Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Και γιατί δεν μπαίνεις μια στιγμή μέσα; ξαναλέει η Βασιλική. Αναφτερούγιασε από τρόμο ο Μιχάλης σαν τάκουσε το κάλεσμ' αυτό της Βασιλικής, και μόνο που δεν έπεσε χάμω. — Όχι· κάλλιο να πάγω, γιατί θα προσμένη. Και τράβηξε ο Πανάγος τον ανήφορο μαζί με το σκύλο. Είταν εκείνη την ώρα ο Μιχάλης με το Σουλτάνο γενιά.

Εσένα πρέπει, αφέντη μου, το πρώτο το βαρβάτο Νάχη γερτάνι από φλουρί και κέρατα απ' ασήμι, Να τ' ακλουθάν τα πρόβατα, να τ' ακλουθάν τα γίδια, Να τα σουράς να χαίρεσαι και να τα καμαρώνης. Εσένα πρέπει, αφέντη μου, για να καβαλικεύης Τ' ασέλλινο, προσέλλινο, το κάλλιο το πουλάρι.

Ο κλέφτης άνοιξε το πάτημά του, Πηδά χαλάσματα και λαγκαδιαίς, Πέρνει το λείψανοτην αγκαλιά του... Κάλλιοτην πλάτη του χίλιαις βολιαίς. Αγριοπρίναρα, παλούρια, βάτοι, Τη σάρκα τώτρωγαν, όθε διαβή. Το αίμα του έβαφε το μονοπάτι, Εμπρός τρισκότειδο, και πίσω εχθροί. 'Σ το χιόνι εβάλτονε το παλληκάρι, Τη γλώσσα τώφρυγε δίψα σκληρή, Νύχτα θεότυφλη χωρίς φεγγάρι Και δεν απόσταινε, πάντα πατεί.

ΝΕΑΝΙΑΣ Τι βαρκαδόροι θάσαστε κ' οι δύο σας κακοί! Α' ΓΡΑΥΣ Γιατί; Β' ΓΡΑΥΣ Τράβα μπροστά και τσιμουδιά! Γ' ΓΡΑΥΣ Μ' εμέ θα βγάλη τη βραδειά! Β' ΓΡΑΥΣ Φάε μια χύτρ' από βορβούς και θα γενής θηρίο. ΝΕΑΝΙΑΣ Αλλοίμονό μου ο δύστυχος! τράβα και τράβα, να με κοντά στην πόρτα μ' έφερε! Β' ΓΡΑΥΣ Δεν μου γλυτώνεις• πάμε να κυλισθώ με σένα! ΝΕΑΝΙΑΣ Απ' το να σ' εύρουν δυο κακά, κάλλιο να σ' εύρη ένα!

Ας τα, ας τα! ανακράζει ο Δημήτρης. Έπειτα γυρίζοντας και κοιτάζοντάς τονα σοβαρά και συλλογισμένα. — Η γυναίκα σου κι αυτός σαγοράζουν και σε πουλούνε δέκα φορές πρι να το μυριστής εσύ, κακομοιριασμένε! Μωρέ, άκου δω· γεννήθηκες από τη μακαρίτισσα τη μάννα μας, ή δε γεννήθηκες; Και δεν το θυμάσαι, καημένε, σα μας τόλεγε και το ξανάλεγε, «Κάλλιο να βγουν τα μάτια σου παρά τόνομά σου

Αν εννοής να τα έχης έτσι καταιβασμένα, δεν σε λέγω τίποτε. Θα μου χαλάσης την ιστορία. Κάλλιο να την αφήσουμε μίαν άλλην ημέρα, για να γελάσης και συ με την καρδιά σου, να γελάση κ' η μητέρα κομμάτι, που τόσαις ημέραις δεν εγέλασεν ακόμη με τα σωστά της, η καϋμένη. — Έλα! τω είπον τότε.

Παρά τέτοια ντροπή, να γυρίσω και να με περιγελάη το χωριό, κάλλιο ναύτης αγνώριστος, ώσπου να με βοηθήση ο Θεός να γείνω και γω κάτι. Με βοήθησε ο Θεός. Γύρισα στον τόπο μου μερικά χρόνια κατόπι καπετάνιος, και με πάντρεψε η γριά μου. Είτανε μαζί μου κι ο Μοσκοννησιώτης ο καραβοκύρης, κι αυτός είταν που με βάφτισε Πολίτη , ο κανάγιας».

Ήταν άγριος και κακός σε μένα όπως και στους ναύτες του. Εκείνοι απόφευγαν να δουλέψουν κοντά του. Κάλλιο σκλάβος στ' Αλιτζέριπαρά με τον Καλιγέρη, έλεγαν για να δείξουν την απονιά του. Τους έψηνε τα ψάρι στα χείλη. Όχι μόνον στη δουλειά μα και στο φαγί και στην πληρωμή ακόμη.

Μα τα λόγια της Ελπίδας τον έντυσαν με την υπομονή και την αυτοπεποίθηση. Μάλιστα ντράπηκε που ντράπηκε. «Κάλλιο γυμνός παρά με ξένα ρούχα κι' ας είν' και του πατέρα μου» σκέφτηκε. Γυμνός ως που να υφάνη με τα χέρια του καινούριο παννί. Έβλεπε ξάστερα πως για να το υφάνη αυτό το παννί έπρεπε να καθίση σε άλλον αργαλειό κι όχι σε κείνον που καθόταν ο αδερφός του. Εκείνος ήταν παλιός.

Βλέπε κάλλιο το στεφάνι που φέγγει γύρω στο πρόσωπό μου. Κάλλιο άκουγε τον πόνο που βγαίνει με τη φωνή μου. Πόνο μήτε για σένα μήτε για μένα, μόνο για τους μύριους που θα τους σκεπάση αυτό το χώμα.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν