Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Και το ήφερνε από στράτα, Και βουνά γγρεμούς γιομάτα, Δίχως χόρτο, ή πρασινάδα, 465 Ή νερού καθόλου ικμάδα· Πουθενά βοσκή δε βρίσκουν· Όλη μέρα άδια μνήσκουν· Και σαν πήρε το σκοτάδι, Νηστικά απερνάν το βράδυ. 470 Το πουρνό καθώς χαράζει, Οχ την πείνα, που τα βιάζει, Ψίχα αγκάθι παν τζιμπόντας Το ταξίδι ακολουθόντας.

Εδώ θα μας πάρη η νύχτα. Αλλά με το σκοτάδι θα εκινδύνευε περισσότερο. Επήρε θάρρος και αποφάσισε με κάθε τρόπο να το διώξη από κοντά του. — Το ψάρι κοντά μου· τσιμπάει απάνω· έτοιμοι! — Έτοιμοι.

Λες και τάγριο το κορφοβούνι της Ίδας κοιτάζει με μάτια νυσταγμένα μύριες Νύφες και Βοσκοπούλες που χορεύουνε κάτω, μέσα στους λόγγους. Θαρρείς πως τις ακούς τις φλογέρες και παίζουν! Θλιβερή απάτη της φαντασίας! Τους λόγγους εκείνους τους σαβανώνει σκοτάδι αμίλητο και βαθύ. Στρέψε κατά την αντικρινή τη μεριά, κατά τα όρη που αραδιασμένα λες και πλαγιάζουν απάνω στα ήμερα κύματα.

Κι' ο ήλιος σα βασίλεψε και πήρε το σκοτάδι, 475 τότες στου ξύλου πλάγιασαν κοντά το παλαμάρι. Κι' έφεξε η ροδοδάχτυλη νυχτοθρεμένη Αβγούλα, και τότες πια τα πρύμισαν πίσω να παν στον κάμπο.

Γίνου γενναίος, Κώστα, για την ευτυχία του. Το παιδί μας είναι η αύριον, είναι η ελπίδα και η χαρά. Και μείς είμεθα κείνοι που πέρασαν από ένα κακό, σκοτεινό, σάποιο της ζωής μονοπάτι. Είμεθα η χθες, το παρελθόν. Η ζωή εκείνου πλέει εις το φως, ενώ η δική μας είναι βουτηγμένη εις ένα μαύρο σκοτάδι.

Τι παράξενη νύχτα και τι κρύο σκοτάδι, σα να γερνούνε στον αέρα φαντάσματα. Ας κάμουμε το σταυρό μας κι ας μείνουμε δω καμμιάν ώρα, ώσπου να λαλήξη κι ο πετεινός. Περμ. Να πάη, λέει, ολομόναχη στο κοιμητήριο και να μυρολογάη απάνω από τα παιδιά της, κ' ύστερα να γυρεύη να γκρεμιστή! Κι ας την πάνε στο Μοναστήρι μια και καλή την κακόσυρτη, νάχουν την έννοια της οι καλόγριες. Πιπ.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Γρήγορα κάμετ' όμως, γιατ' είνε κ' ένας νόμος: όσοι στην Πνύκα για να παν πρωί-πρων δεν έβγουν, ούτε παλούκι δεν βαστούν στα χέρια τους σαν φεύγουν. ΧΟΡΟΣ Έφθασ' η στιγμή, ώ άνδρες• στη γραμμή και ξεκινάτε• τούτο πάντοτε να λέτε και ποτέ μην το ξεχνάτε• είν' ο κίνδυνος μεγάλος αν μας πιάσουνε στη φάκα, να σκαρώνουμε τη νύχτα στο σκοτάδι τέτοια φιάκα.

Έσκυψε και τη φίλησε κρυφά στο σκοτάδι, ντροπαλός σα κορίτσι. — Καληνύχτα! είπε η Ουρανίτσα ξερά-ξερά. Ήθελε να του πη κατευόδιο, καλή αντάμωσι, χίλια λόγια ήθελε να του πη. — Καληνύχτα! ξαναείπε. Στάθηκε και τον κύτταξε ως που έστρηψε το σοκάκι. Τα βαρειά του υποδήματα κτυπούσαν απάνω στα καλντερίμια. Σε λίγο δεν άκουγε τίποτε, μα στεκότανε ακόμα φέγγοντας με το λυχνάρι στον έρημο δρόμο.

Τότε θα κρεμούσα τα μαλλιά μου απ' το παράθυρο και θα τάκανα σκάλα νανεβή ο αγαπημένος μου... Και όλο έκλαιγε, μέσα στο σκοτάδι. Το βασιλόπουλο τράβηξε κατά τα μάτια του. — Θα πάρω πάλι τα γκρεμνά και τα ποτάμια, θα διαβώ τις θάλασσες και τα βουνά, να φύγω μακρυά απ' την κακιά μου αγάπη. Και τράβηξε πάλι μακρυά απ' το σιδερένιο πύργο.

« Συρέτε να ρωτήσητε » Τον Πίνδο με τα χιόνια. » Αν είδεν από μένανε » Αγριώτερο λοντάρι . » Απέθανα· και φύτρωσε «'Στήν Ήπειρο χορτάρι » Όλο δροσούλα και ζωή. » Ήλθαν τα χελιδόνια.» « Ενόσω ζούσα 'πλάκωνε » Την Ήπειρο σκοτάδι, » Τον ουρανό της 'σκέπαζε » Σύγνεφο θολωμένο, » Και το φεγγάρι πρόβαλλε » Τη νύχτα 'ματωμένο, » Χειμώνας μαύρος ήμουνα, » Ήμουνα μαύρο βράδυ

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν