Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Κατάρραχα το βουνό της Καστρίτσας ανοίγεται απλωτό και καλόχτιστο και πέφτει σιγά σιγά κι ομαλά κατά την άκρα του προς τη λίμνη.
Ω μαύρη και τελεία κατάρα του Οιδίποδα και της γενεάς του, ένα κακό μου πέφτει στην καρδιά μου σύγκρυο και σαν μαινάδα για τον τάφο τους εξέσπασα σε μοιρολόγια, ακούοντας το αιματοκύλισμα και τον κακό το θάνατο που βρήκαν· καταραμένη αλήθει’ αυτή του κονταριού τωνε η συναυλία!
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ 'Σ ένα ρυάκι επάνω ιτιά γυρμένη τα χλωμά της φύλλα δείχνει μες τον καθρέφτην του νερού 'πού αγάλι ρέει· έφερε η κόρη αυτού φανταστικά στεφάνια από τσουκνίδαις, χρυσολούλουδα και κρίνα, και από τα κόκκιν' άνθη, 'πού οι βοσκοί διακρίνουν μ' επίθετο χοντρό, και 'πού η ψυχραίς παρθέναις τα λέγουν δάκτυλα νεκρών· και ως προσπαθούσε αυτού σκαρφαλωμένη τα πλεκτά της άνθη 'ς τα κλωνάρια, 'πού έκλιναν, να κρεμάση, εκόπη έν' άσπλαχνο κλαδί, και αυτή με τα χλωρά της τρόπαια πέφτει 'ς το ποτάμι οπού την κλαίει.
Και σαν καγούνε, και ξεβρωμήση ο κόσμος, τότες πέφτει oυράνια βροχή από πάνω, και σβύνει η φωτιά, και φυτρώνει χορτάρι, και πρασινίζει ο κόσμος, και γίνεται χαρά Θεού, κ' έρχουνται οι γραμματισμένοι και γράφουν ιστορίες, τι λογής πήγε μια φορά ένας Μεγάλος Τύραννος να σβύση μια μεγάλη φωτιά, και τσουρουφλίστηκαν τα φτερά του, κ' έπεσε μέσα, και χάθηκε από τον κόσμο μια για πάντα, και κείνος, κ' οι παρατυράννοι, και τα μικρά τυραννόπουλα».
Το φως εσύ αποφεύγεις Της ημέρας, φοβούμενος Μήπως των προδομένων Ανθρώπων σε ξανοίξουσιν Η μακραί σπάθαι. Κράζεις την νύκτα κ' έρχεται· Αλλά εις το σκότος μέσα Τυλιγμένος φαντάζεσαι Εχθρούς αρματωμένους, Και ως άφρων μένεις. Αν μαυροφορεμένης Χήρας, αν βρέφους θρήνον Ορφανικόν ακούσης, Τρέμεις, και το ποτήρι σου Πέφτει σχισμένον.
Τούχα γνωρίση 'ς τ' 'Αγραφα... Πούσαι καϋμένε, Δίπλα, Να ιδής που δεν εβράχνιασεν ο λάρυγγάς του ακόμα!.. Έψησ', εμαύρισε καρδιαίς... Θα εδάγκασε κουφάρι.. Το βόλι δεν εδιάβηκε ... Γονάτισ' ένας ... πέφτει... Καλή αρχή... ματώθηκαν... ανάφτει το γεφύρι... Πώς πολεμούνε τα σκυλιά!... Διάκε; ...καπνός... δε βλέπω. — Καλήτερα για σένανε.
Πάει και πέφτει ο βασιληάς 'ς της λυγερής τα πόδια — Πάψε, κόρη, τον αργαλειό, πάψε και το τραγούδι, Γιατ' απ' το βρόντο τ' αργαλειού κι' απ' τον γλυκό ηχό σου Ο ήλιος εσταμάτησε, δεν πάει να βασιλέψη, Και καταριέται η αργατειά κι' οι ξενοδουλευτάδες, Κ' ήρθαν μέσ' ς τα παλάτια μου και σκούζουν και φωνάζουν Ή να γιατρέψω το κακό, ή θα με θανατώσουν.
— Όχι, εφώναξε με μανία ο Στέφανος. Τα σκοτεινά δε μ' αρέσουνε· το σπίτι πρέπει ν' ανοίξη. Και με όλη του τη δύναμι πέφτει απάνω στον ένα σύντροφο, τον ρίχτει κάτω, αναποδογυρίζει το σοφρά με τα φαγιά και τα κρασιά και κινά, τρικλίζοντας, κατά το μέρος που ήταν οι γυναίκες. Ο γέρω Μαρούπας τρέχει τότε και τον αρπάζει από τη μέση και με πολλά παρακάλια και μάτια μου και φως μου, τον ησυχάζει λίγο.
Ο μάστορας, άνθρωπος εύθυμος, ετραγουδούσε πολλάκις, ενώ έκτιζε, κωμικά άσματα της πατρίδος του· διεσκέδαζε δε ιδίως να σκανδαλίζη τον Μανώλην διά του άσματος εις το οποίον νεαρός ανεψιός χαριεντίζεται με την θείαν του: Πέρα πήαινα στη ρύμη με τη θεια μου την Ερήνη. Σκούντα 'γιώ και σκούντα κείνη, κάνει ο Θιός και πέφτει κείνη. Έδε τόπος και λειβάδι, Αχ! θειά μου να 'σουν άλλη! ...
Εκεί που ταξιδεύεις όπως θέλει ο Θεός, πέφτει ο άλλος σαν το στραβό απάνω σου και σ' έκοψε στα δύο. Τώχει τίποτε ο Εγγλέζος στο μεθύσι του απάνω να σε κάνη χίλια κομμάτια; Τι τον μέλει αυτόν; Σ' έκοψε και τραβάει τη δουλειά του. Εγγλέζος είν' αυτός! Η Ουρανίτσα κατάπινε τα λόγια του Λαλεμήτρου σα φαρμάκι. Μα κάτι την έτρωγε μέσα της, νακούη κι' άλλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν