν ζεύγος καινουργών δήθεν σανδαλιών, άτινα από πέντε ήδη ετών εφύλαττεν η Μαριώ εντός παλαιού ερμαρίου διά τας δ ε σ π ο τ ι κ ά ς ε ο ρ τ ά ς, εφόρεσε το καλόν του φέσιον, και ευτρεπίσας όσον κάλλιον ηδύνατο την λοιπήν αυτού αναβολήν, ητοιμάσθη να εξέλθη, λέγων·

Ύστερα ανασηκώθηκε αγάλι' αγάλια, κάθησε σταυροπόδι έπιασε με τα δάχτυλα των χεριών του, τα δάχτυλα των ποδαριών του, χαμογέλασε κι είπε με μια φωνή απαλή και ψιθυριστή, όπως κάνουν τα παιδιά όταν γυρεύουν παρακαλώντας από τη γιαγιά τους, παραμύθια: — Πες μας για τον πόλεμο, κυρ λοχία... Ο λοχίας δε γέλασε άλλο. Ανασηκώθηκε κι αυτός λιγάκι.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν