Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Και λοιπόν θα το πιστεύσης; εν μέσω των απλών εκείνων ανθρώπων, εντός τον πενιχρού εκείνου θαλάμου, ησθάνθην τον εαυτόν μου αφάτως ευδαίμονα. Όχι! δεν ήμην αδιάφορος. »Και όμως αύτη η Λίγεια έφυγε κρυφίως, χωρίς να το ηξεύρω, από την οικίαν εκείνην. »Τώρα διέρχομαι ολοκλήρους ημέρας κρατών την κεφαλήν μου με τας δύο χείρας, σκεπτόμενος εκείνην.

Δε μπορούσε πια να μένη στα εχτρικά της παλάτια, να βλέπη και νακούγη αβανιές και βρισίδια. Σηκώθηκε κ' έφυγε μια για πάντα από τη Ρώμη. Πέτρα λες κέρριξε πίσωθέ του. Πέτρα όμως έστησε κι ομπρός του, την πελώρια την πέτρα της Νέας Πρωτεύουσας. Καθώς πολλώνε μεγάλων οι μητέρες, έτσι κ' η Ελένη φαίνεται σα να τον είχε χαραγμένο, σα να τον έδειχνε κιόλας τον περίδοξο δρόμο του γιου της.

Έπλευσε δε και ο Χαλκιδεύς εκ της Χίου εις την Τέων μετά τριών και είκοσι πλοίων, ενώ ο στρατός της ξηράς των Κλαζομενίων και των Ερυθραίων ηκολούθει κατά μήκος της παραλίας. Ειδοποιηθείς εγκαίρως ο Στρομβιχίδης εσήκωσε την άγκυραν και έπλευσε προς το πέλαγος· αλλ' ιδών το πλήθος των πλοίων, τα οποία ήρχοντο εκ της Χίου, έφυγε προς την Σάμον. Οι εχθροί τον κατεδίωξαν.

Τη στιγμή αυτή μου φάνηκε σα να είχα συλλογιστεί και γω το ίδιο. Όλη μου η κούραση έφυγε μεμιάς κι όλος συγκίνηση έσκυψα και της φίλησα το στόμα. Την ίδια στιγμή καθότανε η Έλσα ανασηκωμένη εκεί.

ΕΡΜΙΟΝΗ Με εμπόδισε ο γέρων Πηλεύς, ο οποίος την επροστάτευσε. ΟΡΕΣΤΗΣ Είχες κανένα να σε βοηθήση σ' αυτόν τον φόνον; ΕΡΜΙΟΝΗ Τον πατέρα μου, ο οποίος ήλθεν επίτηδες από την Σπάρτην. ΟΡΕΣΤΗΣ Και ο πατέρας σου υπεχώρησε εις ένα γέροντα; ΕΡΜΙΟΝΗ Ναι, από εντροπήν. Και έφυγε και με άφησε μόνην. ΟΡΕΣΤΗΣ Ενόησα• τώρα φοβείσαι τον άνδρα σου δι' ό,τι έκαμες.

Χύμηξε από πίσω αγριεμμένο κι' άρχισε να γαυγίζη άγρια. Ύστερα, σαν να του σβύσθηκε η φωνή στο λάρυγγα, σώπασε μονομιάς, έβαλε την ουρά του κάτω απ' τα σκέλια κ' έφυγε μακρυά. Τ' Άγια Μυστήρια περνούσαν, ψηλά απ' το κεφάλι του παπά, σαν να τάφερνε στα φτερά του ο αέρας. Σε λίγο έφθασε στην εκκλησία. Ο εκκλησιάρης άνοιξε τη θύρα και οι δύο σκιές με το φανάρι μπροστά γλύστρησαν μέσα.

Κι αυτόν το δύσεχτο χρόνο, που έφυγε η Ελένη, και πήρε τον αγύριστο δρόμο της αγιωσύνης, που δεν μπορούσα πια να την ξαναϊδώ μήτε στο χωριό, είτανε δίστομο μαχαίρι η λύπη μου και μου τρυπούσε ως πέρα τα σπλάχνα, κρυφά και δίχως να το ξέρη κανένας. Ώρα πολλή δεν μπορούσα να μείνω κοντά στην κώχη εκείνη, χωρίς το γέρο ή τη μάννα μαζί μου.

Είπε πώς είχε πιή στη θάλασσα την αγάπη και το θάνατο. Είπε την προδοσία των βαρώνων και του νάνου. Είπε πώς ωδηγήθη η Βασίλισσα στην πυρά, πώς παρεδόθη στους λεπρούς, και της αγάπες τους στο μεγάλο άγριο δάσος. Πώς την είχε παραδώσει στο Βασιληά Μάρκο. Και πώς, αφού έφυγε μακρυά της, θέλησε ν' αγαπήση την Ιζόλδη με τα Λευκά Χέρια.

ΞΕΝ. Καλέ διαβόντρου κουλούκι, εγώ λέγω σας φονικό, κι' εσείς ονειρευγούστεν χειμονικό; εν ξυπνάτεν τώρη να δγήτεν τα αίματα; ΧΙΟΣ. Πιταού κ' ήγλεπά το ς' τ' όνειρό μουκαι ποιός να σας χαρώ ήκαμέν το; ΑΝΑΤ. Αρβανίτη χτύπησε Κηρτικό; ΧΙΟΣ. Και π' ούντος τώρη ο Αρβανίτης; ΑΝΑΤ. Έφυγεχουαν το πιάσης. . ΑΝΑΤ. Ουγού, Ουγού. Ίντα δουλειαίς που πάθαμεν, ίντα να τον κάμωμεν τώρη τον Κρητικόν;

Έφυγε καμμιά φορά να πάη να ιδή τους γονιούς του· μα σαν ξαναγύρισε την άλλη την ημέρα, του κλείσανε την πόρτα. Άλλα περίμενε κι' άλλα βρήκε. Τακούς; — Κ' η παπαδοπούλα μαθές τον απαρνήθηκε; ρώτησε Γιάννης ο Μελαχροινός ξερά-ξερά. — Πρώτα αυτή. Παράξενο σου φαίνεται; Γαμπρό δεν ήθελε μαθές πραμματευτή, ούτε βοσκό στο λόγγο να γυρίζη, να τον τρώη η ψείρα και η κόνιδα.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν