Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
ΑΓΓΕΛΙΚΗ Τι έχεις, Τουανέττα; γιατί κλαις; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αλλοίμονο! έχω να σου πω μια θλιβερή είδησι. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ε! Τι; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ο πατέρας σας . . . . πέθανε . . . . ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ο πατέρας μου πέθανε; Τι λες, Τουανέττα; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ναι, κυττάχτε τον εκεί. Τώρα μόλις εξεψύχησε, ύστερα από μια λιποθυμία, που τον έπιασε. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Αχ! Θεέ μου! τι δυστυχία! τι σκληρό κτύπημα!
Μόνο σαν την είδε να κλαίη και να δέρνεται, πήδησε ένα κλαδί παρακάτω, έσκυψε πάνω απ' το κεφάλι της και της είπε: — Γιατί κλαις και δέρνεσαι, όμορφη χήρα; Αργεί ακόμα η αυγή. Σύρε στο σπίτι σου και στρώσε το νυφικό σου κρεββάτι, για να σε προφτάση ο αγαπημένος σου. Η όμορφη χήρα αναστέναξε και είπε: — Καλό πουλί, το νυφικό μου κρεββάτι τόχω στρωμένο εδώ πέρα. Θα τον περιμένω ως που να γυρίση...
Τ' έχεις, φλογέρα, και μου κλαίς και μου παραπονιέσαι; Μη προμαντεύης θάνατο, μη προμαντεύης χάρο; Μη μ' εμπεζέρισες κ' εσύ και θέλεις να μ' αφίσης; Ή μήνα της αγάπης μου το χωρισμό θυμάσαι Και κλαις και θες τον πόνο μου να μερασθής μ' εμένα;
Υπάρχουνε πολλές δυστυχίες στον κόσμο. Δεν είναι ανάγκη να κλαις γι' αυτό. Αν είχαμε να κλαίμε για όλες τις συμφορές του κόσμου .. . ΔΩΡΑ — Αν ξέρατε, μπαμπά μου, πόσο την πόνεσα. Μια στιγμή σήκωσε τα μάτια της επάνω μου, πνιγμένα στα δάκρυα. Εκείνη η ματιά της μου φάνηκε πως μου ζητούσε μια βοήθεια, μια παρηγοριά.
Και δε μου λες γιάειντα κλαις; Γιατί δε σ' αφήκα να κάνης τον μωρό, να σε χαϊδεύουνε, σαν όνταν εκατουργιούσουν απάνω σου; Είδες, μωρέ, άλλο τω χρονώ σου να τόνε βάνουν οι κοπελιές στην ποδιά τως; Δε θωρείς το μπόι σου; Εσύ 'σαι, μωρέ, μπλειο ντελικανής και θα σε παίζουν ακόμ' οι κοπελιές, σα μωρό, να σου λένε πως σαγαπούνε και πως θα τσι πάρης; Κρίμας και τα γράμματα πούχεις μαθωμένα!
Πιστέβω κανείς στη ζωή του να μη νόμισε πως είναι δυνατό, ένα έθνος αλάκαιρο να ξέρη τη γραμματική σαν που την ξέρει ο δάσκαλος στο σκολειό, — κι όχι μόνο να την ξέρη, μα ποτές του να μην την ξεχάση, μήτε όταν κλάψη μήτε όταν τύχη και χαρή, να βασανίζεται, να τυραννιέται μέρα νύχτα μήπως του ξεφύγη κι αλλάξη τους μαθημένους τύπους, μήπως η παλιά συνήθεια τον ξανακάμη σκλάβο Θα προσέξη να μην πη ποτές, ποτές του και με κανέναν τρόπο τη μάννα του μάννα , το παιδί του παιδί , και την κόρη του κόρη · να λέει πάντοτε: μήτερ , να μη φωνάξη ποτές του παιδιού του· «Παιδάκι μου, σώπα· έλα! μην κλαίς», παρά να του λέη· «Σίγησον, ω παι»· να μη μιλήση ποτές μέσα του την κοινή γλώσσα· να μάθη να συλλογέται αρχαία, ακόμη κι όταν είναι μοναχός του· να μη φανή άθρωπος, να γίνη θαματουργός.
Τι κλαις μωρή ; γρουσούζα! Σκοτωμένο μ' έφεραν και κάνεις έτσι δα; Δεν υποφέρνεσαι, το ξέρεις για όχι; Ζωή είν’ αυτή!
»Λαμπέτη, σφόγγισε, τρίψε με χώμα Το γιαταγάνι σου, κ' είναι θολό... Πώς κλαις;.. τι δέρνεσαι;.. Τρίψε το ακόμα, Μην τρέμεις... ζύγωσε... Δος μου να ιδώ.» »Το αίμα τάπιστο με το δικό μου Δε θέλω επάνω του νανταμωθή, Φαρμάκι αγλύκαντο μες 'ς το λαιμό μου Δε θέλω σύντροφο κάτου 'ς τη γη.» »Χτύπα, Λαμπέτη μου!.. Άπλωσε, πιάσε, Σφίξε 'ς τα δάχτυλα τάσπρα μαλλιά... Τα χέρια εσταύρωσα... Μη με φοβάσαι.
— Κλαις, ωρέ χαντακωμένε Λάμπρο, κλαις; Δες είσ' εσύ, πώχεις φάει δέκα τούρκους με τα χέρια σου ως τα τώρα, ωρέ Λάμπρο, και γιατί πάει κι ο Μπεϊλούλαγας σήμερα κλαις σαν το μικρό παιδί και μαλώνεις το Φώτο; Αν μας το σκότωνε το παιδί ο σκύλλαρος, τι θα να γενόμασταν εμείς τότες, ωρέ καϋμένε; Άιντε να φύγουμε γλήγορ' απόψε.
Μια μέρα ο πατέρας αρρώστησε και στην εβδομάδα απανωθιό έγεινε του θανάτου. Τη στιγμή, που θ' απέθνησκε είπε στο παιδί του, που κάθονταν στο προσκέφαλό του κι' έκλαιγε: — Μην κλαις, παιδί μου! Έτσ' είν' ο κόσμος. Ο γονιός πρέπει να πεθαίνη πρωτύτερα από το παιδί του, κι' αυτό είναι το καλύτερο. Αν πέθαιναν τα παιδιά πρωτύτερα από τους γονιούς τότε η πλάση θα χάνονταν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν