Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Και κάτω στ' αγριοχόρταρα, στις πατουλιές και στους βάλτους οχιές κι αστρίτες βατεύονται, δεντρογαλιές γεννοβολούν, γήταυροι βογγούν, στοιχειά μαλώνουν. Κ' είνε μια θλίψη και μια κατάρα ολούθε. Το σπίτι του Χαγάνου ήταν σε μιαν όμορφη ακροποταμιά. Τα χαλάσματα που ξεχρέωσε ο Αντρέας ο Ευμορφόπουλος δεν ήταν παρά το πρώτο — πρώτο σπίτι των προγόνων του.
Σε μια κι άλλη μεριά του Της λίμνης τ' άσπρα τα νερά τα δόλια δεν προφταίνουν Να το 'ρωτήσουν τι του φταίν' κ' άγρια τα ξεσχίζει. Βογγούν, φωνάζουν, σκούζουνε και μεριασμένα μένουν Κ' εκείνο φεύγει και πετά και σχίζει, πάντα σχίζει, 'Σάν νάθελε σε μια στιγμή εκεί που πάει να φθάση. Μέσα του το γραμματικό καθάρια το Θανάση Βλέπω του καπετάν Μακρή.
« Αρχίζει τότε ο πόλεμος. » Αστράφτει το τουφέκι » Ανάφτουνε τα χέρια μας » Πώπιαναν τα τρομπόνια. » Βογγούν οι λόγκοι απ' ταις βρονταίς » Που βγάζουν τα κανόνια »'Σ τα σίγνεφα πετάγονται » Βόμβαις 'ς αστροπελέκι,»
Τότε τα δένδρα άρχισαν να βουίζουν δυνατά, τα ποταμάκια να βογγούν σαν θάλασσα και τα πουλιά να φωνάζουν δυνατά όλα μαζή. Άκουσε ο βασιλιάς τη μεγάλη ταραχή κ' έτρεξε στο περιβόλι. Σαν είδαν τα μάτια του το βασιλόπουλο, βγήκε απ' τα λογικά του, έγινε άγριος σαν θηρίο και με μια σφυριγματιά φώναξε τους στρατιώτες του.
Αλλά, αλλά γελάσθηκα. Μια 'πατηλή ελπίδα Μου μένει πάντα 'ς την καρδιά Ν' ακούσω ώρα 'ς ώρα Ένα τουφέκι βροντερό 'Στήν ένδοξη τον χώρα. Το βρόντο του δεν άκουσα, Μόν 'σάν καπνούρα είδα Για σώπα, σώπα και θαλθή Μια 'μέρα και για σένα, Ν' ακούσης και το βρόντο του, Να ταραχθή η Πλάσι, Τα έρμα τούτα τα βουνά Να σκούζουν, και τα δάση Και τα λαγκάδια να βογγούν Στα αίματα πνιγμένα.
Δεν πρόφθασε »'Στή Ράχωβα να φθάση, » Βροχή τον πνίγει φλογερή, » Φωνάζουν σα δαιμόνοι » Οι Τούρκοι. Πέφτουνε 'ς τη γη. » Σκούζει αυτός, θυμόνει!..· » Τα μετερίζια αστράφτουνε, » Βαρειά βογγούν τα δάση» . « Ήσαν αμέτρητοι αυτοί. » Έπεφταν 'σάν κοράκοι, » Όταν ψωφίμι νοιώσουνε. » Και πέφτουνε κοπάδι » Αλλ' οι παρέκει κυνηγοί » Τους στρώνουν 'ς το λειβάδι· » Έτσι κ' οι Τούρκοι.
Γύρω μας και γύρω στ' άλλα τέρατα που δεν έπαυαν να βρυχώνται και να βογγούν με απελπιστικήν επιμονή και στην Ανατολή αντίκρυ έστεκεν η ομίχλη βαρυθεμέλιωτη, κρύα, σκοταδερή, αέρινος Καύκασος σαν να μας είχε πείσμα. Μόνον δυο τρεις φορές οι αχτίνες του ήλιου ελόγχισαν με δύναμι τ' αδυνατώτερα μέρη κ' έδειξαν ολόγυρα τη φυλακή μας ασημοχρύσωτο κρύσταλλο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν