United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βαρέθηκα αυτές τις αρρώστιες κάθε λίγο, δίχως κανένα λόγο. ΔΩΡΑΦταίω εγώ μπαμπά, αν είμαι άρρωστη; Αισθάνομαι τόσο άσχημα. Και με μαλλώνετε. ΦΛΕΡΗΣΕίπα πως εννοώ να παύσουν αυτά τα κλάματα. Με συγκινούνε όσο και οι βρύσες που τρέχουν στο δρόμο. ΜΙΣΤΡΑΣΤάσσο μα την αλήθεια του Θεού, είσαι πολύ κακός σήμερα. Παραιτούμαι από γιατρός σου. ΔΩΡΑΜα τι φταίω εγώ, μπαμπά; Μήπως το θέλω;

ΛΟΥΙΖΑ Θα σου πω, αν θέλης να διασκεδάσης, το παραμύθι του γαϊδάρου ή το μύθο του κόρακα και της αλεπούς, που μου τον έμαθαν προχθές. ΑΡΓΓΑΝ Δεν σου γυρεύω αυτά. ΛΟΥΙΖΑ Μα τι λοιπόν; ΑΡΓΓΑΝ Α! παμπόνηρη! ξαίρεις τι θέλω να πω! ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Έτσι με υπακούεις; ΛΟΥΙΖΑ Μα τι; ΑΡΓΓΑΝ Δε σου είπα να έρχεσαι να μου λες αμέσως ό,τι βλέπεις; ΛΟΥΙΖΑ Ναι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Το έκανες;

Μου ήρθε μια στιγμή να πέσω στην αγκαλιά της, να τη ρωτήσω τι έχει, να την παρηγορήσω . .. ΦΛΕΡΗΠτωχό παιδί, δε θα μπορούσες να την παρηγορήσης εσύ. Δε θα μπορούσες να την παρηγορήσης... ΔΩΡΑΓιατί, μπαμπά μου; Κάθε συμπάθεια είναι παρηγοριά. Δεν είναι; ΦΛΕΡΗΣΝαι, βέβαια. Δε λέω. Μα ήσουν και συ τόσο συγκινημένη. Ας ταφίσωμε όμως αυτά. Έλα να πάμε περίπατο, παιδί μου. Έλα! Είναι αργά πια.

— 'Σάν να είχα κερδήσει εγώ, προσθέτει μετ' ολίγον, τον πρώτον λαχνόν. — Τον καϋμένον τον Τηλέμαχον! Έννοια σου, και θα πω εγώ του μπαμπά σου να σου δώση κάτι τι διά τα έκτακτά σου έξοδα. — Κ' εμένα, μαμάκα; ερωτά η την στιγμήν εκείνην ακριβώς εισερχομένη Ασπασία, δεν θα μου πέση τίποτε από ταις εκατόν;

Ανάμεσα όμως στα παιγνίδια είτανε στημένες μικρές και μεγάλες φωτογραφίες σε κορνίζες και στον τοίχο, όσο είτανε δυνατό πιο κοντά στο φως, κρέμονταν άλλες. Είταν εκεί εικόνες του μπαμπά και της μαμάς, των αδερφών κι όλης της οικογένειας.

να θες να κλείσουνε στο φως τα μάτια του. Ίσαμε τώρα δεν σου ζήτησα, το ξέρεις, καμμιά χάρι. Τώρα το θέλω λεύτερο το παλληκάρι. Σύρε, σου λέω στον γυναικωνίτη πίσω. Μου φούντωσαν τα αίματα. Θα σου μιλήσω άσκημα. Πάψε πια να λες αυτές της κουταμάρες Ούτε του Μαξιμιανού η κόρες τόσες χάρες γνωρίζουν από τον μπαμπά τους, όσες σωριασμένες έχω στα πόδια σου, αχάριστη. ΕΥΝΙΚΗ. Τι ξιπασμένες κουβέντες!

Υπάρχουνε πολλές δυστυχίες στον κόσμο. Δεν είναι ανάγκη να κλαις γι' αυτό. Αν είχαμε να κλαίμε για όλες τις συμφορές του κόσμου .. . ΔΩΡΑΑν ξέρατε, μπαμπά μου, πόσο την πόνεσα. Μια στιγμή σήκωσε τα μάτια της επάνω μου, πνιγμένα στα δάκρυα. Εκείνη η ματιά της μου φάνηκε πως μου ζητούσε μια βοήθεια, μια παρηγοριά.

Ούλες οι Ελληνίδες, μάτια μου, πρέπει να γίνουνε ναυτόπουλα. Τα ξύλινα τείχη σώσανε την Ελλάδα. Δεν το μάθετε στην ιστορία; ΝΙΚΟΣΑν θέλη μονάχα η δεσποινίς να βιασθή λιγάκι. Είναι κίνδυνος να πέση ο μπάτης. Και τότε... ΔΩΡΑΈφθασα. Στο μεταξύ οι άλλοι κάτι λένε μεταξύ τους και γελούνε. ΝΙΚΟΣΕμπρός λοιπόν. Δε θ' αργήσωμε, μπαμπά. ΦΛΕΡΗΣΚαλά, καλά, πήγαινε.

Αχ! κορούλα μου, Λουιζίτσα μου! ΛΟΥΙΖΑ Μην κλαις τόσο πολύ, μπαμπά μου. Δεν είμαι εντελώς πεθαμένη. ΑΡΓΓΑΝ Μπα την παμπόνηρη! Ας είνε, σε συγχωρώ για πρώτη φορά. Να μου τα πης όλα όμως. ΛΟΥΙΖΑ Ω, ναι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Πρόσεχε καλά, γιατί το πουλάκι που όλα τα ξαίρει, θα μου το πη αν πης ψέματα. ΛΟΥΙΖΑ Μα να μην το πης, μπαμπά μου, της αδελφής μου, πως σου το είπα. ΑΡΓΓΑΝ Όχι, όχι.

Τότε του φάνηκε πως είδε τον μπαμπά και τη μαμά, τον Ούλοφ και το Σβάντε, τις δυο υπηρέτριες κι άλλους ακόμα. Φωνάζανε ο ένας δυνατότερα από τον άλλον, ο ένας εδώ κι ο άλλος εκεί. Ο Σβεν δεν μπόρεσε να δη από πού ήρθανε.