United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι είχε να κάμη τάχα; Να διαβάση; Δεν είχαν νόστα τα βιβλία του. Να εργασθή; Όχι! πολύν καιρό θα κάμη να πατήση στο χτήμα. Εκείνο το χτεσινοβράδυνο θέαμα πλάκωσε με πάγο τον ενθουσιασμό του. Έμεινε λοιπόν ανασκελωμένος στο κρεββάτι, με τα μάτια ορθάνοιχτα κι ακίνητα σαν υπνωτισμένος. Το αυγινό φως χυνότανε ψόφιο από τα παράθυρα και τούδειχνε τα σωθέματα λερά, σαν κουρελόπανα.

ΣΙΜΩΝ. Τα εβδομήντα τάλαντα είνε καλά κρυμμένα και θαμμένα κάτω από το κρεββάτι και κανείς δεν ξέρει τίποτε• τα δεκάξη όμως μου φαίνεται ότι τα είδε ο Σωσύλος όταν τάκρυβα κάτω από την φάτνην και γι' αυτό όλο στο σταύλο βρίσκεται, ενώ άλλοτε ήτο τεμπέλης και πολύ ολίγον εφρόντιζε για τη δουλειά του.

Ήτον αυτού δα, για την καλή της τύχη, κ'η πονόψυχη η Κερά Γιώργαινα και την εβοηθούσε στο περέχημα-η μόνη φιλενάδα της που την είχε πια σαν άλλη μητέρα: αυτή την έπιασε στα χέρια της, εκεί που ξεφώνιζε και τσάκιζε σε δυο σφίγγοντας με τα δυο της τα χέρια την κοιλιά της, και την πήγε στην κάμαρη και την έβαλε στο κρεββάτι και την παραστάθηκε. . . Σε μιαν ώρα μέσα γέννησε.

Και σα ναπαντούσε γι’ αυτόν, πρόσθεσε με βία : Στην κουζίνα είναι πλάκες και δεν έχομε στρίποδα. . ούτε και ρούχα- Να πέση στο κρεββάτι μαζί σου κ' εγώ στρώνω χάμω.

Έκλαιγε στο κρεββάτι της που σ’ αυτό πάνω διπλό κακό της έμελλε δυστυχισμένη άνδρα από άνδρα και παιδί να κάμη εκείνη από το ίδιο της παιδί. Και δεν γνωρίζω πώς έπειτα σκοτώθηκεν η Ιοκάστη. Γιατί με βίαν ώρμησεν ο βασιλέας, κι έτσι δεν μας εδόθηκε καιρός να ιδούμε τη συμφοράν οπού ’βρηκε τη δέσποινά μας. Γυρίσαμε το βασιλιά να ιδούμε Οιδίπουν. Ωσάν τρελλός ώρμαε αυτός μεσ’ στο παλάτι° έτρεχε.

Μάταια τα έξοδά μου και μάταιοι οι κόποι σας. Σύρετε στο καλό». Ο Ρήγας πήρε το παιδί του και γύρισε στο βασίλειό του. Τα μαλλιά του και τα γένεια του είχαν ασπρίσει από τον καϋμό. Το βασιλόπουλο πιο χλωμό και πιο αχαμνό ακόμα, σαν να τώτρωγε ένα μυστικό σαράκι, κλείσθηκε μέσα στο παλάτι, έπεσε στο κρεββάτι και μιαν αυγή ανοιξιάτικη έκλεισε τα μάτια του και πέθανε.

Τo κορμί της μόλις ξεχώριζε, πλάκα κάτω απ’ το πάπλωμα-ακίνητο Κοιμόταν- Η Λιόλια-η φιλημένη Λιόλια-ξεγλύστρησε σα σκιά πίσω απ’το κρεββάτι . . τράβηξε αποκάτω απ’ τον κρεββατιού το γύρο που τάχε μπόγο απ’ την ημέρα τα ρούχα του ύπνου κ' έστρωσε το σελτέ της. . . και, κουβαριασμένη αυτού χάμω, γλήγορα-γλήγορα γδύθηκε από μέσ' απ’ το πάπλωμα. . και πια δε φάνηκε Ο Νίκος τραβήχτηκε στην άλλη άκρη, για να μην ξυπνήση τη Βεργινία. . . Εκεί που έκανε να πέση στο στρώμα ανασηκώνοντας προσεχτικά το πάπλωμα, γύρισ' έξαφνα η Βεργινία το κεφάλι της: κ’ είδε τότες ο Νίκος να λαμποκοπούνε στο φως του καντηλιού τα ματόκλαδα της από στάλες διαμαντένιες σαν κ’ εκείνες που βλέπεις ύστερ’ από βροχή, κάποιο ξαστερωμένο σουρούπωμα, στακρόφυλλα των δένδρων, στης ακακίας και της «Κλαίουσας» τα φύλλα που είναι βαρειές απ’ το πολύ το φέγγος κι ολόφεγγες απ‘ το θλιμμένο βάρος. . μα οι στάλες δε θέλουνε να πέσουν- Τα προσκέφαλα ήτανε μούσκεμα πέρα ως πέρα από τα δάκρυα.

Μερικά σεντούκια κοντά στους τοίχους αραδιασμένα, κανέναν πάγκο παράπλευρα με τον τοίχο κι αυτόνα, δύο τρία σκαμνιά ή καρέγλες, από κείνες με το μονό τακκουμπήδι, τραπέζι, και το κρεββάτι στην κώχη. Σκάλα λιθόχτιστη απέξω, σκαλί κι από μέσα που σανεβάζει στην ίδια την κάμαρα. Κάτω πάλε στο χαμώγι η καθημερινή η ζωή.

«Μεγαλειότατε, διάταξε τον ανηψιό σου να πάη αύριο την αυγή καλπασμό στο Καρδουέλ μια επιστολή σε περγαμηνή καλοσφραγισμένη με κερί, για το Βασιληά Αρθούρο. Ο Τριστάνος κοιμάται κοντά στο κρεββάτι σου. Βγε από το δωμάτιό σου την ώρα του πρώτου ύπνου, και σ' το ορκίζομαι στο Θεό και στο νόμο της Ρώμης, πώς αν αγαπάη την Ιζόλδη με τρελλή αγάπη θα θελήση να της μιλήση προτού φύγη.

Κάτι τι αθώρητο της βάραινε σα μολύβι το κεφάλι της, της ξέραινε το λάρυγγα, το στόμα, της έσφιγγε την καρδιά, βόμβος σα μελισσιού φτερούγισμα τριγυρνούσε στ' αυτιά της, κ' ένιωθε πως δεν είχε τη δύναμη να γυρίση, να κουνηθή, να σαλέψη τόσο κι απόμεινε εκεί σαν καρφωμένη, σα ναρκωμένη, φοβισμένη, θαρρώντας πως ένα γύρισμα των ματιών της μονάχα, θα της έφερνε μεγάλο κακό, θα κατακρεμνίζουνταν κάτω απ' το κρεββάτι σ' αμέτρητο γκρεμό, σ' απέραντο χάος.