Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Γιατί νικάει ο άρχοντας μ' αδύναμο αν μαλώσει, 80 και το θυμό του αν καταπιεί εκείνη εκεί την ώρα, όμως φυλάει μες στην καρδιά το πάθος του, ως να πάρει στερνά μια μέρα γδικιωμό. Μον τήρα αν θα με σώσεις

Τρεις μικρές πόρτες βρίσκονταν κάτω από ένα ξύλινο μπαλκόνι που περιέβαλλε όλο το επάνω πάτωμα του σπιτιού και όπου ανέβαινε κανείς από μια εξωτερική σκάλα σε κακή κατάσταση. Μια μαυρισμένη τριχιά, δεμένη και στερεωμένη σε πασσάλους καρφωμένους στις γωνίες των σκαλοπατιών, είχε πάρει τη θέση της κατεστραμμένης κουπαστής της σκάλας.

Εσηκώθηκα εγώ, έτρεξα κατά τη βρύσι, ξαναήπια νερό, ύστερα 'μβαίνω στην εκκλησιά, και βρίσκω το Λευθέρη, που τον είχε πάρει καλά ο ύπνος, δίπλα στο προσκυνητάρι που καθότανε. Επήγα κοντά, τον έσεισα, κι' άνοιξε τα μάτια. — Δεν ξεκολλάς από κοντά μου; μου λέει. Τώρα εγώ λιανονυστάζω. Σύρε έξω στη βρύσι να πάρης τον αέρα σου. — Πάμε στην Εύρεσι, του λέω! — Στην Εύρεσι;...τι Εύρεσι;

Σφίγγε, σφίγγε δυνατά. Σφίξε ακόμη μια και να της που πάει. Ξεψύχησε, πάει. Πάει η ζωή μου. Σκότωσα τη ζωή μου. Πάει και λέξη δεν είπε. Έλα δω να σου δώσω στο στόμα, απάνω στο στόμα, ένα αθάνατο φιλί, ένα φιλί που κανένας άλλος δεν μπορεί να σου το πάρει. Τώρα πια είσαι για πάντα δική μου. Εγώ ξέρω τι λέω. Ξέρω γιατί παραπονιούμαι, γιατί βασανιούμαι.

Κι' έσκουζε ο κόσμος κι' έδιναν άλλοι αλλουνού το δίκιο, μα οι κράχτες τους περιόριζαν. Κι' οι γέροι καθισμένοι στα μαρμαρένια τους θρονιά στη στρογγυλή πλατέα, κραχτών καλόφωνων ραβδιά στα χέρια τους κρατώντας 505 σηκώνουνταν με τη σειρά να κρίνουν ένας ένας. Κι' είταν στη μέση διο φλουριά βαλμένα, για να πάρει αφτός π' απ' όλους πιο σωστά το δίκιο θα ξηγούσε. 508

Τον αγαπάει αλλοιώτικα, με μια φωτιά πιο άγρια που της πίνει όλη τη δροσιά- Ήτον τεχνίτης ξυλογλύπτης ο Νίκος κ’ έβγαζε ταχτικά ίσαμ’ οχτώ δραχμές την ημέρα. Είχε πάρει μια δουλειά αποκοπή για δυο χιλιάδες κι ο μάστορας που του δούλευε τούδωσε ένα πεντακοσάρικο μπροστάντζα κ’ έτσι αποφάσισε να κάνη αυτό που τούλεγε η καρδιά του, να στεφανωθή τη Βεργινία.

Ραψωδία Ζ Εκεί τότε ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κοιμώνταν, από κούρασμα κι' αγρύπνια νικημένος. κ' η Αθήνη επήγε εις τον λαόν και πόλιν των Φαιάκων, 'πού πρώτα εις την ευρύχωρην Υπέρειαν εκατοίκαν, σιμάτο υβριστικώτατο το γένος των Κυκλώπων, 5 'που ανώτεροιτην δύναμιν εκείνους αδικούσαν. εκείθεν ο θεόμορφος Ναυσίθοοςτην Σχερία τους πήρε κ' έστησε, μακράν των ευρετών ανθρώπων. με τείχη πόλιν έκλεισεν, έκτισε κατοικίαις, και ναούς έκαμε θεών, κ' εμοίρασε τους τόπους. 10 αλλάτον Άδη ο θάνατος εκείνον είχε πάρει, και ο Αλκίνοος εβασίλευε, 'που γνώσιν είχε θεία.

Τι να πρωτοκάνει το κράτος; Ποιους να πρωτοκοιτάξει; Τους μέσα Έλληνες και τις ανάγκες τους ή τους έξω και τις δικές τους ανάγκες; Γι' αυτό πρέπει να μεγαλώσει το κράτος, να κάνει καινούρια σύνορα, πλατύτερα, και να πάρει μέσα στα σύνορα του τα καινούρια τους περισσότερους τουλάχιστο από τους έξω Έλληνες.

Η Νοέμι ξανάρχισε να ειρωνεύεται, αλλά η ντόνα Έστερ ακούμπησε το χέρι της στο χέρι εκείνης και είπε με ήπιο τόνο. «Του δίνει λεφτά η Καλίνα. Νομίζαμε ότι το ξέρεις, Έφις! Παίρνει από την Καλίνα με τόκο και ο Πρέντου του υπόγραψε κάποιες συναλλαγματικές, επειδή ελπίζει έτσι να μας πάρει το κτηματάκι. ΚαταλαβαίνειςΚαταλάβαινε.

Είχαν πάρει είδησιν αφ' εσπέρας δύο-τρεις ενορίτισσαι, γειτόνισσαι του παπά, διότι ο Πανάγος εξελθών ανεκοίνωσε το πράγμα εις την γυναίκα του, και αύτη το διηγήθη εις τας γειτόνισσας. Επίσης και η θειά το Μαλαμώ εστάλη να φέρη είδησιν εις τον κυρ-Αλεξανδρήν τον ψάλτην, μεθ' ο εξελθούσα έσπευσε να προσηλυτίση δύο ή τρεις πανηγυριστάς και άλλας τόσας προσκυνητρίας.

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν