Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Η ευλάβεια εξέλιπε προ πολλού εκ της οικουμένης, αλλ' αι εικόνες του Ραφαήλου και η φωνή των Λακορδαίρων ή των ευνούχων του Πάπα ελκύουσιν ακόμη προσκυνητάς υπό τους θόλους του Αγίου Πέτρου και του Πανθέου, ενώ ημείς άπαξ μόνον του έτους πορευόμεθα φράσσοντες τα ώτα εις την εκκλησίαν. Άμα ετελείωσεν ο όρθρος, έσπευσεν ο Φρουμέντιος να ξεναγήση την Ιωάνναν εις το νέον αυτής κλωβίον.

Άγριοι κ' εμείς σαν δράκοι ετοιμαστήκαμε να παλαίψουμε στήθος προς στήθος με τον Χάρο. Άξαφν' ακούω στην πλώρη στριγγιά τη φωνή του σκοπού και την καμπάνα που εχτύπαε διαβολεμένα. Την ίδια ώρα άλλη παρόμοια φωνή και άλλος καμπάνας ήχος ακούστηκε να βγαίνη από το τρισκότιδο. Όποιος δεν άκουσε στη ζωή του τέτοια φωνή και τέτοια καμπάνα, χίλιες φορές καλότυχος και καλόμοιρος!

Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΑλλοίμονο. Πεθαίνει, γιατρέ μου. Κύριε Τάσσο μου. Πεθαίνει η καλή γυναίκα. Η φωνή της σβύστηκε. Το χέρι της αργοκινάει ακόμη, το χέρι της σα να σε γυρεύη. Εσένα γυρεύει, κύριε Τάσσο μου. Φύγε εσύ αποδώ. Μην ακούς Τάσσο. Κάθισε. Εγώ θα πάω να ιδώ. ΦΛΕΡΗΣΌχι, δεν με κρατάτε. Τώρα καταλαβαίνω. Τώρα! Αφίστε με. Αφίστε με να τρέξω σιμά της. Βγάλτε τα χέρια σας από πάνω μου.

Εκόλλησε το χλωμό πρόσωπό του στο σιδερόφραχτο φεγγίτη μπροστά, και μας άφισε τον υστερνό χαιρετισμό·Έχετε γεια, ωρ' αδέρφια! Καλή κοινωνία, ωρές παιδιά! είπε κ' εροβόλησε περίχαρος τη σάπικη σκάλα του Ένα και του Τέσερα . Του Ψυχομάνη τάγρια μάτια αστραποβόλησαν στη φωνή, κατά την πόρτα, πούχε χαθή πίσωθέ της του Καναβιού η ολόχαρη μορφή. Ξανάτριξε τόρα τα δόντια με λύσα, από μέσα.

Ο Τριστάνος απάντησε με την αλλόκοτα αλλαγμένη φωνή του: «Μεγαλειότατε, καλέ και ευγενή μέσα σ' όλους τους Βασιλιάδες, το ήξερα πώς στην όψι σου θάλυωνε η καρδιά μου από τρυφερότητα. Ο Θεός να σας προστατεύη, ωραίε Άρχοντα! — Φίλε, τι ήρθατε να ζητήστε δω μέσα; — Την Ιζόλδη, που τόσο πολυαγάπησα. Έχω μια αδερφή, και σας την φέρνω, — την πανώρηα Βρουνεώτη.

Ταντροκόριτσο η Σμαράγδα άρχισε αυτή πρώτη. Ό,τι έκαμνε όμως να σκαρφαλώση, πετάει η μάννα της από το παράθυρο μια φωνή. — Νάρθης μέσα και σε θέλω, Σμαράγδα! Πηδάει κάτω η Σμαράγδα, σιάζει τα μαλλιά της, και δρόμο. Μείναντας μονάχος του ο Παυλής και στενοχωρημένος που έγινε αφορμή να τη μαλλώσουνε τη μικρή, τι να κάμη, τραβάει προς τους γέρους. Οι γέροι όμως ακόμα τα δικά τους.

Το βάσανό μου αυτό εβάσταξε, λέγει, ως το ηλιοβασίλεμα, και τότε όλοι μαζί έφεραν το κεφάλι μου και το έθαψαν πίσω από της Παπαντής το Άγιο Βήμα· και θάφτοντας ετραγουδούσαν και μου έλεγαν: — Στην άλλη ζωή!... στην άλλη ζωή!.... Μέσα στο καταφώνιασμα εκείνο ακούω μια φωνή να μου φέρνη το αέρι: — Ε από το μπάρκο!...ε!...

Εδώ είναι που θα βάλη το έθνος το πιο γλυκόφωνό του παιδί να λαλήση και να του ξηγήση τι λεν αυτά τα γαλάζια τα βουνά γύρω, αυτοί οι κάμποι, αυτές οι πέτρες! πού να τη βρούμε τώρα τέτοια δύναμη και φωνή! Από πού να φανερωθή τέτοιος θείος Μεσσίας, κι αν φανερωθή, σε τι γλώσσα να μας λαλήση, και ποιο Θεό να λατρέψη!

Να την ξεχάσω θέλω, αλλά την μνήμην μου βαρειά μου την καταπλακόνει, καθώς τον νουν αμαρτωλού βαραίνει αμαρτία. Είν' ο Τυβάλτης έκραξε, νεκρός, και ο Ρωμαίος εξωρισμένος! Η φωνή αυτή, εξωρισμένος, μου ήλθε 'σαν να έσφαξαν Τυβάλτιδες χιλίους.

Ήτο η φωνή της γραίας γειτονίσσης, ήτις μαθούσα την χαροποιάν είδησιν έσπευσε να δείξη όλην την αγαθήν της διάθεσιν, όχι μόνον αναγγέλλουσα την χαράν, αλλά και μετέχουσα ταύτης.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν