Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Αλλ' ηπατώντο οικτρώς. Ότε του Κανάρη το πυρ εξεδίκησε τα πρώτα της Χίου δεινά, και αντεβόησε καθ' όλον το πέλαγος ο κρότος της αναφλεχθείσης ναυαρχίδος, η δε θάλασσα εκαλύφθη υπό πτωμάτων και ο Καπετάν Πασάς εξεψύχησεν ημίκαυστος επί της ακτής, εξεμάνησαν εκ νέου οι Τούρκοι και εξεστράτευσαν παμπληθείς κατά των αόπλων Μαστιχοχωριτών, βάψαντες και πάλιν μέχρι της λαβής εις αίμα αθώον τα ξίφη των.
Όρθιος τινάζεται ο τρανός αφέντης Αγαμέμνος, όρθιος του Μένη ακόμα ο νιός, το Κρητικό ξεφτέρι, Μα τότε πάει ο γλήγορος και τους μιλά Αχιλέας «Τ' Ατρέα γιε, το ξέρουμε πως είσαι απ' όλους πρώτος· 890 ξέρουμε, εσύ στη δύναμη νικάς και στο κοντάρι. Μα πάρε το λεβέτι εσύ και σύρε στα καράβια, και τ' όπλο ας το χαρίσουμε του καπετάν Μηριόνη, αν δε σε μέλει· ωστόσο εγώ θα σ' τα γνωρίζω χάρη.»
Εντεύθεν και το δημώδες « επιάστηκε από το χαλκά του Καπετάν Αγγέλη. » Εν Σιβίστα κωμοπόλει του εν Αιτωλία δήμου Μακρυνίας διεσώθησαν οι πέντε πρώτοι στίχοι δημοτικού άσματος αναγομένου βεβαίως εις την ηρωικήν εκείνην εποχήν, εν ω μνημονεύονται τα ονόματα του Αγγέλη Σουμήλα και Χρήστου Βαλαωρίτου. Σαν τι μεγάλη καταχνιά 'ς τη Σίβιστα 'ς τη ράχη.
Ακόμα και ο γυιος του καπετάν Λούσου οπού έπεσε στην θάλασσαν και επρόφθασε να πη μόνον: «Παναγία μου Λημνιά μου» και αυτός ανέκειτο εκεί ασημένιος με ολόχρυσον το πρόσωπον σαν άγιος.
— Εγώ, είπεν, είμαι ικανή να πάω στεριά, με τα ποδάρια μου, αποδώ ως την Αγίαν Άννα — λένε πως είναι δύο μέρες δρόμος — κ' εκεί θα βρούμε το ταχύπλο, το δικό μας που θα μας γνωρίση ο καπετάν Πετσερέλος, ο ταχυδρόμος, και θα μας πάρη.
— Πού είνε ο Λαλεμήτρος; Ηρώτησε πάλιν ανυπόμονος η γραία, σταθείσα εις τα κεφαλόσκαλον εμπρός ως τελωνοφύλαξ; — Τον είδεθ εθύ; άδο τόθο τ' εγώ! Απήντησε βραδέως ο καπετάν Ηλίας, βραδύς ως το κόττερον, βραδύς την εργασίαν, και την γλώσσαν βραδύς. Και ήρχισε βραδέως να ρίπτη επί της αποβάθρας μίαν μίαν της τάβλαις, ως να ήτο πιασμένος τας χείρας.
Αλλά το μπάρκο του καπετάν Δρακόσπιλου εφαινόταν αφύσικο. Εκείνοι που ήσαν συγγενείς του κ' εκείνοι που δεν είχαν κανένα έπασχαν από το ίδιο αίσθημα. Του Γαλαξειδιού ο αέρας έχασε λέγεις τα ζωντανά του μόρια και φτωχός έφερνε σε όλους την ασφυξία. — Πού να είνε τάχα η «Παντάνασα»; ερωτούσε στο συναπάντημά του ένας τον άλλον. Στα καφενεία, στα κρασοπουλειά, στους ταρσανάδες η ίδια κουβέντα.
Ο καπετάν Λαχτάρας βλέπει γύρω τις στεριές να πισωδρομούν σκοτεινά σύγνεφα στη βία του βοριά· βλέπει το κύμα να τον καβαλά· βλέπει απάνω σπαθί ακονισμένο τ' ολοφούσκωτο πανί, πνίγεται και μανίζει από την απελπισία και τον εφιάλτη. Τι θα γίνη; πού τον στέλνει σφιχτοδεμένον έτσι ο μισητός σύντροφος; Πάσχει να λύση τα σχοινιά, θέλει να φωνάξη· μα είνε ανίκανος. Φυσά και βράζει μέσα του η κόλασις.
Εκείνος, ωσάν τώρα να συνήλθε, έσφιγξε δυνατά το χέρι του φίλου του, ενώ ησθάνετο ότι η συγκίνησις τον έπνιγε, και ανήλθε τρέχων εις το κατάστρωμα. Μεγάλον κρότον έκαμε, ενθυμούνται πολλοί, ο γάμος του καπετάν Γιάννη με την αδελφήν του Αντωνέλλου ολόκληρον εβδομάδα διεσκέδαζαν και πράγμα παράξενο, ο Αντωνέλλος έκαμνε τον μεγαλείτερον θόρυβον. Τα σχόλια όμως του κόσμου δεν είχαν τελειωμόν.
Διά τούτο η Σοφούλα, φαιδρότερου χαρακτήρας παρά η Δεσποινιώ, είπεν ευθύμως πως: — Κρίμα 'ς το κολοβολάκι σ', κορίτσι μ'. Η κακομοίρα δεν ξέρει να πάρη τα ποδαράκια της. — Την χαλνάει ο καπετάν Μαθιός, παρετήρησεν η Δεσποινιώ, σεμνότερα πάντοτε. — Κείνος που ξέρ', κορίτσι μ', δεν χαλνιέται. Πώς έμαθον αυταί αι νεάνιδες να επικρίνωσι τον χορόν, αφού ποτέ των δεν εχόρευσαν!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν