Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Πού πάω; θα πάρω τους κολλήγους και θα πάω ίσα ναν του χαλάσω τη σπορά. Δε θαν τον αφήσω γω να καλλιεργήση μπροστά στη μύτη μου! — Κάτσε ήσυχα, μωρ' αδερφέ· κάτσε ήσυχα να ζήσης· του είπε με μαλακή φωνή ο Δημητράκης. — Γιατί να κάτσω ήσυχα αφού πατάει τον τόπο μου ; — Μα καλά· πούθε θα περάσης για να πας ως εκεί; Ο Χαγάνος είνε στη μέση. Σ' αφίνει ο Χαγάνος να πατήσης το χτήμα του ;

ΑΣΤ. Και γιατί μουρέ; δεν ατζιτάρεις γιαμά να πας α ρέστο, γιατ' είσαι λογοθέτης; ξαφνικό να σ' ούρτη!!

Ο τρελλός φώναζε κιο παπάς έλεγε στο δαίμονα, πούτον, ως υπόθεταν, μέσα στον άρρωστο: — «Έβγα θεοκατάρατε, από τον άνθρωπο, να πας στα τάρταρα του Άδου, το κατοικητήριό σου!» Ο άρρωστος αποκρινόταν, αντί του δαίμονα: — «Από πού να βγω; — Από τανύχι του μικιού του δακτυλιού, να μην του κάμης κακόΤότε ο άρρωστος γελούσε αληθινό σατανικό γέλιο κέλεγε: — Κιαμέ δε θα βγω; Α δε βαριέσαι, ανήμενε.

Θε μου, Άι-Προκόπη μου. — Αχ! Παναγία μου! Πριν αρθρώσωσι δευτέραν λέξιν, τρίτος εξόπισθεν του βράχου προέκυψεν, ο Κουμπής. — Μη φοβάσαι, αθώα Λελούδα! Κουμπίνα, να πας στο σπίτι σου. Έλα μαζί μας, Λελούδα. — Να 'ρθή; πού να 'ρθή; Σε καλό σου, Κουμπή, ετόλμησε να ψελλίση η Κουμπίνα. — Σύρε στο σπίτι σου, Κουμπίνα, επανέλαβεν ο σύζυγός της. — Λελούδα, έλα θα πάμε στην φεργάδα.

«Καράβι καραβάκι που πας γιαλό γιαλό, «τον αδελφό μου φέρε, φέρτον με το καλό. «Καράβι καραβάκι, που σκίζεις τα νερά, «τον αδερφό μου φέρε, τη μόνη μου χαρά! Τον έλεγαν αγέλαστον, παράξενον, κακόν μάλιστα, ενώ ήτο ο καλλίτερος των ανθρώπων. Ποσάκις το εξωτερικόν δεν απατά!

Αυτός ο δρόμος δε βγάζει πουθενά... Ο ζητιάνος χαμογέλασε αδιάφορα και μουρμούρισε πάλι: — Και ποιος σου είπε να πας ; Γύρισε πάλι τα μάτια του κατά τον κάμπο. — Κυττάζεις ακόμα το δρομαλάκι; του είπα πειρακτικά. Ήμουνα βέβαιος πως δεν θα μ' αποκριθή. Εκείνος όμως χωρίς να γυρίση να με κυττάξη, μου είπε: — Όχι. Κυττάζω το φτωχό το γαϊδουράκι, που το γύρισε πίσω ο αγωγιάτης.

Έτσι το κάνουν κι' οι θεοί• για ιδές ταγάλματά τους στα χέρια• σαν ευχόμεθα να δώσουν ταγαθά τους, στέκουν, κι' ανάποδα κρατούν τα χέρια τους αείποτε, όχι να δώσουνε κι' αυτοί, αλλά ν' αρπάξουν τίποτε. Α' ΑΝΗΡ Ευλογημένε άνθρωπε! παραίτησε με τώρα να προετοιμασθώ κ' εγώ• και μη μου τρως την ώρα, να συμμαζέψω τούτα εδώ. . . Πού τώχω το λουρί; Β' ΑΝΗΡ Με τα σωστά σου θα τα πας;

Τείναι κι' αυτός ο Έρως!.. ασφάλειαν δεν έχεις κι' αν πας Χατζής να γίνης εις τα Ιεροσόλυμα... ως Σούτσου Οδοιπόρος οπίσω του θα τρέχης ως πού να ξεθυμάνης εις ένα γεννοβόλημα. Όσο τυφλός κι' αν είναι, όσο κι' αν είναι νάνος, εμπρός του τύφλα νάχη παν αγαθόν επίγειον... κι' εγώ θαρρώ πως στέκει 'ψηλός σαν Καραπάνος και της ζωής ιδρόνει να βρη το Ισοζύγιον.

Προσήλου το βλέμμα της εις πάσαν ατραπόν, έτεινε τω ους αυτής προς τον αμυδρότατον ήχον, και πας κρότος τη εφαίνετο κρότος βημάτων, πάσα σκιά υπεδύετο το σχήμα ανθρωπίνου αναστήματος.

Καλή σου νύκτα· αλλάτου θείου μου την κλίνην μη πας, και, αν αρετήν δεν έχεις, καν ως ξένην πάρε την· η συνήθεια, το θεριό 'πού τρώγει, ο δαίμονας των έξεων, την συναίσθησίν μας, είν' άγγελος εις τούτ', ότι δανείζει ομοίως, διά να κάμωμεν έργα επαινετά και ωραία, ευκολοφόρετην στολήν.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν