Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Κ' οι ναύτες τους, κ' οι βλαστημιές τους, όλα πνιγμένα! Μόνο που είτανε ρηχά τα νερά, κ' έμειναν τα κατάρτια απ' έξω, και τάδερνε ο άνεμος και τους σάλευε το μνημούρι τους. Ως και νεκρούς δεν τους άφινε η φουρτούνα! Σα μεγάλωσα, και το συλλογιούμουν εκείνο το περιστατικό, έλεγα, ίσως κάτι ήθελε να μας πη ο Άη Βασίλης εκείνη τη μέρα.

Πούναι ο άνδρας σου; Πούν' τος; Ότι μπήκα απ' την πόρτα, ακούω μπλουμ! Τρέχω. . .Τι να ιδώ! Δεν πρόφθασα . . . Ούτε ήξευρα πως είσ' εδώ. Σε είχα στο χωριό πως βρίσκεσαι . . . Είχα μάθει πως ήσουν άρρωστη . . . Την τρομάρα που πήρα! . . . Τώρα κρέμασμα ανάποδα και γλήγορα . . . Δεν πιστεύω να είναι καλά πνιγμένα . . . Πούναι . . . τος ο άντρας σου; Πούντος;

Το γνώρισε η Πεντάμορφη και κατεβαίνει κάτου. Αυτιάζεται, χτυπάει τη γη και χλιμιντράει εκείνο, Σαν κάτι νάθελε να ειπή. Το ξεφορτώνει η κόρη, Παίρνει, και το δισσάκι λυεί... και τι να ιδή!... λαχτάρα!... κομμάτια ανθρώπινου κορμιού 'ςτά αίματα πνιγμένα, Και 'ςτά κομμάτια ανάμεσα τώμορφο το κεφάλι Του νηού που την εγλύτωσε!... Δέρνεται και μαδιέται…

Αλλά, αλλά γελάσθηκα. Μια 'πατηλή ελπίδα Μου μένει πάντατην καρδιά Ν' ακούσω ώραώρα Ένα τουφέκι βροντερό 'Στήν ένδοξη τον χώρα. Το βρόντο του δεν άκουσα, Μόν 'σάν καπνούρα είδα Για σώπα, σώπα και θαλθή Μια 'μέρα και για σένα, Ν' ακούσης και το βρόντο του, Να ταραχθή η Πλάσι, Τα έρμα τούτα τα βουνά Να σκούζουν, και τα δάση Και τα λαγκάδια να βογγούν Στα αίματα πνιγμένα.

Ήθελε να πη ο Βαγγέλης για την Ασημίνα τη γυναίκα του, που λιγοθυμισμένη στο πάτωμα γυρεύανε να τη συνεφέρουνε οι γειτόνισσες. Καθώς είδε τον άντρα της να τον φέρνουνε στα χέρια, έμπηξε μια ψιλή φωνή και σωριάστηκε χάμω. Ανασηκώθηκε μια στιγμή, φώναξε, δάρθηκε, έκανε να πέση απάνω του, μα πάλι ξανασωριάστηκε στο πάτωμα, με μικρά πνιγμένα βογγητά.

Την τετάρτην ημέραν ήλθε πολύ ωχρά και μαραμένη· εφαίνετο να πάσχη. — Τι έχεις, κορίτσι μου, της είπεν ο πατήρ της. — Αν δεν έλθης, πατέρα, του απήντησεν αποτόμως αίφνης, με παράπονον και με πνιγμένα δάκρυα, να ξεύρης, θα πεθάνω από τον καϋμό μου! Έρχομαι, κορίτσι μου, είπεν ο Φραγκούλης. Τω όντι, την άλλην ημέραν επήγεν εις την οικίαν.

Η ώμορφη βασιλοπούλα, πουτο παραθύρι απάνου Με καρδιόχτυπο ακαρτέρει να δεχθή το ταίρι της, Βλέποντας τον τσακωμό τους τρέχει να τα ξεχωρίση, Όμωςαίματα πνιγμένα ταύρε η αγλύκαντη τα δυο. Κάποτ' ύστερα μια μέρα βούλιαξε το έρμο Κάστρο Κι' ούτε η κόρη εξαναφάνη.

Υπάρχουνε πολλές δυστυχίες στον κόσμο. Δεν είναι ανάγκη να κλαις γι' αυτό. Αν είχαμε να κλαίμε για όλες τις συμφορές του κόσμου .. . ΔΩΡΑΑν ξέρατε, μπαμπά μου, πόσο την πόνεσα. Μια στιγμή σήκωσε τα μάτια της επάνω μου, πνιγμένα στα δάκρυα. Εκείνη η ματιά της μου φάνηκε πως μου ζητούσε μια βοήθεια, μια παρηγοριά.

ΦΕΡΔΙΝ. Απάνω στην ελπίδα πώχω για γαληνές ημέρες, τέκνα καλά, και μάκρος ζωής, μ' ακέραιη την αγάπη που είναι τώρα, το σκοτεινότερο σπήλιο, ο ευκαιρότερος τόπος, η πλέον δυνατή παρακίνηση του κακού μας δαίμονος, δεν θα είναι ποτέ αρκετά να λυώσουν την τιμή μου εις το πάθος, ώστε να βλάψω τον αιθέρα εκείνης της λαμπρής ημέρας, όταν τάλογα του Απόλλωνος για με θέλ' είναι πνιγμένα, και η νύκτα ασάλευτη.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν