Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουλίου 2025
Ποιος από τους Ελλαδίτες δεν έχει Ελλαδική αντίληψη; Ποιος έχει να στενοχωρεθεί για κείνο που μπορούσε να είχε γίνει και δεν έγινε, ή για κείνα που δεν τα κατάφεραν καλά, ή για τους αναρίθμητους Έλληνες που θα πρέπει ή να γίνουν Βούλγαροι ή να φύγουν από τους τόπους που είναι πατρίδα τους, πατρίδα άλλο τόσο Ελληνική, όσο Ελληνικός είναι και ο Μωρηάς ή η Ρούμελη; Και ποιος άλλος, παρά κακόβουλοι εχθροί του πρωθυπουργού και του κόμματος, για προσωπικούς λόγους, μπορούν να ξεστομίσουν καν την αμφιβολία τους; «Μα την ώρα που η Ελλάδα από 64,000 χιλιόμετρα γίνεται 84,000, τι γίνεται η Βουλγαρία και η Σερβία;». Αν η Βουλγαρία, γίνεται τζάμπα και με τη βοήθειά μας, μ ε γ ά λ η Β ο υ λ γ α ρ ί α, διπλή δηλαδή παρ' ό,τι ήταν, και με λιμάνια στο Αιγαίο, και βάζουμε στο κεφάλι μας για τα μελλούμενα χρόνια του Έθνους μπελάδες χίλιες μύριες φορές χειρότερους από τον μπελά των Τούρκων, κατεβάζοντας τους Σλαύους εμείς και δυναμώνοντάς τους, τι μας μέλει εμάς τους Ελλαδίτες; Δεν πάει να γίνει ό,τι θέλει και Βουλγαρία και Σερβία, αφού εμείς είμαστε ευχαριστημένοι με το κράτος μας και μας παινούνε κιόλας οι Ευρωπαίοι για τον πρωθυπουργό μας; Και αν μάλιστα μας λάχει και η Θ ε σ σ α λ ο ν ί κ η ― πράμα όχι αδύνατο ούτε και πολύ σπουδαίο, γιατί θα πάρουμε μόνη την πολιτεία και λίγα χιλιόμετρα γύρω, και σε δέκα χρόνια μέσα τα Σερβικά και Βουλγάρικα λιμάνια στην Αδριατική και στην Άσπρη θάλασσα θα ρουφήξουν όλο το τωρινό εμπόριο της Θεσσαλονίκης, ― ε, τότε ποιος μας πιάνει;
Ο αρχηγός βλέπων τον κατεδαφισμόν των οικοδομών, τον οποίον επροξενούσαν τα εχθρικά κανόνια, και υποπτεύων μη δειλιάσωσιν οι αποκλεισμένοι και αφήσαντες την θέσιν αναχωρήσωσιν, έπεμψεν ένα ιππέα και τους ενεθάρρυνεν ότι αυτός επαγρυπνεί εις τα κινήματα του εχθρού και ότι θέλει έλθει εις βοήθειάν των, όταν ήναι ώρα αρμοδία· εν τοσούτω αυτοί ν' αντέχωσι γενναίως εις τας εχθρικάς προσβολάς.
Ε, και να κάτεχα το γλυκό τόνειρο που νανούριζε την ώρα εκείνη τον κοιμάμενο κάμπο! Ακολούθησα τον αγωγιάτη με τα πράμματά του στη κοντινή βρύση που πήγε να τα ποτίση. Τότες ξυπνούσαν και τα πουλάκια στα δέντρα κι άρχιζαν τους κελαϊδισμούς των. Τότες ακούστηκαν και τα ορνίθια, από τα σκόρπια ολόγυρα καλύβια στα λόγγα και στα χωράφια ανάμεσα.
— Και δεν μου το έλεγες, αδελφέ, είπεν, ότι είχες όρεξιν διά περίπατον σήμερον, ώστε να εξέλθωμεν μαζή; Αλλά πώς ήργησες τόσον; Τώρα είναι ώρα επιστροφής. — Ήργησα τω όντι. Ενόμιζα όμως ότι θα σε απαντήσω μακρύτερα. Και μετά προσποιητής αδιαφορίας ο Κ. Λιάκος επρόσθεσεν: — Είναι πολύς κόσμος έξω; — Πολύ ολίγος!
Ήρθε δεν ήρθε ο Βάλεντας, και παρουσιάζεται μια μέρα ένας Βασιλικός αξιωματικός στον Προκόπιο με μερικούς στρατιώτες και τον προστάζει νανέβη στην Πόλη. Νοιώσαντας πως κακή ώρα τον πρόσμενε, καταφεύγει τότες ο Προκόπιος στ' ακόλουθο τερτίπι. Παίρνει άδεια και πηγαίνει ναποχαιρετήση τη φαμελιά του, ξεφεύγει πίσωθε, βρίσκεται σε λίγο στον Εύξεινο, και κείθε ίσια στο Βόσπορο.
Την ημέραν εκείνην ήτο ενδυμένη με απλότητα, αλλά και τας καθημερινάς ο ιματισμός της είχεν επιμέλειαν, η οποία την διέκρινεν από τας άλλας. Όταν είδε τον Μανώλην ύψωσε μέχρις ουρανού την μύτην της και απεφάσισε να περάση χωρίς να τον αξιώση βλέμματος· αλλ' ο Μανώλης είχε φράξη την δίοδον και μ' ερωτότροπον παράπονον της είπεν: — Μουδέ «ώρα καλή» δε μου λες, Μαρούλι;
Κάθε πράμα με την ώρα του· αφτά πρέπει καμιά μέρα να ξεταστούνε σε ιδιαίτερη μελέτη, όπως ελπίζω να γίνη κατόπι, γιατί το ζήτημα θέλει προσοχή, θέλει μεθοδικά να το πιάσουμε. Μα δεν είναι πάλε και τόσο δυσκολόπιαστο, που να μην προσπαθήσουμε κι από τώρα με δυο λόγια να δείξουμε, το ζήτημα ποιο είναι.
Εκατόν δέκα δραχμάς τοις είχε προτείνει ο Μανώλης ο Πολύχρονος, εκατόν είκοσιν ο Λάμπρος ο Βατούλας. Αλλά δεν ενόουν να καταβούν παρακάτω από τας 150. Εν τούτοις η ώρα παρήρχετο, ήτο ήδη οψία δείλη. Ο ήλιος εχαμήλωνεν. Από μιας ώρας δεν είχε παρουσιασθή εις την θύραν του περιβόλου κανείς απεσταλμένος ούτε του ενός ούτε του άλλου κόμματος.
Καληώρα όπως εμείς τόρα, έτυχε να διαβαίνη κείνη την ώρα τη δεμοσιά ο Μπέης της Αρκαδίας, ερχάμενος από το Μαραθονήσι και πηγαινάμενος στην Τριπολιτσά. Μες την ώρα, εγλυκολάλειε η φλογέρα τ' Αργύρη στο Βαθυλάκωμα απάνου κι άκουσε ο Τουρκάλας διαβαίνοντας το γλυκολάλημα της φλογέρας δωκάτου, που απαλό, τρυφερό στην πρωινή σιγαλεριά μέσα, ακουότανε στη δεμοσιά το βαθιό του ταντίφωνο.
Μα καιρούς καιρούς τον βλέπεις και αγριεύει, και τον πιάνει μια ανησυχία και δεν χωρεί μέσα στα ρούχα του, και δεν ηξεύρει τι κάμνει! Έτσι και σήμερα. Την ώρα που εμείς ήμεθα πίσω στον κήπο με την Ατσιγγάνα, εμβήκεν έξαφνα σαν τον τρελλό στο σπίτι, άρπαξε κάτι τι από τ' αρμάρι κ' εβγήκε κ' έφυγε. Εμείς δεν τον είδαμε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν