Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Από όλα τα τραγούδια, που έλεγε ο Σβεν, ωραιότερα τραγουδούσε το εξής: Μπε μπε, άσπρο αρνί, έχεις και μαλλί; Ναι, ναι, μικρό παιδί, γεμάτο το σακκί! Για τον μπαμπά σακκάκι, για τη μαμά τρικό και δυο ζευγάρια κάλτσες για το μικρό αδερφό. Το τέλος του τραγουδιού αυτού είταν η μεγαλήτερη επιτυχία του Σβεν.

Όμωςβλέπετεεγώ θακούσω ευχαρίστως τους στεναγμούς της Οφηλίας. Οι παραπάνω, ΜΙΣΤΡΑΣ, ΔΩΡΑ Βλέπεις μάτια μου, πως είμαι τέλειος γιατρός. Σήκωσα την άρρωστή μου από το κρεβάτι και τη φέρνω στον αγαπημένο της μπαμπά. ΦΛΕΡΗΣΕλπίζω πως την έκαμες καλά. Ήτανε καιρός. ΜΙΣΤΡΑΣΑυτό δεν το εγγυώμαι, να σε χαρώ. ΦΛΕΡΗΣΔεν είμαι καθόλου ευχαριστημένος μαζή της.

Αυτό το έλεγε πείραγμα του μπαμπά και λίγα πράματα ήξερε που να τον διασκεδάζαν τόσο. Μου φαίνεται πως τους βλέπω ακόμα εμπρός μου και τους δυο να περπατούν απάνω κάτω στο μακρύ δρόμο με τα γυμνά δένδρα το χειμώνα, όταν ο Σβεν φορούσε τη μικρή του γούνα, που είταν καμωμένη από μια παλιά της μαμάς και την καμάρωνε τόσο.

Μπορούσε να διαβάζη κι αποπάνω κι αποκάτω, κρατούσε το βιβλίο πότε ορθά πότε ανάποδα και διάβαζε τόσο δυνατά, που αντηχούσε όλο το σπίτι. Τέλος κάθησε λίγες στιγμές μόνος του και συλλογιζότανε. Έπειτα έτρεξε άξαφνα τόσο γλήγορα, σα να είχε βια να φτάση όσο μπορούσε προτήτερα εκεί που ήθελε. Πήγε ίσια στην κάμαρα του μπαμπά, όπου καθότανε κείνος πνιγμένος στους καπνούς.

ΛΟΥΙΖΑ Με συγχωρείς, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Όχι, όχι. ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπούλη μου. μη με δείρης. ΑΡΓΓΑΝ Θα τις φας. ΛΟΥΙΖΑ Όχι, για το Θεό, όχι, μπαμπά μου. Να! να! ΛΟΥΙΖΑ Αχ! μπαμπά μου, μ' εσκότωσες! Στάσου: πέθανα! ΑΡΓΓΑΝ Τι είνε αυτά, Λουίζα; Λουιζίτσα. Αχ! Θεέ μου! Λουιζίτσα, κόρη μου. Αχ! δυστυχής που είμαι! η κόρη μου πέθανε! Τι έκανα ο άθλιος; Αχ! παληοβέργα! Να πάρη ο διάβολος όλες τις βέργες!

Αν δοκίμαζε να το κάμη μόνο έτσι για να πειράξη το Σβεν, αυτός έβαζε τη φωνή: — Όχι, να μην ακούση, δεν κάνει νακούση. Κ' η μαμά έσπρωχνε τον μπαμπά, ώστε ο μικρός μπορούσε να της πη στο αυτί ό,τι ήθελε. Και τότε θριάμβευε ο Σβεν. — Βλέπεις, έλεγε. Δεν κάνει να το ακούσης. Κ' έπειτα έφευγε κρατώντας το χέρι της μαμάς και περιγελούσε τον μπαμπά.

Για τον μπαμπά σακκάκι, για τη μαμά τρικό και δυο ζευγάρια κάλτσες για το μικρό αδερφό. Είναι το βράδι του Άιγιαννιού κι ο Σβεν είναι ευτυχισμένος. Γιατί η μαμά του είχε τάξει πως αυτό το βράδι μπορεί να πάη να κοιμηθή όποτε θέλη αυτός.

ΛΟΥΙΖΑ Ναι, μπαμπά μου· έρχομαι και σου λέω ό,τι βλέπω. ΑΡΓΓΑΝ Και δεν είδες τίποτα σήμερα; ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Όχι; ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Αλήθεια; ΛΟΥΙΖΑ Αλήθεια. ΑΡΓΓΑΝ Πολύ καλά, θα σε κάνω εγώ να δης κάτι τι. ΑΡΓΓΑΝ Α! α! υποκρίτρια, δε μου λες ότι είδες έναν στο δωμάτιο της αδελφής σου. ΑΡΓΓΑΝ Πρώτα θα τις φας γιατί είπες ψέματα, και ύστερα βλέπομε.

Και ενώ σιγοπλέουν, εξακολουθούν την περί των αρχαίων βαλανείων ομιλίαν. Εν μέσω του θορύβου των λουσμένων ακούεται και μια παιδική φωνή, η οποία ερωτά: — Αν έρθη τώρα μπαμπά ο καρχαρίας, πώς θα το καταλάβω; — Θα το καταλάβης όταν θα σε καταπίνη. — Και σα με καταπιή, τι θα γίνω; — θα γίνης... θα γίνης... Καλλίτερα να μη σε καταπιή, γιατί αν σε καταπιή μούντσωσ' τα!

Είτανε σα να έλειπε μακριά κ' έβλεπε κει κάτω όλα όσα είταν ωραία και φαιδρά στη γις και τα νοσταλγούσε κ' αιστανότανε πως δεν είτανε πια γι' αυτόν. Ακκουμπούσε μόνο το κεφάλι του στον ώμο του μπαμπά. Κ' έπειτα τονέ φέρανε πάλι μέσα στο κρεββάτι του. Η μαμά τον ξάπλωσε κει και του έσιαξε τα μαξιλάρια. — Δεν είταν ωραία, Σβεν; — Ω ναι, μόνο πως δεν μπορούσα ακόμα. Μα γλήγορα θα γίνω πάλι καλά.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν