Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Σωκράτης Επειδή δε ενόμισα ότι αυτός δεν κάμνει λόγον δια μικρά πράγματα, αλλά δι' εκείνα τα οποία φαίνονται ότι είναι μέγιστα, περί αρετής και περί πλούτου, τον ηρώτησα ποίον από τα δύο δύναται να είπη, ότι πλουσιώτερος άνθρωπος είναι εκείνος εις τον οποίον κατά τύχην υπάρχει αργυρούν τάλαντον, ή εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός άξιος δύο ταλάντων ;

Την δε προσφερομένην εις αυτόν τιμήν από τους τυχαίους και δι' ασήμαντα πράγματα, όλως διόλου θα την περιφρονήσηδιότι αυτός δεν είναι άξιος διά μικρά. — Επίσης δε και την στέρησιν των τιμών, διότι αυτή δεν θα συμβή με το δίκαιον ως προς αυτόν. Κυρίως λοιπόν, καθώς είπαμεν, η μεγαλοψυχία περιστρέφεται εις τας τιμάς.

Έπρεπε δε και ο επιτάφιος αυτού να γείνη άξιος του βίου του και να γείνη αγών διά την διαδοχήν του εις το μαντείον. Οι συνεργάται εις τας αγυρτείας, όσοι ήσαν κορυφαίοι, ανέθηκαν εις τον Ρουτιλλιανόν ν' αποφασίση ποίος εξ αυτών έπρεπε να προτιμηθή διά ν' αντικαταστήση τον Αλέξανδρον και φορέση το ιεροφαντικόν και προφητικόν στέμμα.

«Και εγερθείς επορεύθη προς τον πατέρα αυτού. Έτι δε αυτού πόρρω απέχοντος, ο πατήρ είδε και εσπλαγχνίσθη επ' αυτόν, και δραμών έπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν! Είπε δε αυτώ ο υιός, Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκ ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. Είπε δε ο πατήρ τοις οικέταις.

Η τρίχες όσο βρέχουνται το σώμα του βαραίνει, Και ήταν κοντά να νεκροθή, που αυτά τα λόγια κρένει. 200 » Μ' αυτό σου, Φουσκομάγουλε, το κάμομα, μη ελπίσης » Τον καρδιογνώστην Ουρανό ποτέ σου ν' απατήσης. » Με πονηριά και με ψευτιά φιλία πρώτα δείχνεις, » Κιαπέ στα βάθη του νερού μ' οχτροπαθιά με ρίχνεις. » Δεν ήσουν άξιος να βαλθής μ' εμένα να μαλόσης, 205 » Σε πάλεμα, σε τρέξιμο, και σε γροθιαίς να σώσης. » Μον σαν ανάξιος και άναντρος, με δόλο και με πλάνο, » Να με φονέψης, μ' έσυρες στη λίμνην αποπάνω. » Ωστόσο βλέπει ο Ουρανός. το άδικο δε στρέγει· » Και ξεπλερόνει σε καιρόν εκείνον που του φταίγει. 210 » Δε μένεις ατιμώρητος· απαίδευτος δε μνήσκεις, » Και οχ τους αντρείους Ποντικούς ογλήγορα το βρίσκεις.

ΦΙΛ. Αυτό, βλέπω, το συμπόσιον, Λυκίνε, ήτο μουσείον σοφών και είνε άξιος επαίνου ο Αρισταίνετος ότι εις μίαν τοιαύτην οικογενειακήν εορτήν εκάλεσε προ πάντων σοφούς, εκλέξας το άνθος από εκάστην σχολήν, χωρίς να προτιμήση τους μεν και να παραλείψη άλλους εκ των διακρινομένων.

Απέρριψε τον σεμνόν γραμματέα και εξέλεξε τον μισητόν και απεχθή τελώνην. Ήτο έργον θείας γνώσεως και θείου ελέους, και ο Ματθαίος εδείχθη άξιος τούτου γενόμενος ο πρώτος βιογράφος του Σωτήρος και Κυρίου του. Ο Λευί ο τελώνης μετεμορφώθη εις τον Ματθαίον, το «δώρον του Θεού».

« Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου, » Σαν τέτοιον άντρα επιθυμώ, σαν τέτοιον άντρα θέλω, » Να δώσω την αγάπη μου, να δώσω την καρδιά μου, » Και τη χρυσή αρραβώνα μου, την πολυγυρεμένη, » Που χίλοι την εγύρεψαν και χίλιοι την γυρεύουν » Και χίλιοι φαρμακώθηκαν πο την πολλή τους λύπη, » Κι’ ακόμα δεν την έδωκα κι’ ακόμα δεν τη δίνω, » Γιατ’ όσοι μου την ζήτησαν και την ζητούν, κανένας » Δεν είνε άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, » Όπως το θέλει η Μοίρα μου, το μαύρο ριζικό μου

Τι νομίζεις ότι θα έπραττεν ο Δημόκριτος εάν έβλεπε ταύτα; Θα ηδύνατο να γελάση όσον ήτο άξιος ο Πρωτεύς; Αλλά τόσος γέλως φαίνεται και της ευθυμίας του Δημοκρίτου ανώτερος. Γέλα εν τοσούτω και συ, φίλε μου, και μάλιστα όταν ακούσης τους άλλους να τον θαυμάζουν. Απόλλων, Ζευς, Φιλοσοφία, Ηρακλής, Ερμής, Άνθρωποι, Κύριος, Ορφεύς, Φυγάδες, Φιλοξενών.

Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη· «Ω ξέν', όλα τα δώρα μου, το κάλλος και το σώμα οι αθάνατοι μου αφάνισαν απ' ότετην Τρωάδα 125 με τους Αργείους έπλευσεν ο άνδρας μου Οδυσσέας. αχ! την ζωή μου αν έρχονταν να θεραπεύη εκείνος και η δόξα μου θε ν' αύξαινε και θα σαν όλα ωραία· τώρ' έχω λύπη· τι πολλά μώδωσε πάθ' η μοίρα· ότι όσ' υπάρχουν δυνατοίτα νησιά γύρω, οι πρώτοι 130 του Δουλιχιού, της Σάμης και της σύδενδρης Ζακύνθου, κ' εκείνοι οπούτην ηλιακήν Ιθάκη κατοικούσι, εμέ την άθελη ζητούν και όλο το σπίτι φθείρουν όθεντους ξένους προσοχήν ή 'ς τους ικέταις πλέον δεν δίδ', ούτετους κήρυκαις, τους λειτουργούς του δήμου, 135 αλλά μου τήκει την καρδιάν ο πόθος του Οδυσσέα. κείνοι τον γάμον βιάζουσι κ' εγώ τους πλέκω δόλους· και πρώτα μ' έμπνευσε θεός, πανί μέγ' αφού στήσωτο δώμα μου, λεπτότατο και απέραντο να υφαίνω ύφασμα· κ' ευθύς έπειταεκείνους είπα· «Ω νέοι 140 μνηστήρες μου, αφού απέθανεν ο θείος Οδυσσέας, τον γάμον μη μου βιάζετε, σταθήτ' ως ν' αποκάμω το ύφασμ' αυτό, τα γνέματα να μη μου παν χαμένα, του Λαέρτ' ήρωα σάβανο, για τον καιρό, 'που η μαύρη μοίρα του τεντοπλάγιαστου θανάτου θα τον πάρη, 145 των Αχαιίδων μην καμμιάτον τόπο μ' ονειδίση, αν κείτεται ασαβάνωτος αυτός 'που πλούσιος ήταν. αυτά 'πα κ' εκατάπεισα την ανδρικήν ψυχή τους· και το πανί τότ' ύφαινα, το απέραντο, ολημέρα, και νύκτα το ξεΰφαινατην λάμψι των λαμπάδων. 150 όθεν από τους Αχαιούς εκρύφθηκα με απάτη τρεις χρόνους· αλλ' ότ' έφεραν τον τέταρτον η ώραις, ως τα φεγγάρια χάνονταν κ' η 'μέραις επληθύναν, η δούλαις, σκύλαις άσπλαχναις, με πρόδωσαν, κ' εκείνοι μ' ευρήκαν και μ' ονειδισμούς πικρούς μ' εφοβερίσαν. 155 ιδού πώς το τελείωσα βιασμένη απ' την ανάγκη. τώρα του γάμου αποφυγή δεν είν' ούτ' άλλο ευρίσκω τέχνασμα· και να υπανδρευθώ με σπρώχνουν οι γονείς μου· και το παιδί μου αγανακτεί 'που τρώγουν το βιο του· έχ' ήδη γνώσι, ανδρώθηκε, κ' είν' άξιος να προσέχη 160 το σπίτι, ως πρέπ' εις άνθρωπον πώχει λαμπρύνει ο Δίας. και όμωςεμέ το γένος σου θα ειπής, οπόθεν είσαι· το δρυ τ' αρχαιομίλητο δεν σ' έβγαλ' ούτ' η πέτρα».

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν